Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος – Κιλκίς
Ίσως κάποιοι αναγνώστες να έχουν στη βιβλιοθήκη τους κάποιες παλιές εκδόσεις που τιτλοφορούνται «ΒΙΠΕΡ». Είναι της δεκαετίας 1960 – 1970, τότε που δεν κυριαρχούσαν στην ζωή των ανθρώπων τα ηλεκτρονικά σκευάσματα ούτε η εικόνα είχε εκμηδενίσει τις άλλες αισθήσεις τους. Τα βιβλία των εκδόσεων «ΒΙΠΕΡ» ήταν προσιτά, με χαμηλές τιμές για το κοινό, σε στρωτή γλώσσα και, το σπουδαιότερο, εξέδιδαν κλασσικά έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων.
Τα «κυνηγούσα» από μικρός κι έχω αρκετά από αυτά στα οποία προστρέχω προς γνώσιν και… μόρφωσιν. Διαβάζω αυτήν την εποχή τα «Άπαντα ποιήματα» του Γεωργίου Βιζυηνού. Ο τραγικός λογοτέχνης γεννήθηκε το 1848 στην Βιζύη της Αν. Θράκης και πέθανε το 1896 στην Αθήνα. Είναι γνωστός για τα διηγήματά του «Το μόνον ταξίδιον της ζωής μου», «Το αμάρτημα της μητρός μου», «Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου». Ωραίο είναι ακόμη το ποίημά του «Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς». Ήταν οι εποχή που οι ποιητές δεν νοσούσαν από την κερδοφόρο ασθένεια της «πολιτικής ορθότητας», δεν έκαναν τη δίαιτα που δεν παχαίνει, το να καταπίνεις, δηλαδή, τα λόγια σου, να αυτολογοκρίνεσαι για να μη σε στοχοποιήσουν τα ξεγάνωτα απολειφάδια του δήθεν προοδευτισμού. Γι’ αυτό δεν δίσταζε ο ποιητής να γράφει στίχους όπως «Φωτιά να κάψει την Τουρκιά, φωτιά κι αστροπελέκι!/και το σταχτό της οι άνεμοι να σύρουν πιο παρέκει/κι από την Κόκκινη Μηλιά».
Τώρα, γιατί ασχολούμαι με τον Βιζυηνό; Θα σκεφτεί κάποιος, μεσ’ στη σταχτή ζωή μας είναι καιρός για ποίηση; Συμφωνώ. Μας «εκύκλωσαν αι του βίου ζάλαι ώσπερ μέλισσαι κηρίον». Αλλά χρειάζεται και λίγος ανασασμός και τι καλύτερο από το να εγκύψεις στα πνευματικά καλούδια των μαϊστόρων της ελληνικής γραμματείας. Πιάνουμε τις μύτες μας από τις περιρρέουσες αναθυμιάσεις, ας μοσχοβολήσουν και λίγο τα τερπνά άνθη της λογοτεχνίας μας. Και πάντα έχω κατά νου την παιδεία και τα παιδιά, αυτά τα δύο που απαιτούνται για να ορθωθεί η Ρωμιοσύνη.
Είναι γνωστό πως το Υπουργείο τάχα και Παιδείας κατήργησε την ορθογραφία. Δεν υπάρχει πια ως δραστηριότητα ενταγμένη στο μάθημα της Γλώσσας. Γι’ αυτό και περίσσεψε η ανορθογραφία, προοίμιο της επιβολής εν ευθέτω χρόνω της φωνητικής γραφής. Γιατί συνείδηση και όχι σινίδισι; Και αυτό ας συνδυαστεί με την εκπαραθύρωση από τα βιβλία του ανθηρού ελληνικού λόγου, των μεγάλων λογοτεχνών μας. Παλαιότερα υπήρχε και η καλλιγραφία, γιατί μας ενδιέφερε και η φιλοκαλία. Σήμερα βλέπεις τα νοικοκυριά να λάμπουν και οι κοινόχρηστοι χώροι να ζέχνουν. Στους τοίχους των διδακτηρίων ο μαθητής ζωγραφίζει τις κουτσουλιές του, τα ρυπαίνει, στο θρανίο θα αποτυπώσει την ακοσμία και την ασχημοσύνη του, γιατί κυριαρχείται από την αντίληψη ότι η καθαριότητα αποτελεί χρέος των κρατικών και δημοτικών Αρχών.
Επειδή κατά παράβασιν των άνωθεν εντολών διδάσκω την ορθογραφία, με ιδιαίτερο τετράδιο -όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοι- ψάχνω και δίνω στα παιδιά μου αρχαία ρητά, λόγια αγίων, ηρώων ή φράσεις του Ευαγγελίου, στροφές από περίτεχνα και ξακουστά ποιήματα των μεγάλων λογοτεχνών μας. Δεν είναι καθόλου κακό να θυμούνται οι μαθητές το «δει την γλώτταν μη προτρεχέτω του νου» ή το «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστόν τον Θεόν παραθώμεθα».
Ανακάλυψα στα «Άπαντα» του Βιζυηνού κάποια πολύ ωραία και διδακτικότατα στιχουργήματα, τα οποία, αν δεν είχαμε υπουργείο που μισεί και απορρίπτει το παρελθόν, θα φιλοξενούνταν στα σχολικά βιβλία. Μοιράζομαι κάποια, έχοντας υπ’ όψιν εκείνα τα ανόητα για τα «λάχανα και χάχανα» του βιβλίου Γλώσσας της Α’ Δημοτικού. Ο Βιζυηνός τα τιτλοφορεί «αποφθεγματικά». Έχει γράψει αρκετά για την παιδεία και τα παιδιά, που φαίνονται απλοϊκά μεν, αλλά κρύβουν σοφία και σύνεση, που τόσο λείπουν στην εποχή μας.
«Ο Πλάστης είναι πανταχού παρών/ποτέ σου μην σκεφτείς το πονηρόν». Ευμνημόνευτο, έξυπνο και με βαθύ θεολογικό μήνυμα.
«Καράβια δίχως άρμενα/παιδιά χωρίς παιδεία/ή τέχνη προικισμένα/μεσ’ στης ζωής το πέλαγος/αν πιάσει τρικυμία/δεν βρίσκουνε λιμένα». Ζωή τρικυμιώδης και αλίμενη η, χωρίς σωστή παιδεία, ζωή. Διότι «παιδεία καθάπερ η ευδαίμων χώρα πάντα τα αγαθά φέρει», θα μας κανοναρχήσει και ο Σωκράτης.
«Πράγματα που δεν ταιριάζει/να τα κάμει το παιδί/μήτε με το νου τα βάζει/μήτε στέκει να τα ιδεί». Βάζει όμως στο νου του παιδιού «αταίριαστα πράγματα», το Υπουργείο. Γι’ αυτό και εισάγει από το νηπιαγωγείο τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση ή τα αγγλικά. Αντί να «ιδούν» τα παιδιά τα άνθη της λογοτεχνίας μας, τα μαγαρίζουμε με πράγματα σάπια, επικίνδυνα και ακατάλληλα για τη δροσερή και αθώα ηλικία τους, διότι «καλός όποιος ποθεί να γένει/από παιδί ας μορφώνεται/όποιος μικρός κακομαθαίνει/γέρος δεν διορθώνεται».
Να παραθέσω κάτι από τα ένδοξα χρόνια του ’21, από τον βίο του ατρόμητου μπουρλοτιέρη. Κανάρης, ψυχή θρεμμένη με την ορθόδοξη πίστη και τις αειθαλείς εθνικές μνήμες. Ναυτάκι ακόμη, ταξιδεύοντας στα πέλαγα, άμα άραζε σε λιμάνι και δεν είχε δουλειά, γύρευε ο Κανάρης κανένα λιμάνι, κι εκεί καθισμένος σ’ ένα άγριο λιθάρι, διάβαζε τον βίο και τα έργα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και στο διάβασμά τους βρύση πηγαίνανε τα δάκρυα από τα μάτια του. Αυτό το ομολόγησε ο ίδιος ο Κανάρης στον Τερτσέτη. Ευτυχώς, γιατί σήμερα θα διάβαζε το κείμενο στα βιβλία γλώσσας της Στ’ Δημοτικού με τίτλο «Ο Μέγας Αλέξανδρος και η κοκκινοσκουφίτσα». Με τέτοια κείμενα δεν ανατινάζεις ναυαρχίδες… αλλά κρύβεσαι στα υπόγεια, όταν ξεσπούν οι πόλεμοι και έρχεται η ώρα που πρέπει να φανείς άντρας. Θυμίζω το «Η Ιταλία μάς κήρυξε τον πόλεμο και μεις πήγαμε στο υπόγειο», στο βιβλίο Γλώσσας της Ε’ Δημοτικού.
Να παραθέσω και κάτι νόστιμο για την υγεία. « Αν θες ζωή που να βαστά/κι αν θες καλή υγεία/έχε τα πόδια σου ζεστά/την κεφαλή σου κρύα/και προφυλάγου απ’ τα πιοτά/κι απ’ την πολυφαγία».
Και επειδή σήμερα πολυάσχολοι και πολυμέριμνοι, τρέχουμε και δεν φτάνουμε, θα μας συμβουλεύσει ο ποιητής: «Άνθρωπος χωρίς μυαλά/όλο χτίζει και χαλά/κι ο Θεός απ’ τα ψηλά/τον κοιτάζει και γελά».