Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς και εκ των σπουδαιότερων μαθητών του μεγάλου Κάρολου Κουν μας μιλάει για τη συμμετοχή του στην υπερπαραγωγή «Κάποτε στον Βόσπορο» και για τον πoλλαπλό ρόλο που καλείται να επιτελέσει το θέατρο σήμερα
Ένα εξαιρετικό επιτελείο συντελεστών κι ένας δυνατός θίασος πρωταγωνιστών ζωντανεύουν επί σκηνής την ιστορία των Ρωμιών της Κωνσταντινούπολης στα μισά του περασμένου αιώνα, ανακαλώντας μνήμες, με σημείο αναφοράς τις μουσικές και τα τραγούδια μιας ολόκληρης εποχής. Άλλοτε με αγωνία και άλλοτε με χιούμορ, το «Κάποτε στον Βόσπορο» διηγείται τα τραγικά γεγονότα του διωγμού των Ελλήνων το 1955 και τη νοσταλγία τους για την αγαπημένη τους Πόλη.
Ο Γιώργος Αρμένης συστήνει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ τον ρόλο που ο ίδιος υποδύεται στη μουσικοθεατρική παράσταση που ανεβαίνει στο θέατρο «Βεάκη», θυμάται με νοσταλγία την πρώτη του συνάντηση με τον Κάρολο Κουν και δηλώνει αισιόδοξος για τη νέα γενιά ηθοποιών, αρκεί να δοθεί -όπως αναφέρει χαρακτηριστικά με τον λακωνικό αλλά πάντα ευγενή τρόπο του- «τόπος στα νιάτα».
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Ποιος είναι ο δικός σας ρόλος στο σπουδαίο έργο του Άκη Δήμου;
Υποδύομαι τον Φραγκίσκο Μελαχρινό, έναν λαϊκό άνθρωπο, που προσπαθεί να συνυπάρξει αρμονικά μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων. Είναι ιδιοκτήτης ενός δημοφιλούς κοσμικού μαγαζιού, ένα πρόσωπο αποδεκτό από όλους. Είναι άνθρωπος με δική του σκέψη και φιλοσοφία, εραστής, πολυτεχνίτης και επιχειρηματίας. Έχει κληρονομήσει ένα καπηλειό, το γκρέμισε και έφτιαξε ένα μεγάλο μαγαζί όπου συνυπάρχουν Ρωμιοί και Τούρκοι της καλής κοινωνίας. Εκεί εξελίσσεται και το έργο· με εντάσεις, κόντρες, τραγούδια, χορούς, γέλια και δυστυχώς κλάματα, όταν το 1954 ξεκινάει ένα φοβερό πογκρόμ κατά των Ελλήνων. Φωτιές και καταστροφές, βιασμοί, εκτελέσεις, φυλακίσεις. Καταπατάται η συνθήκη της Λωζάνης, αμφισβητούνται τα πάντα, με την προκλητική πολιτική και της απειλές της Τουρκίας. Για μένα, το έργο είναι σημερινό.
Ο κόσμος επέστρεψε σε κλειστές θεατρικές αίθουσες ουσιαστικά μετά από 1,5 χρόνο. Πώς βλέπετε το κοινό; Είναι φοβισμένο;
Φοβισμένοι είμαστε όλοι μας, εκτός από τους αρνητές.
Πώς είναι να παίζεις και από κάτω οι θεατές να φορούν μάσκα;
Δύσκολο αλλά αναγκαίο. Κάνουμε ό,τι χρειάζεται, για το καλό όλων μας.
Η Αθήνα είναι η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με τις περισσότερες παραστάσεις. Η ποιότητα είναι αντίστοιχη της ποσότητας;
Είναι αλήθεια ότι οι επιλογές για κάποιον που θέλει να παρακολουθήσει θέατρο στην Αθήνα είναι πάρα πολλές. Όσον αφορά την ποιότητα, αυτή εξαρτάται από τον θεατρώνη και τους ηθοποιούς. Στο δικό μας θέατρο οι αδερφοί Τάγαρη, που είναι οι παραγωγοί της παράστασης αποτελούν εγγύηση, καθώς είναι χρόνια στον χώρο και δεν φείδονται χρημάτων για να βγει ένα άρτιο αποτέλεσμα. Εάν ο παραγωγός είναι τσιγκούνης, και το αποτέλεσμα… τσιγκούνικο, θα βγει!
Πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκε ότι ο Αιμιλιανός Σταματάκης θα αντικαταστήσει τον Άρη Σερβετάλη στην παράσταση «Ρινόκερος», καθώς ο τελευταίος αποφάσισε να αποχωρήσει αρνούμενος να παίζει μόνο για εμβολιασμένους θεατές. Πώς κρίνετε την απόφαση του συναδέλφου σας;
Ο Άρης είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός που ξέρει να εκμεταλλεύεται το σώμα του, καθώς έχει παρακολουθήσει και μαθήματα χορού. Όπως όλοι μας, έτσι κι αυτός έχει έναν «δικό του κόσμο». Απ’ ό,τι μαθαίνω, είχε ενημερώσει τον παραγωγό από νωρίς για την απόφασή του. Επίσης, απ’ όσο ξέρω, ο ίδιος είναι αρνητής του εμβολίου. Προσωπικά, θα το σκεφτόμουν πάρα πολύ για να αφήσω 20 ανθρώπους με τους οποίους συνεργαστήκαμε και αγαπηθήκαμε χωρίς δουλειά. Ο κάθε ένας, όμως, έχει το δικαίωμα να κάνει ότι θέλει, δεν μπορώ εγώ να κρίνω κανέναν.
Σπουδάσατε Υποκριτική στη Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Θυμάστε ποια ήταν τα πρώτα λόγια που ανταλλάξατε με τον δάσκαλό σας, Κάρολο Κουν;
«Καλημέρα σας!»
«Καλημέρα είστε ο Γιώργος;»
«Ναι, ο κύριος Κουν;»
«Ναι, καθίστε» και χαμογέλασε. Είχα επιτέλους βρει έναν ευγενικό άνθρωπο, έναν ταγμένο καλλιτέχνη.
«Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας και το κοινό που μας παρακολουθεί», έλεγε ο Κουν. Εσείς για ποιον λόγο αποφασίσατε να μπείτε στον μαγικό χώρο του θεάτρου;
Ανάθεμα κι αν ήξερα. Μια αστραψιά, το ένστικτο με οδήγησε, η τύχη… και βρήκα τον δάσκαλό μου.
Έχετε πει ότι μέχρι να μπείτε στη σχολή του Κουν είχατε μια «σκληρή ζωή». Τι εννοούσατε;
Η εποχή εκείνη ήταν σκληρή από μόνη της. Μεγάλωσα μέσα στον εμφύλιο. Κατεβήκαμε στην Αθήνα από ένα χωριό των Ιωαννίνων. Επειδή δεν υπήρχαν λεφτά θυμάμαι ότι πήγαινα με τα πόδια από το Παλαιό Φάληρο στο Σύνταγμα για να ζητήσω κάποια δουλειά. Το να κάνεις όποια δουλειά εμφανιστεί μπροστά σου, ήταν αυτονόητο. Ήταν θέμα επιβίωσης.
Το θέατρο είναι ένα επάγγελμα που βρίσκεται κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας. Κινδυνεύσατε ποτέ να «πάρουν αέρα τα μυαλά σας», για να το πω λαϊκά;
Ποτέ δεν κινδύνευσα απ’ αυτό. Δεν θα μπορούσα να το κάνω, καθώς ήμουν πάνω από 20 χρόνια στον θίασο του Κουν. Έχω τις σιωπές μου, την ιεροτελεστία μου… Πάω στο καμαρίνι μου 1,5 ώρα πριν την παράσταση για να φτιάξω τα ρούχα μου, να διαβάσω, να κοιτάξω τις ρυτίδες μου στον καθρέφτη. Είμαι ο πρώτος άνθρωπος που θα πάει στην κουίντα για να περιμένει να βγει στη σκηνή με το πρώτο κουδούνι. Όλα αυτά έχουν να κάνουν με τον σεβασμό και την ταπεινότητα που πρέπει να έχει ο ηθοποιός απέναντι στο θέατρο.
Από όλες τις σπουδαίες θεατρικές σας στιγμές ποιες ξεχωρίζετε;
Είναι πολλές και καλές, δεν θέλω να αδικήσω καμία. Τις αγαπώ όλες.
Έχετε αναγνωριστεί περισσότερο από το σινάφι σας ή από τον κόσμο;
Δεν υπάρχει αναγνώριση αλλά αγάπη. Και έλαβα αρκετή. Προσπαθώ να την ανταποδίδω όποτε ανεβαίνω στη σκηνή.
Η ατάκα «Ηλία ρίχτο» από την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Όλα είναι δρόμος» έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές και με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Ήταν στο σενάριο η ατάκα ή αυτοσχεδιασμός της στιγμής;
Δεν θυμάμαι καθαρά. Αν δεν κάνω λάθος, ήταν ιδέα του Παντελή.
Η σκηνή στην οποία ο ήρωας πληρώνει 30.000.000 δρχ., καθότι γυρίστηκε το 1998, για να κατεδαφίσει το κέντρο διασκέδασης «Βιετνάμ», έχει συνδεθεί με μια περίοδο άκρατου καταναλωτισμού και σπατάλης. Εσείς μπήκατε ποτέ σε αυτήν την παγίδα;
Ακόμα και σήμερα με ενοχλεί η λέξη «κονόμα». Όταν ήμουν νέος, τα χρήματα του θεάτρου Τέχνης δεν μας επέτρεπαν ούτως η άλλως μεγάλες οικονομικές σπατάλες.
Υπάρχουν καλοί νέοι ηθοποιοί σήμερα;
Φυσικά και υπάρχουν! Και όσοι έρχονται θα είναι ακόμα καλύτεροι από τους προηγούμενους. Αρκεί οι πόρτες να είναι ανοιχτές και να δίνεται τόπος στα νιάτα.
Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος που επιτελεί το θέατρο στην κοινωνία;
Μπορεί να είναι πολλαπλός ο ρόλος του θεάτρου. Από τη μια μπορεί να ψυχαγωγεί και από την άλλη να λειάνει όλες τις οξείες γωνίες ενός ανθρώπου. Να απαλύνει τα κακά του συναισθήματα, να τον καλλιεργήσει, να τον κάνει καλύτερο άνθρωπο.
Πώς σχολιάζετε τις κακοποιητικές συμπεριφορές που βγήκαν στο φως της δημοσιότητας και έστειλαν συναδέλφους σας πίσω από τα κάγκελα μιας φυλακή;
Δεν θέλω να πω τίποτα, γιατί στενοχωριέμαι. Στενοχωριέμαι για το πώς φτάνουν οι άνθρωποι σε αυτό το σημείο. Αυτό είναι κτηνωδία!
Τι προσδοκάτε από εδώ και πέρα από τη ζωή σας;
Όμορφα, λίγα και απλά πράγματα.
INFO
«Κάποτε στον Βόσπορο»
Θέατρο Βεάκη, Στουρνάρη 32, Εξάρχεια,
τηλέφωνο: 210 5223522
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Συγγραφέας: Άκης Δήμου
Σκηνοθεσία – χορογραφίες: Σοφία Σπυράτου
Σκηνικά – κοστούμια: Μανόλης Παντελιδάκης
Μουσική επιμέλεια – πρωτότυπη μουσική και τραγούδια: Νίκος Κυπουργός
Στίχοι Πρωτότυπων Τραγουδιών:
Σταμάτης Δαγδελένης
Video art (βασισμένο σε ντοκουμέντα της εποχής): Νίκος Σούλης
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Φωτογράφοι: Γιώργος Καπλανίδης, Μαριλένα Αναστασιάδου
Οργάνωση Παραγωγής: Ντόρα Βαλσαμάκη
Πρωταγωνιστούν: Γιώργος Αρμένης, Αντώνης Καφετζόπουλος, Δημήτρης Πιατάς, κατερινα μαντζιου,
Ευαγγελία Μουμούρη, Ελένη Καρακάση,
Παρθένα Χοροζίδου, Θανάσης Πατριαρχέας,
Ντίνος Σπυρόπουλος, Νεφέλη Κουλούρη,
Χλόη Μάντζαρη.
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
Κάθε Τετάρτη (λαϊκή) στις 19.00, Παρασκευή 21:00, Σάββατο (λαϊκή) 17:30 και 21.00 και Κυριακή 18.30
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ
Λαϊκή απογευματινή Τετάρτης και Σάββατο απόγευμα: 20 ευρώ
Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή: 25, 20, 15 ευρώ
(φοιτητικό, ανέργων, παιδιά έως 12 ετών, ΑΜΕΑ)