ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΟ Γιώργος Πάλλης-Επίκουρος καθηγητής ΕΚΠΑ
Ηταν πριν από 120 χρόνια, το 1902, όταν ο Γεώργιος Λαμπάκης περιηγήθηκε τις παλαιές εκκλησίες του Αμαρουσίου καταγράφοντας μαρμάρινα ανάγλυφα, επιγραφές και τοιχογραφίες με ιστορική και αρχαιολογική αξία. Ο Λαμπάκης, ένας από τους πρώτους Έλληνες βυζαντινολόγους, συνιδρυτής (1884) και επί σειρά ετών γραμματέας της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, υπήρξε θεμελιωτής της έρευνας και της μελέτης των βυζαντινών μνημείων στην Ελλάδα, καθώς και εκείνων των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Στις δεκάδες περιοδείες του -τις οποίες διευκόλυνε η παράλληλη ιδιότητα του ιδιαίτερου γραμματέα της βασίλισσας Όλγας- κατέγραψε, συνέλεξε και φωτογράφισε χιλιάδες μνημεία και αντικείμενα, κάποια από τα οποία δεν σώζονται πλέον. Σε αυτή την περίπτωση ανήκουν οι επιγραφές τις οποίες διάβασε και αντέγραψε στον Άγιο Αθανάσιο στο Μαρούσι.
Ο Άγιος Αθανάσιος
Το μικρό παρεκκλήσι του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται λίγο ανατολικά της λεωφόρου Κηφισιάς, προς την άλλοτε αγροτική «Κοκκινιά» του Αμαρουσίου, τριγυρισμένο σήμερα από πολυκατοικίες και άλλες οικοδομές. Η στενή οδός που φέρει το όνομά του, συγκαταλέγεται στους αρχαιότερους δρόμους της περιοχής: αποτελεί προέκταση της οδού Αμαρουσίου – Χαλανδρίου, η οποία συνέδεε ήδη από την αρχαιότητα δύο αρχαίους δήμους, τη Φλύα και το Άθμονον. Τούτο αποδεικνύουν οι χάρτες του 19ου αιώνα αλλά και τα κατά καιρούς ευρήματα κατά μήκος της οδού – αρχαίοι τάφοι και επιτύμβιες στήλες.
Επάνω σε αυτή την οδό κτίστηκε τον 18ο μάλλον αιώνα ένα μικρό εξωκκλήσι αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο. Οι κτίτορές του μας είναι άγνωστοι· πιθανώς ήταν ιδιοκτήτες της γύρω γης. Ο ναός είχε την απλή μορφή μιας ορθογώνιας αίθουσας καλυμμένης με πέτρινη ημικυλινδρική καμάρα. Στο κτίσιμό του χρησιμοποιήθηκαν μερικοί αρχαίοι λίθοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται το τμήμα μιας επιγραφής του 4ου αιώνα π.Χ., όπου αναφέρεται το μοναδικό γνωστό όνομα δημάρχου των αρχαίων Αθμονέων, του Μειδογένους. Στο εσωτερικό του, ο ναός διακοσμήθηκε με τοιχογραφίες, οι οποίες σώζονται εν μέρει μέχρι σήμερα, σε κακή κατάσταση, παρά την προ μερικών ετών συντήρησή τους.
Στα νεότερα χρόνια, λίγο μετά την Κατοχή, ο Άγιος Αθανάσιος πέρασε σε παλαιοημερολογίτες, οι οποίοι κατεδάφισαν τον δυτικό του τοίχο -την αρχική του πρόσοψη- προκειμένου να τον επεκτείνουν. Έτσι προέκυψε το εξωτερικά ασβεστόχριστο τμήμα που βλέπει κανείς στη δυτική πλευρά του κτίσματος. Η επέμβαση αυτή, στέρησε το μνημείο από δύο σημαντικές για την ιστορία του επιγραφές, τις οποίες είχε στο μεταξύ καταγράψει ο Γεώργιος Λαμπάκης.
Οι επιγραφές
Το αρχείο των βυζαντινών και μεταβυζαντινών επιγραφών του Λαμπάκη βρίσκεται σήμερα στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον στις Η.Π.Α. και είναι προσβάσιμο μέσω του διαδικτύου. Στον φάκελο «Αμαρούσιον» υπάρχουν δεκαέξι εγγραφές· η πιο σημαντική είναι εκείνη του 850 μ.Χ. από τους Αγίου Αναργύρους, την οποία εξέδωσαν πρώτος ο Λαμπάκης και κατόπιν ο Αναστάσιος Ορλάνδος. Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες παραμένουν ανέκδοτες.
Από τον Άγιο Αθανάσιο ο Λαμπάκης αντέγραψε δύο επιγραφές, οι οποίες βρίσκονταν στον αρχικό δυτικό τοίχο που κατεδαφίστηκε μεταπολεμικά. Η πρώτη ήταν χαραγμένη σε μαρμάρινη πλάκα, τοποθετημένη επάνω από την είσοδο, εξωτερικά, και μνημόνευε την ανακαίνιση του ναού μετά την Επανάσταση:
† Ο ΠΑΝCΕΒΑCΜΙ
ΟC ΟΥΤΟC
ΝΑΟC ΑΝΑΚΕΝΙCΤΗ
ΔΙΑ CΥΝΔΡΟΜΗC
ΚΥΡΙΟΥ ΚΩCΤΑ
ΒΑΡΟΥΧΑ CΟΥΛΙ
ΩΤΗ 1849 ΙΟΥΛΙΟΥ 15
Η δεύτερη επιγραφή είχε ζωγραφιστεί με μικρά γράμματα επάνω από το ανώφλι της εισόδου, εσωτερικά, και αναφερόταν στον δωρητή των τοιχογραφιών:
† Ανιστορήθη ο θύος και πάνσεπτος ναός του αγί
ου και ενδόξου Αθανασίου αρχιεπισκόπου Αλεξαν[δρείας δια
συνδρομής δε κόπου τε και εξόδου του παπα […..
σωτηρίου (;) νίκα
Δυστυχώς το όνομα του αφιερωτή των τοιχογραφιών δεν σωζόταν πλήρως, ενώ η χρονολογία της αφιέρωσης, με την οποία έκλειναν συνήθως τέτοιου είδους επιγραφές, δεν είχε διατηρηθεί.
Πριν και μετά την Επανάσταση
Οι δύο επιγραφές μας παρέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ιστορία του μικρού μνημείου. Ο Άγιος Αθανάσιος τοιχογραφήθηκε με τη χορηγία ενός ιερέα, του οποίου το όνομα δυστυχώς δεν σώθηκε. Η τέχνη των τοιχογραφιών παραπέμπει στον 18ο αιώνα και τους λαϊκούς αγιογράφους που δραστηριοποιούνταν στην Αττική μετά τα μέσα του. Έργα της ίδιας περιόδου συναντάμε και σε άλλους ναούς της περιοχής, όπως στην Αγία Σωτήρα, στην Παναγία Νεραντζιώτισσα και στον Άγιο Γεώργιο της Κάτω Μαγκουφάνας (σημ. Πεύκη). Αυτή η άνθηση της εκκλησιαστικής ζωγραφικής στο Μαρούσι, μερικές δεκαετίες πριν από την Επανάσταση, αντικατοπτρίζει σίγουρα μια αντίστοιχη ακμή του μικρού οικισμού.
Οι αλλεπάλληλες επιδρομές των Τούρκων στην Αττική στα χρόνια της Επανάστασης, επέφεραν μεγάλες καταστροφές στις εκκλησίες των εξεγερμένων, μικρές και μεγάλες. Το τέλος του πολέμου βρήκε τους πολυάριθμους ναούς της υπαίθρου του Αμαρουσίου πυρπολημένους ή βανδαλισμένους. Η αποκατάσταση των ζημιών, μέσα στη γενική ανέχεια των επόμενων χρόνων, καθυστέρησε πολύ – η Παναγία Νεραντζιώτισσα έμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι το 1923. Στον Άγιο Αθανάσιο, τις ζημιές αποκατέστησε ένας ιδιώτης, ο Κώστας Βαρούχας, ο οποίος στη χαμένη επιγραφή τόνισε με υπερηφάνεια την ένδοξη καταγωγή του: Σουλιώτης. Για την ταυτότητά του, δεν διαθέτουμε στοιχεία. Ίσως ταυτίζεται με έναν υπολοχαγό Κώστα Βαρουχά, που αναφέρεται σε Βασιλικό Διάταγμα του 1847 (Β.Δ. 25-1-1847, ΦΕΚ 4/17-2-1847). Το όνομα του Βαρουχά απουσιάζει από τον εκλογικό κατάλογο των Μαρουσιωτών του 1844, επομένως δεν φαίνεται να ήταν μόνιμος κάτοικος του χωριού. Πιθανώς επρόκειτο για κάποιον από τους νέους γαιοκτήμονες που απέκτησαν ιδιοκτησίες στην περιοχή, μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους.