Γράφει ο Γιώργος Κατρούγκαλος
Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου τομεάρχης Εξωτερικών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθήνας
Ένας σχεδόν στους τρεις Γάλλους επέλεξε την Κυριακή την ακροδεξιά. Ακόμη χειρότερα, η ακροδεξιά ατζέντα καθόρισε πολλά από τα θέματα της προεκλογικής εκστρατείας και διαπέρασε οριζόντια το πρόγραμμα και άλλων υποψηφίων, πέραν της Λεπέν και του Ζεμούρ. Πώς έγινε κάτι τέτοιο δυνατόν στην κατεξοχήν ευρωπαϊκή χώρα των ελευθεριών, των δικαιωμάτων και των επαναστάσεων;
Η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Ο Πρόεδρος Μακρόν, στη μεν ευρωπαϊκή του πολιτική πρότεινε (χωρίς να μπορέσει να τις επιβάλει) θετικές μεταρρυθμίσεις, όπως ο εκδημοκρατισμός της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, η ενίσχυση της αυτονομίας της έναντι ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, στο εσωτερικό όμως της χώρας του εφάρμοσε νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επάξια του απέδωσαν τον τίτλο του Προέδρου των πλούσιων (Μελανσόν) ή του ήρωα των πλούσιων (Liberation). Έτσι οι κοινωνικές ανισότητες εκτοξεύθηκαν και η Γαλλία διχάστηκε.
Οι ψηφοφόροι του Μακρόν ανήκουν στο πιο εύπορο, το πιο μορφωμένο και το πιο ηλικιωμένο τμήμα του εκλογικού σώματος («aisés, agésetdiplomés»). Στις πόλεις συγκεντρώνει υψηλά ποσοστά (όπως και η Αριστερά) στην επαρχία όμως η απελπισία από την επιδείνωση της καθημερινότητας και της αγοραστικής δύναμης στέλνει μαζικά ψήφους στην ακροδεξιά.
Και η απογοήτευση από την πολιτική εν γένει μεγαλώνει, πράγμα που αντανακλάται στη χαμηλή συμμετοχή στις εκλογές. Υπολογίζεται ότι η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος έχει απόσχει τουλάχιστον μια φορά κατά τις τελευταίες τέσσερις προεδρικές εκλογές. (Η καλύτερη από το αναμενόμενο επίδοση Μακρόν εξηγείται εν μέρει και από το γεγονός ότι το τμήμα του εκλεκτορικού σώματος που τον υποστηρίζει έχει πολύ σταθερότερη εκλογική συμμετοχή από τους υπόλοιπους πολίτες).
Μάθημα υπ’ αριθμόν ένα, λοιπόν: ο νεοφιλελευθερισμός στρώνει το δρόμο στη Δεξιά και στην πολιτική απάθεια.
Η επίδοση της ανυπότακτης Γαλλίας, καλύτερη από ό,τι το 2017 και πολύ κοντά (μόλις 0,8) πίσω από το ποσοστό της Λεπέν, ανήκει στα λίγα θετικά αυτής της εκλογής. Όπως και το γεγονός ότι -όπως και στην Ελλάδα- οι νέοι ψηφίζουν μαζικά Αριστερά. Ο Μελανσόν ήρθε πρώτος στην ηλικιακή κοόρτη 18-35 ετών. Εάν οι στρατηγοί της Αριστεράς υποστήριζαν έναν υποψήφιο (όπως είχε προσπαθήσει το ΚΚΓ) αυτός θα πέρναγε στον δεύτερο γύρο και η όλη συζήτηση για τις εκλογές θα ήταν εντελώς διαφορετική.
Και το Μάθημα υπ’ αριθμόν δύο, συνεπώς, δεν είναι δύσκολο: μόνον μια ενωμένη Αριστερά, που ξεπερνά τις εσωτερικές της διαφωνίες και την πολυδιάσπαση, για να δώσει απάντηση στα προβλήματα του λαού της, μπορεί να είναι αποτελεσματική κυβερνητική δύναμη.
Το Μάθημα υπ’ αριθμόν τρία, είναι ίσως το δυσκολότερο, γιατί δεν είναι δεδομένο. Δεν μας το έχει δώσει ακόμη ο γαλλικός λαός, θέλω να ελπίζω όμως ότι θα μας το παραδώσει στις 24 Απριλίου. Θα φράξει και πάλι το δρόμο στην ακροδεξιά, όπως έκανε και στις προηγούμενες δύο φορές που διεκδίκησε την προεδρία της χώρας. Μια Πρόεδρος Λεπέν θα αποτελούσε θανάσιμη απειλή για τη Γαλλία, για την Ευρώπη και για την Ελλάδα.