Γράφει ο Πάνος Σκουρολιάκος, βουλευτής Ανατολικής Αττικής και υπεύθυνος Τομέα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ
Tο υλικό με το οποίο δημιουργούν οι άνθρωποι της τέχνης, και ιδιαιτέρως αυτοί που διακονούν τον γραπτό λόγο, υπάρχει εντός τους. Είναι το τάλαντο, οι εμπειρίες, οι παρατηρήσεις, οι σκέψεις και τα διαβάσματά τους.
Οι αφορμές όμως που ανοίγουν τη στρόφιγγα της δημιουργίας ενός έργου τέχνης μπορεί συχνά να είναι ασήμαντες ή και τυχαίες. Γνωστές είναι οι «αφορμές» για πολλούς μεγάλους του πνεύματος που διέπρεψαν στο παρελθόν. Ενδιαφέρον όμως έχουν και πιο ταπεινές ή άγνωστες περιπτώσεις.
Συζητώντας λοιπόν κάποτε η λαϊκή τραγουδίστρια Καίτη Γκραίη με τον Βασίλη Τσιτσάνη, του περιέγραψε τα δύσκολα παιδικά της χρόνια. Τότε που ήταν αναγκασμένη να εργάζεται ως υπηρέτρια σε κάποιο σπίτι. Σε μια αποστροφή του λόγου της, είπε: «Άσ’ τα, Βασίλη μου, τα ξένα χέρια είναι δυστυχία». Έπειτα από αυτή τη συνάντηση, η Γκραίη γύρισε σπίτι της. Σε λίγο χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ο Τσιτσάνης. «Έκανα ένα τραγούδι για τη ζωή σου». Αυτή τη ζωή που έδωσε την αφορμή να γραφτούν «Τα ξένα χέρια», ένα από τα πιο σπουδαία λαϊκά τραγούδια.
Ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος, φοιτητής ων, εξεταζόταν σε ένα μάθημα στη Βιομηχανική Πειραιώς. Έγραφε στη γνωστή κόλα των εξετάσεων με τη σφραγίδα του Ιδρύματος στην πρώτη σελίδα πάνω αριστερά. Όμως ο Πειραιάς εκείνη τη στιγμή δεν ενδιαφερόταν να πάρει από τον Μαρκόπουλο την επιστημονική του δεινότητα στα οικονομικά. Του ζήτησε ένα ποίημα. Και ο ποιητής γέμισε τέσσερις σελίδες στίχους.
Ένα πρώτο σχεδίασμα. Η ώρα των εξετάσεων τελείωσε. Ο Μαρκόπουλος ζήτησε από τον βοηθό να κρατήσει την κόλλα στην οποία δεν υπήρχε ούτε μία λέξη πάνω στο εξεταζόμενο μάθημα. Αυτός το μετέφερε στον καθηγητή. «Γιατί, παιδί μου;» τον ρώτησε εκείνος. «Γιατί έχω γράψει ένα ποίημα». Αποσβολωμένος τον κοίταξε ο καθηγητής. Σαν να τον είχε χτυπήσει κεραυνός. «Καλά» ψέλλισε. «Κόψτε όμως το κομμάτι με την επίσημη σφραγίδα». Ναι, αλλά υπήρχαν στίχοι και πίσω από αυτήν! Πρόχειρα τότε, τους αντέγραψε σε ένα άλλο χαρτί ο ποιητής, για να μην είναι το ποίημα κολοβό! Έτσι ο Πειραιάς απέκτησε κι άλλο ένα ποίημα. Από τα πιο σπουδαία του Μαρκόπουλου, το «Βράδυ βαθύ να μπαίνεις στον Περαία».
Η στιχουργός Λίνα Νικολακοπούλου αφηγείται πως μία από τις πιο μεγάλες επιτυχίες της την έγραψε πάνω σε έναν λογαριασμό της ΔΕΗ περιμένοντας στην ουρά να πληρώσει. Ζήτησε, βέβαια, να φωτοτυπήσει τον λογαριασμό για να μη χαθεί το τραγούδι που θα μίλαγε για τη ζωή μας ανάμεσα στις μυλόπετρες της καθημερινότητας.
Ο Γιάννης Ρίτσος γράφει ένα από τα πιο σπουδαία ποιήματά του, «Το δένδρο της φυλακής», ανακαλύπτοντας τα σχέδια της ζωγράφου και χαράκτριας Ζιζής Μακρή. Έργα που είχαν γίνει όταν η Μακρή ήταν δέσμια του μετεμφυλιακού καθεστώτος στις φυλακές Αβέρωφ. Αποτύπωσε τον κόσμο που ζούσε και τα βιώματά της με χρώματα που της έδινε κρυφά ένας ζωγράφος που έκανε τις αγιογραφίες στο εκκλησάκι των φυλακών. Αφορμή στάθηκε λοιπόν εδώ η στέρηση της ελευθερίας για να δημιουργηθούν έργα που στάθηκαν αφορμή να γεννηθούν κι άλλα με τη σειρά τους!
Ο ποιητής Σταύρος Βαβούρης ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. Εκεί προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχε μεγαλώσει αρκετά και το πρόβλημα που είχε με το πόδι του δεν του επέτρεπε να βγαίνει συχνά. Τον επισκέπτονταν όμως οι νέοι ποιητές της εποχής. Φεύγοντας ένα βράδυ οι Βαρβέρης και Μαρκόπουλος, καληνυχτίστηκαν χωρίζοντας. Τότε ο Βαρβέρης συμπληρώνει «Γιώργο, να θυμάσαι τούτο. Να επισκεπτόμαστε πάντα τους επιζώντες ποιητές. Το έχουν ανάγκη». Αργότερα αυτά τα λόγια, με αφορμή μια επίσκεψη, αποτέλεσαν τον κορμό ενός από τα πιο ωραία ποιήματά του.
Ο Κώστας Μουρσελάς έγραψε την πιο εμβληματική τηλεοπτική σειρά, που έγινε και θεατρικό έργο, συζητώντας με τον αξέχαστο Βασίλη Διαμαντόπουλο στου Μπόκολα, το ιστορικό ζαχαροπλαστείο της πλατείας Κολωνακίου. Στην παρέα προστέθηκε και ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος και η κουβέντα, οι προσωπικότητες των ηθοποιών, αλλά και οι έντονες περιπτώσεις ξεχωριστών περιθωριακών προσωπικοτήτων που περιδιάβαιναν την πλατεία έγιναν αφορμή να γραφτεί το «Εκείνος κι Εκείνος».
Αλλά και στη λαϊκή τέχνη των «ανωνύμων», όπως είναι το παραδοσιακό τραγούδι ή η λαϊκή ζωγραφική, γεγονότα της στιγμής γίνονταν οι αφορμές να αποτυπωθεί το συσσωρευμένο πάθος από τα καλά και τα δύσκολα ενός τόπου, ενός λαού.
Άγια λοιπόν η στιγμή που θα δώσει την αφορμή ώστε να μετασχηματιστούν σε έργα τέχνης όσα κρύβει το μυστικό σεντούκι των δημιουργών. Μικρών και μεγάλων, διάσημων και άσημων. Ευλογημένη εκείνη η ρωγμή που γίνεται αφορμή να γεννηθεί το καινούργιο σαν παρηγοριά στη ζωή των ανθρώπων.