Γράφει ο Γιώργος Κατρούγκαλος Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Τομεάρχης Εξωτερικών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Βουλευτής Β1 Βόρειου Τομέα Αθήνας.
Ακόμη μεγαλύτερη και από τις παρακολουθήσεις ζημιά στον κοινοβουλευτισμό έχει γίνει από τις αλλοπρόσαλλες και σπασμωδικές κινήσεις συγκάλυψης που επιχειρεί ο πρωθυπουργός μετά την έκρηξη του σκανδάλου. Έχει περιπέσει σε συνεχείς αντιφάσεις, με αποκορύφωμα την αρχική δήλωση περί νόμιμης αλλά λάθος παρακολούθησης, έχει αποφύγει να μιλήσει με καθαρά λόγια στον ελληνικό λαό και στη Βουλή και φαίνεται πλέον να θεωρεί ότι η μόνη οδός διαφυγής είναι μια ιδιόμορφη ομερτά που υπονομεύει θεσμούς και δημοκρατία.
Ας τα πάρουμε από την αρχή: Στις 5 Αυγούστου, μόλις είχε αποκαλυφθεί η παρακολούθηση Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υποσχέθηκε τα εξής: «Σύμφωνα με διαρροές του ΠΑΣΟΚ, ζητείται η εκ νέου σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η Κυβέρνηση απαντά θετικά στο αίτημα αυτό, ελπίζοντας αυτή τη φορά να ανταποκριθεί και ο κ. Ανδρουλάκης, να παραστεί προσωπικά, προκειμένου να ενημερωθεί και να πάρει απαντήσεις για όλα τα σχετικά με τη νόμιμη επισύνδεση που τον αφορά, απαντήσεις που δεν θα αφήνουν περιθώριο για αυθαίρετα συμπεράσματα και συνωμοσιολογία».
Αυτές οι υποσχέσεις και οι εξαγγελίες έπεσαν στο κενό. Η Νέα Δημοκρατία υπαναχώρησε από τη δέσμευσή της για την Εξεταστική Επιτροπή ψηφίζοντας παρών και όχι υπέρ της συγκρότησής της. Στη συζήτηση πολιτικών αρχηγών ο πρωθυπουργός απέφυγε, παρά τις συστηματικές προκλήσεις της αντιπολίτευσης, να δεσμευτεί ότι ακόμη και σήμερα δεν παρακολουθούνται πολιτικοί αρχηγοί. Επιμένει στη γραμμή τού «εγώ δεν είδα, δεν έμαθα, δεν ξέρω», δηλώνοντας, επιλέξει, «θεωρώ ότι δεν είναι χρέος να γνωρίζω ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών παρά μόνο ενδεχομένως ex post». Όταν πιαστεί στα πράσα, δηλαδή, με τον κοριό στο αυτί.
Με διάφορα τεχνάσματα συστηματικά προσπαθεί να ακυρώσει τη θεσμική αρμοδιότητα της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Αρνείται να προσκομίσει σε αυτή αντίγραφα των υπηρεσιακών φακέλων της ΕΥΠ για Ανδρουλάκη και Κουκάκη. Καταφεύγει σε πρωτόγνωρες διαδικασίες, όπως η πρόσφατη όπου κλήθηκαν εκεί οκτώ άνθρωποι σε μια συνεδρίαση, με την ελπίδα ότι δεν θα υπήρχε η δυνατότητα αντικειμενικής ακρόασης τους. Εργαλειοποιεί τη μυστικότητα της διαδικασίας για να συσκοτίσει και να παραπληροφορήσει: Προσπάθησε συχνά μέσω επιλεκτικών και στοχευμένων διαρροών να δημιουργήσει σύγχυση για το τι πραγματικά διαμείβεται στην Επιτροπή. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης πρότειναν να δημοσιοποιούνται τα πρακτικά, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν, (το ΚΚΕ επικαλέσθηκε την πρακτική στην εξεταστική Επιτροπή για τον Οτσαλάν), αφού το Προεδρείο της Επιτροπής φροντίσει να αφαιρέσει από αυτά τυχόν αναφορές σε εθνικά απόρρητα.
Το αποκορύφωμα: Στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής, όπου κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο «θα δίνονταν οι απαντήσεις που δεν θα άφηναν περιθώριο για αυθαίρετα συμπεράσματα» τα πρώην και τα νυν στελέχη της προσήλθαν με ενιαία γραμμή συγκάλυψης: όπως οι ένοχοι στις ΗΠΑ αρνούνται μαρτυρία, βάσει της 5ης αναθεώρησης, για να αποφύγουν αυτονεχοποίηση, έτσι και αυτοί απέφυγαν να δηλώσουν οτιδήποτε ενώπιόν της. Και όμως, η Επιτροπή Θεσμών, κατά τη ρητή πρόβλεψη του Κανονισμού της Βουλής (άρθρο 43Α παρ. 2 α) ασκεί έλεγχο επί της ΕΥΠ, άρα δεν μπορεί να προβληθεί κανενός είδους απόρρητο προς αποφυγή μαρτυρίας ενώπιον της. Ρητά δε η διάταξη αυτή παραπέμπει στα άρθρα 146 και 147 του Κανονισμού, που ρυθμίζουν τη διαδικασία ενώπιον των εξεταστικών επιτροπών και που με τη σειρά τους παραπέμπουν στα άρθρα 224 και 225 του Ποινικού Κώδικα, που προβλέπουν ποινή φυλάκισης σε όσους αρνούνται μαρτυρία ή αποκρύπτουν την αλήθεια. Τα αυτονόητα αυτά περί του απορρήτου βεβαίωσε και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ που επιβλέπει την ΕΥΠ, πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η δε προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει αντιπερισπασμούς και συμψηφισμούς στο σκάνδαλο, καλώντας σε ακρόαση τους διοικητές της ΕΥΠ επί κυβερνήσεων Σαμαρά και ΣΥΡΙΖΑ, γύρισε μπούμεραγκ εναντίον της. Και αυτό γιατί και οι δύο, αντίθετα με τους εκλεκτούς της, δήλωσαν ευθαρσώς ότι δεν μπορεί να γίνει επίκληση του απορρήτου από διοικητές της ΕΥΠ έναντι της Βουλής και, επιπλέον, σε αντίθεση με ό,τι πράττει η σημερινή κυβέρνηση από την κορυφή και κάτω, κατηγορηματικά απάντησαν ότι ουδέποτε παρακολουθούσαν πολιτικούς.
Η συγκάλυψη και η ομερτά δεν πρόκειται να σώσουν τον κ. Μητσοτάκη. Παρά τη ζημία που έχει επιφέρει σε αυτούς, οι θεσμοί εξακολουθούν να λειτουργούν στην χώρα μας.