Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Το καθεστώς της δυναστείας Μητσοτάκη και οι τηλεφωνικές υποκλοπές

Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης

Το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών τις οποίες τα συστημικά ΜΜΕ «βάφτισαν» επισυνδέσεις ή συνακροάσεις, στην προσπάθειά τους να ελαττώσουν το πολιτικό κόστος της Κυβέρνησης, θα παραμείνει για καιρό στην πολιτική επικαιρότητα, λόγω της διερεύνησής του από τις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής. Από την αρχή που «έσκασε» το νέο σκάνδαλο, αναζήτησα τους λόγος για τους οποίους η ΕΥΠ παρακολουθούσε δημοσιογράφους (Μαλιχούδη, Κουκάκη) και πολιτικούς (Ν. Ανδρουλάκη). Η αξιολόγηση των στοιχείων της υπόθεσης με οδήγησε στο συμπέρασμα ότι και η συγκεκριμένη ενέργεια έχει ως στόχο την εξασφάλιση της εξουσιαστικής δυναμικής της πολιτικής δυναστείας Μητσοτάκη. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, με μια ιστορική αναδρομή:

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Κρήτης με την Κεντρώα Παράταξη το 1946 σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών. Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολυτάραχου πολιτικού βίου του εθεωρείτο για ένα πολύ μεγάλο τμήμα πολιτών της χώρας μας σύμβολο της ρουσφετολογίας, της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων αλληλεξάρτησης. Πλήθος δημοσιευμάτων του Τύπου της εποχής, τα οποία αναφέρονται σε συγκεκριμένα γεγονότα, δράσεις και συμπεριφορές του (βαφτιστήρια, «ο κύριος 10%», αποστασία, Κίρο Γκλιγκόρωφ και 1 εκ. USD, Έβερτ – Αλαφούζος και 1 εκ. USD, συλλογή αρχαίων αντικειμένων, πώληση ΑΓΕΤ – ΗΡΑΚΛΗΣ και Μαθιόπουλος, πρόσληψη τεράστιου αριθμού «γαλάζιων παιδιών στη ΔΕΗ, Γρυλλάκης – Μαυρίκης και τηλεφωνικές υποκλοπές κ.τ.λ.) συνετέλεσαν στην ανάδειξή του ως αρνητικού πολιτικού συμβόλου. Ένα πράγμα δεν κατάφερε ο πατέρας που το κατάφερε ο γιός τριάντα χρόνια αργότερα: τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο των ΜΜΕ. Παρακολουθώντας τα γεγονότα αυτής της θυελλώδους πολιτικής διαδρομής και τις αντίστοιχες συμπεριφορές του πρωταγωνιστή τους, σε μια πρώτη εκτίμηση θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφορούν έναν κλασσικό προ-νεωτερικό πολιτικό σε μία προ-νεωτερική χώρα. Σ’ ένα βαθύτερο όμως επίπεδο ανάλυσης φαίνεται ότι εντάσσονται στο πλαίσιο μιας καλοσχεδιασμένης, μακροχρόνιας προσωπικής στρατηγικής για την κατάληψη και αναπαραγωγή της εξουσιαστικής δυναμικής της πολιτικής δυναστείας του. Ο «σώγαμπρος» που έγινε αρχηγός της ΝΔ, τραυματίζοντας την «καραμανλική ψυχή» της, είχε κατανοήσει ότι για να εξασφαλίσει τη μακροχρόνια κυριαρχία της δυναστείας του, έπρεπε να δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς με τους δύο βασικούς πυλώνες της συντηρητικής παράταξης: τις ελίτ του κεφαλαίου και των θεσμών και το συντηρητικό, αντι-εκσυγχρονιστικό τμήμα του λαού του «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια». Μέσω της δημιουργίας – σε προσωπικό και όχι κομματικό επίπεδο – εμπρόσωπων δεσμών και σχέσεων αλληλεξάρτησης με άτομα του πρώτου πυλώνα – εκεί εντάσσονται και τα γνωστά δείπνα – κατάφερε να αυξήσει την εξουσιαστική δυναμική της οικογένειας στο ανώτερο επίπεδο των ελίτ, ενώ με τα ρουσφέτια, τα βαφτιστήρια, τα χειροφιλήματα ιερέων και εικόνων και τις φωτογραφήσεις με φόντο πάντα βυζαντινές εικόνες στο κατώτερο επίπεδο του λαού…

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής της ΝΔ στη Β’ εκλογική περιφέρεια Αττικής το 2004 σε ηλικία 36 ετών. Αν και άγνωστος στην πολιτική σκηνή της χώρας και με το «καραμανλικό μπλοκ» που ήλεγχε το Κόμμα εχθρικά διακείμενο απέναντί του, εξελέγη πρώτος βουλευτής με εκατό είκοσι χιλιάδες σταυρούς. Είναι μια αδιαμφισβήτητη απόδειξη της επιτυχημένης εξουσιαστικής στρατηγικής της δυναστείας. Ως πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης εφάρμοσε ακριβώς την ίδια στρατηγική του πατέρα του (εμπρόσωποι δεσμοί με άτομα των ελίτ και των θεσμών, συντήρηση της εικόνας χρηστοήθειας για την προσέλκυση του αντι- εκσυγχρονιστικού μπλοκ ψηφοφόρων της συντηρητικής παράταξης). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξουσιαστικής στρατηγικής αποτελεί η στελέχωση της νέας Κυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού. Τα πρόσωπα που επιλέχτηκαν είτε είναι τεχνοκράτες, είτε συνδαιτυμόνες στα δείπνα της οικογένειας, είτε πολιτικοί πασοκικής προέλευσης, είτε δημοσιογράφοι του «προοδευτικού» Τύπου, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Τους συνδέει – εκτός εκείνων της καραμανλικής συνιστώσας – ένας ομφάλιος λώρος με την οικογένεια και τον Κυριάκο Μητσοτάκη προσωπικά. Δεν επιλέχτηκαν δηλαδή μέσα από πολιτικές διαδικασίες, αλλά μέσω προσωπικών σχέσεων με τον πρωθυπουργό και την οικογένεια και προφανώς στο πλαίσιο της ίδιας μακροχρόνιας εξουσιαστικής στρατηγικής. Σε αντίθεση με τα σύγχρονα Κόμματα που παράγουν και υλοποιούν την πολιτική τους μέσα από απρόσωπες διαδικασίες (καταστατικό, οργανόγραμμα, κομματικές οργανώσεις, φράξιες κ.τ.λ.), εδώ έχουμε αποκλειστικά προσωπικές σχέσεις και εμπρόσωπους δεσμούς αλληλεξάρτησης. Επίσης για την επίτευξη του ίδιου στόχου, γνωρίζοντας το σημαντικό ρόλο του Τύπου της εποχής στην αποκαθήλωση του πατέρα του, αλλά κυρίως την τεράστια ισχύ που αποκτά στη σύγχρονη εποχή ο γνώστης και ρυθμιστής της ροής κρίσιμων πληροφοριών, προέβη άμεσα μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας σε δύο ενέργειες: Έλεγχο των ΜΜΕ και έλεγχο της ΕΥΠ. Συγκεκριμένα για τον έλεγχο της δεύτερης προέβη στις ακόλουθες ενέργειες: α) μεταφορά της Υπηρεσίας στην αποκλειστική αρμοδιότητά του, β) τοποθέτηση ως διοικητή της ενός ανθρώπου του συστήματος Μητσοτάκη, με αλλαγή μάλιστα του νόμου επειδή δεν πληρούσε τα κριτήρια της θέσης, γ) ορισμός του ανεψιού του ως άμεσου πολιτικού προϊσταμένου του διοικητή δ) κρίσιμη συνιστώσα προς έλεγχο είναι και τυχόν σχέσεις αλληλεξάρτησης της αποσπασμένης στην ΕΥΠ εισαγγελέως – εγκρίθηκε από το δικαστικό συμβούλιο με ψήφους έξη έναντι πέντε με αρνητικούς ψήφους του προέδρου και εισαγγελέα του ΑΠ – με τους ανθρώπους του συστήματος.

Στο συγκεκριμένο πλαίσιο συντήρησης της εξουσιαστικής δυναμικής της οικογένειας οι λόγοι «εθνικής ασφάλειας» για τους οποίους έγινε η παράνομη παρακολούθηση των συγκεκριμένων προσώπων είναι οι ακόλουθοι: Ο δημοσιογράφος Σταύρος Μαλιχούδης …επισυνδέθηκε γιατί διερευνούσε το μεταναστευτικό και αν έβγαιναν στη φόρα τα σκοτεινά σημεία του (pushbacks, κ.τ.λ.), θα προκαλούσαν ρωγμές στην εξουσιαστική δυναμική. Η παρακολούθηση είχε ως σκοπό το μπλοκάρισμα της ροής των πληροφοριών προς τον δημοσιογράφο και μέσω αυτού προς τα ΜΜΕ. Ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης είχε ακούσιους …συνακροατές γιατί διερευνούσε καυτά οικονομικά θέματα. Συγκεκριμένα διερευνούσε το θέμα της αλλαγής του Ποινικού Κώδικα (Διάταξη της κακουργηματικής απιστίας των τραπεζιτών), που οδήγησε στο να μπουν στο αρχείο δεκάδες υποθέσεις γνωστών τραπεζικών σκανδάλων (περίοδος 2019 – 2021). Στις υποθέσεις αυτές εμπλεκόταν και πρόσωπο που είχε σχέση με τις εταιρίες των συστημάτων παρακολούθησης. Επίσης διερευνούσε το θέμα της αλλαγής του νόμου για το «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος», που οδήγησε στο να αποδεσμευτούν εκατοντάδες εκατομμύρια δεσμευμένου εγκληματικού προϊόντος. Και τέλος το θέμα της αλλαγής του τρόπου δίωξης της κακουργηματικής φοροδιαφυγής που έβαλε «φρένο» στους εισαγγελείς και τις αυτεπάγγελτες διώξεις των μεγάλων φοροφυγάδων. Και στην περίπτωση του Κουκάκη η παρακολούθηση είχε ως σκοπό το μπλοκάρισμα της ροής των πληροφοριών για να μην τρωθεί η εξουσιαστική δυναμική. Στο ίδιο πλαίσιο οι υποκλοπές των τηλεφωνικών συνομιλιών του Νίκου Ανδρουλάκη – ενόψει ανάληψης της αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ – απέβλεπαν στη διερεύνηση των βαθύτερων σκέψεων σε σχέση με μελλοντική συνεργασία με τη ΝΔ (για τους άλλους δύο υποψήφιους γνώριζαν), πάλι βεβαίως για την εξασφάλιση της εξουσιαστικής δυναμικής της πολιτικής δυναστείας.

Το «σύστημα Μητσοτάκη» είτε χαρακτηριστεί με σκληρές εκφράσεις ως «ένα σύστημα που δεν ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία, για αξίες, την εθνική ανεξαρτησία ή την ευημερία των πολιτών και ότι μοναδικό μέλημα είναι η εξουσία, τα προνόμια, τα κέρδη και η περιουσία μέσω πολιτικών εξαπατήσεων» (Θανάσης Βασιλείου), είτε με πιο ήπιες «ένα μοντέλο συγκεντρωτικής άσκησης της εξουσίας, μείγμα αίσθησης παντοδυναμίας και ακρισίας που απέβη ανεξέλεγκτο και φθάνει με πολύ θόρυβο στα όριά του» (Ευάγγελος Βενιζέλος) είναι επικίνδυνο για τη δημοκρατία και τη χώρα. Πρόκειται για ένα σύστημα με κινητήριες δυνάμεις την εξουσιομανία και τον φόβο εξωτερικών και εσωτερικών (εντός του Κόμματος) εχθρών… Τελικά η στρατηγική του σημερινού πρωθυπουργού σε σχέση με εκείνη του πατέρα του, για την εξασφάλιση της εξουσιαστικής δυναμικής της οικογένειας, δεν έχει αλλάξει. Μπορεί τα βαφτιστήρια να γίνανε μετακλητοί και η στρατηγική να καλύφθηκε με ένα γυαλιστερό επίχρισμα με συστατικά Harvard, απολίτικου λόγου και ανώδυνου τεχνοκρατικού εκσυγχρονισμού, όμως αυτή παρέμεινε ίδια. Αυτή τη μεταμφίεση την περιγράφει πολύ ωραία ο πρίγκηπας ντι Σαλίνα στο Γατόπαρδο που λέει: «αν θέλουμε όλα να παραμένουν όπως έχουν, θα πρέπει όλα να φαίνεται πως αλλάζουν».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ