Γράφει ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος Δημοσιογράφος – Δημοσιολόγος.
Ο Τούρκος αξιωματικός προχώρησε σε έναν κάθετο δρόμο στην προκυμαία της Σμύρνης. Πήγαινε μπροστά από εμάς κάπου δέκα μέτρα. Φτάσαμε σε ένα πολύ αξιοπρεπές εστιατόριο όχι μακριά από την προκυμαία. Ο Τούρκος αξιωματικός μίλησε με το γκαρσόνι που ήταν στην υποδοχή και αυτό μας οδήγησε σε μια χωριστή πολυτελή μικρή αίθουσα.
– Είναι αίθουσα που γίνονται συσκέψεις και γεύματα, συνήθως από επιχειρηματίες, που θέλουν να είναι μακριά από τους περίεργους και να μην ακούγονται οι συζητήσεις τους, μας είπε.
Αφού παραγγείλαμε ο Τούρκος αξιωματικός μας συστήθηκε:
– Ονομάζομαι Ουργκούν…., είμαι αξιωματικός του τουρκικού πολεμικού ναυτικού και υπηρετώ στο ΝΑΤΟ και στο κλιμάκιο της Σμύρνης.
Συστηθήκαμε και εμείς. Ο π. Κύριλλος του είπε ότι κατάγεται από τον Πόντο και εγώ από την κοντινή στη Σμύρνη Μαγνησία, την υπό το Σίπυλο όρος. Συμπληρώσαμε ότι έχουμε αναμνήσεις από τα μέρη καταγωγής μας, χωρίς να θίξουμε την γενοκτονία, που έζησαν οι δικοί μας.
Ο Ουργκούν μας άκουσε ψύχραιμος, χωρίς να υπάρξει κάποια σύσπαση στο πρόσωπό του, σα να του είχαμε μιλήσει για τον καιρό της Σμύρνης εκείνη την ημέρα… Όμως αμέσως μετά ρώτησε τον π. Κύριλλο:
– Είσθε παπάς;
– Ναι του απάντησε.
Εκείνη την ώρα φέραν τα πολυτελή πιάτα με τα όσα είχαμε παραγγείλει. Όταν έφυγαν τα γκαρσόνια ο Ουργκούν κοίταξε τον π. Κύριλλο στα μάτια και του είπε:
– Πάτερ αυτό που θέλω να σου πω είναι ότι η γιαγιά μου ήταν Σμυρνιά και Ρωμιά. Ξέμεινε εδώ χωρίς τη θέλησή της, παντρεύτηκε με Τούρκο, έγινε μουσουλμάνα. Μουσουλμάνα λέω, αλλά αποδείχθηκε στο τέλος της ζωής της ότι ήταν στο φέρσιμό της τουρκάλα και μουσουλμάνα, στην ψυχή της ήταν πάντα Ρωμιά και Χριστιανή Ορθόδοξη.
Δεν τον ρωτήσαμε πολλά, που μπορεί και να μην τάξερε κιόλας. Δεν τον ρωτήσαμε πώς «ξέμεινε» στη Σμύρνη η γιαγιά του και πώς παντρεύτηκε τον Τούρκο παππού του…Μόνο εγώ τον ρώτησα.
– Πότε πέθανε η γιαγιά σου και πότε έμαθες το μυστικό της;
– Πέθανε πριν από οκτώ χρόνια. Λίγο πριν ξεψυχήσει, με φώναξε κοντά της. Μου παραμένει μυστήριο γιατί φώναξε εμένα. Τώρα έχω μιαν ιδέα, ότι ίσως να με αγαπούσε ιδιαίτερα από τα άλλα της εγγόνια, γιατί μπορεί να της έφερνα στη μνήμη τον Ρωμιό πατέρα της… Και συνέχισε:
– Με τη σιγανή φωνή εκείνου που είναι κοντά στον θάνατο, που δεν περιμένει τίποτε πλέον από τη ζωή και είναι απελευθερωμένος, αλλά και που είναι καλά στο μυαλό του, μου είπε: Ουργκούν τώρα που φεύγω θέλω να ξέρεις ότι είμαι Χριστιανή. Πάντα ήμουν χριστιανή. Ο μακαρίτης ο παππούς σου ήταν στρατιώτης και με βίασε. Εγώ από ντροπή έμεινα στη Σμύρνη. Με βρήκε και με παντρεύτηκε. Γίναμε καλό ζευγάρι. Υποτάχτηκα στη μοίρα μου. Κάναμε, όπως ξέρεις περιουσία, παιδιά, εγγόνια… Δεν έδειξα ποτέ ποια στην αλήθεια ήμουν. Και δεν με ρώτησε ποτέ κανείς. Αλλά μέσα μου είχα μια κρυφή αγιάτρευτη πληγή. Όταν άκουγα για Ελλάδα η καρδιά μου κτυπούσε δυνατά. Έχασα γονείς, αδέλφια, άλλους συγγενείς. Για κείνους είμαι από το 1922 χαμένη και πεθαμένη… Έτσι θέλω να πιστεύω ότι πιστεύουν… Σε λίγες ημέρες θα με θάψετε σα μουσουλμάνα, αλλά μια χάρη μεγάλη σου ζητάω πριν φύγω. Να βρεις έναν Ρωμιό παπά και να του δώσεις το όνομά μου, αυτό που με βάφτισαν και ήταν Ειρήνη, να το μνημονεύει. Να με μνημονεύει και να ζητάει από τον Θεό να συγχωρέσει την Ειρήνη την Ρωμιά, την αμαρτωλή.
Και γυρίζοντας προς τον π. Κύριλλο του είπε με σπασμένη τη φωνή και με ύφος παρακλητικό:
– Γι’ αυτό παπά σας ακολούθησα, όταν τυχαία σας συνάντησα στην παραλία. Στην αρχή δίστασα να σας μιλήσω, αλλά μετά σκέφθηκα ότι ήσασταν μια ευκαιρία για μένα να πραγματοποιήσω την τελευταία επιθυμία της γιαγιάς μου.
Είχαμε συγκινηθεί από την ιστορία του Ουργκούν και της γιαγιάς του. Γιατί και ο Ουργκούν, ένας τούρκος αξιωματικός, έδειξε θάρρος να μας μιλήσει.
– Ο παππούς μου φυσικά ήξερε την καταγωγή της γιαγιάς μου, ίσως να την ήξερε και η μητέρα μου, αλλά ποτέ δεν εκδηλώθηκαν. Δεν ήταν και ο πιο καλός τρόπος του παππού μου να την παντρευτεί. Η μητέρα μου πιστεύω ότι ήξερε την καταγωγή της μητέρας της και πως χωρίς να μας έχει πει κάτι πιστεύω πως είναι κρυπτοχριστιανή.
– Πες μου το όνομα και της μητέρας σου να μνημονεύω.
– Δεν ξέρω αν έχει χριστιανικό όνομα. Το τούρκικο είναι Φατμέ.
– Θα μνημονεύω λοιπόν υπέρ αναπαύσεως την Ειρήνη και υπέρ υγείας την Φατμέ.
– Σας ευχαριστώ παπά. Να σ’ έχει καλά ο Θεός.
Ο π. Κύριλλος θέλησε να μάθει περισσότερα για τον ίδιο τον Ουργκούν.
– Ουργκούν, έχεις οικογένεια;
– Έχω σύζυγό και τρία παιδιά.
– Η γυναίκα σου δεν θα ξέρει κάτι από τα όσα μας είπες…
– Όχι, τίποτε απολύτως.
– Εσύ πώς αισθάνεσαι μετά την αποκάλυψη της γιαγιάς σου.
– Ώρες – ώρες πολύ άσχημα. Έχω εφιάλτες. Μέσα στον ύπνο μου πετάγομαι από το κρεβάτι για να πιστέψω ότι δεν είναι αλήθεια ότι κλήθηκα να πολεμήσω εναντίον των συγγενών της γιαγιάς μου. Εύχομαι να έχουμε πάντοτε ειρήνη Τούρκοι και Έλληνες. Πρέπει να σας πω ότι στο ΝΑΤΟ συνεργάζομαι με Έλληνες αξιωματικούς, που έχουν ήθος και αισθάνομαι άνετα μαζί τους…
Είχε προχωρήσει η ώρα. Σουρούπωνε. Στο υπόλοιπο της συζήτησης συζητήσαμε ουδέτερα θέματα, όπως για τα αξιοθέατα της Σμύρνης… Ήρθε η ώρα του αποχωρισμού. Χαιρετηθήκαμε θερμά, αλλά δεν ανταλλάξαμε διευθύνσεις, ούτε τηλέφωνα. Ήταν σα μια συνάντηση που δεν έγινε… Μόνο τα ονόματα «Ειρήνη» και «Φατμέ» σημείωσε ο π. Κύριλλος, για να τα μνημονεύει όσο θα ζει.
Δείτε: Ο Τούρκος αξιωματικός του Ναυτικού (Μέρος Α’)
Διαβάστε επίσης: «Οι Κρυπτοχριστιανοί, ένα διαρκές θαύμα στη σύγχρονη Τουρκία»: Διάλογος στο «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…» (Βίντεο)