Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Πέγκη Φαράντου: O tempora, o mores

Γράφει η Πέγκη Φαράντου: Διδάκτωρ Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών – Συγγραφέας – Ζωγράφος

Πλησίαζαν τα Χριστούγεννα. Η πόλη είχε στολιστεί με πολύχρωμα φωτάκια που αναβόσβηναν ρυθμικά. Στις πλατείες είχαν τοποθετηθεί μεγάλα έλατα με στολίδια και φώτα. Μεγάλα και μικρά καταστήματα πρόσθεταν και αυτά τη δική τους νότα στην εορταστική ατμόσφαιρα. Βιτρίνες με έλκηθρα, ταράνδους, χιόνι και ευχές για Mary Χmas σε κόκκινο φόντο.

Σε ένα σπίτι είχε στρωθεί γιορτινό τραπέζι. Ένα ζευγάρι με τα δύο του παιδιά περίμενε καλεσμένους. Ο Αλέξανδρος, η Τζένη, ο Άλκης και η Νεφέλη. Το φαγητό ήταν σχεδόν έτοιμο. Η Τζένη άναψε κεριά στο τραπέζι και πήγε να ρίξει μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη, πριν έρθουν οι καλεσμένοι.

Το κουδούνι χτυπά. Την πόρτα στους καλεσμένους ανοίγει ο Αλέξανδρος. Πρώτα χαιρετά τον Αργύρη με μια αγκαλιά, μετά τη γυναίκα του την Όλγα, τον Κώστα, τον Λάκη και την Paolina, που είχε έρθει από την Ιταλία για διακοπές.

Αφού χαιρετήθηκαν όλοι, έβγαλαν τα παλτά τους και κάθισαν στο τραπέζι. Η κουβέντα ξεκίνησε με κομπλιμέντα και επαίνους για τον ωραίο στολισμό του σπιτιού. Ο Αλέξανδρος σηκώθηκε να βάλει ένα μεγάλο ξύλο στο τζάκι που έκαιγε από νωρίς. «Πώς και δεν έκανες το τζάκι ενεργειακό;», είπε ο Αργύρης στον Αλέξανδρο, «θα έβλεπες μεγάλη διαφορά στην κατανάλωση ρεύματος». «Έχω κεντρική θέρμανση πετρελαίου, αγόρασα και αφυγραντήρες για όλο το σπίτι και είμαστε ικανοποιημένοι», απάντησε. «πόσο τους αγόρασες; -συνέχισε ο Αργύρης- «έχω έναν φίλο που μπορεί να σου τους δώσει σε καλή τιμή, εγώ αγόρασα πρόσφατα από εκεί ένα μπάρμπεκιου υγραερίου για το εξοχικό».

Ο Κώστας και ο Λάκης δεν συμμετείχαν στη συζήτηση, μιλούσαν μεταξύ τους για το φαγητό. Η Τζένη με την Όλγα είχαν ανοίξει και αυτές τη δική τους κουβέντα. Μιλούσαν για κάποιες σειρές που παρακολουθούσαν στην τηλεόραση. Η Paolina, που δεν καταλάβαινε και πολύ καλά τα Ελληνικά, προσπαθούσε να συμμετέχει στη συζήτηση μιλώντας στα Αγγλικά. Τα παιδιά, η Νεφέλη και ο Άλκης, είχα πιάσει από μια θέση στον αναπαυτικό καναπέ του σπιτιού. Η Νεφέλη είχε νεύρα μετά από ένα unfollow στο insta. Ο Άλκης δεν έδινε σημασία στα νεύρα της, είχε φορέσει τα ακουστικά του, άκουγε τραγούδια και κοιτούσε το κινητό του τηλέφωνο. Και οι δύο περίμεναν να έρθει το σήμα από τους γονείς τους για να πάνε στα δωμάτιά τους.

Το φαγητό είχε σερβιριστεί. Στο τραπέζι είχε χοιρινό κότσι με μαύρη μπύρα, μανιτάρια πλευρώτους, σαλάτα, ρόκα, αβοκάντο με βινεγκρέτ ροδιού. Για τον Κώστα και τον Λάκη, που ήταν βίγκαν, το μενού ήταν διαφορετικό. Ένα κοινό πιάτο και για τους δύο, πλιγούρι και λαχανικά, μαύρο σουσάμι και καραμελωμένα κάσιους. Όταν το κυρίως γεύμα τελείωσε, η Τζένη έφερε το γλυκό, ινδική πουτίγκα κάρδαμου με μάνγκο και λάιμ.

Η συζήτηση είχε στραφεί στην πολιτική και οι τόνοι είχαν ανέβει. Όσο μεγάλωναν οι διαφωνίες, τόσο ανέβαιναν οι τόνοι. «Μόνο αυτή η πολιτική μπορεί να φέρει σταθερότητα στον τόπο», «δεν χρειαζόμαστε σταθερότητα, χρειαζόμαστε αλλαγή», «δεν βλέπετε τι γίνετε στον κόσμο;», «και άλλος σκότωσε τη γυναίκα του!» «είδατε τι έγινε με τα παιδιά!», «γιατί ο άλλος που βίαζε την κόρη του!», «για τη Νάντια το μάθατε που της έκλεψαν το τζιπ;», «ποιο, αυτό που αγόρασε πριν πάει στις Μαλβίδες;», «τι λες!», «τώρα που είπες Νάντια, για τον Νίνο τα μάθατε; χώρισε με τον Έκτορα και είναι τώρα με τον Σίμο». Η Τζένη έσκυψε το κεφάλι και είπε σιγανά στην Όλγα, «ο πλαστικός της Νάντιας είναι πολύ καλός». «Εσείς πού θα πάτε τα Χριστούγεννα», είπε η Τζένη στην Όλγα, «έχουμε κλείσει για Ντουμπάι», «και εμείς πήγαμε πέρσι», είπε ο Λάκης και ο Κώστας με μια φωνή.

Η ώρα είχε περάσει και όλοι σηκώθηκαν να φύγουν. «Πέρασε η ώρα, θα μας ξυπνήσουν και τα παιδιά με τα κάλαντα αύριο!», είπε ο Λάκης. «Μπα, δεν θα μας ξυπνήσουν, τα παιδιά δεν λένε πια τα κάλαντα όπως παλιά, στη δική μας γειτονιά δεν ήρθαν καθόλου πέρσι…».

Το βράδυ πέρασε και άρχισε να χαράζει. Ξημέρωσε. Μια νέα μέρα ξεκινούσε, όλο φως, για όλο τον κόσμο. Όχι μόνο για τον Αλέξανδρο, τη Τζένη, την Όλγα, τον Λάκη και τον Κώστα αλλά και για πολλούς άλλους, διαφορετικούς μεταξύ τους… Νέα μέρα γι’ αυτούς που ζουν σε επαύλεις, μεζονέτες, διαμερίσματα αλλά και γι’ αυτούς που ζουν σε υπόγεια. Γι’ αυτούς που ζουν σε πόλεις, σε χωριά, σε βουνά, σε θάλασσα. Νέα μέρα γι’ αυτούς που σκέφτονται τα χρήματά τους και γι’ αυτούς που δεν τα σκέφτονται. Γι’ αυτούς που αγωνίζονται και γι’ αυτούς που απολαμβάνουν. Γι’ αυτούς που αγαπούν αλλά και γι’ αυτούς που μισούν. Γι’ αυτούς που πάνε στο Ντουμπάι για το event των Xmas και γι’ αυτούς που θα γιορτάσουν τη γέννηση του Χριστού.

Η Μαρία και ο Γιαννάκης με τα μεταλλικά τους τρίγωνα βγήκαν στους δρόμους όλο χαρά να πουν τα κάλαντα των Χριστουγέννων.

«Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, Χριστού την Θείαν γέννησιν, να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται σήμερον, εν Βηθλεέμ την πόλη, οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη…».

Τα παιδιά πέρασαν και από τη μεζονέτα του Αλέξανδρου και της Τζένης αλλά εκείνοι δεν άκουσαν το κουδούνι γιατί βρίσκονταν σε ύπνο βαθύ…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ