Γράφει ο Ευστάθιος Χιώτης, Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός ΕΜΠ, Μηχανικός Πετρελαίων Imperial College, πρώην διευθυντής στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων και στο Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μείνει πίσω σε σχέση με σοβαρές πετρελαϊκές εταιρίες που πρότειναν μέτρα ήδη από το 2020 στο θέμα ελέγχου και μετριασμού των εκπομπών μεθανίου. Το θέμα εξετάζεται, δεν παύει όμως να υπάρχει ένα σοβαρό κενό περιβαλλοντικής προστασίας που πρέπει να αντιμετωπισθεί το συντομότερο.
Εισαγωγή
Τον Ιούλιο του 2022 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τη νέα στρατηγική χρηματοδότησης – που είναι σε ισχύ από τον Ιανουάριο 2023 – με την οποία θεσπίζονται κριτήρια βιώσιμης χρηματοδότησης (sustainable finance) της μετάβασης σε βιώσιμη οικονομία. Σε σχετική ανασκόπηση γίνεται αναφορά στα κριτήρια επενδυτικών αποφάσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα για μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες και έργα. Ως βιώσιμη νοείται η χρηματοδότηση για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης με ταυτόχρονη μείωση των πιέσεων στο περιβάλλον και λαμβάνοντας υπόψη κοινωνικές πτυχές και κανόνες διακυβέρνησης.
Η πολιτική αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική γιατί προβλέπει την επένδυση 350 δισεκατομμυρίων ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο κατά την περίοδο 2020-2030 για την ικανοποίηση ενεργειακών και κλιματικών στόχων και ειδικότερα τη μείωση κατά 55% μέχρι το 2030 των εκπομπών. Πρόκειται για την γνωστή πράσινη συμφωνία (green deal), κατ’ ουσίαν όμως «χρυσή», από την οποία αντλήσαμε ψιχία για την άστοχη πολιτική «απολιγνιτοποίησης».
Η ενεργειακή κρίση που εξελίχθηκε σε κλίμα πανικού με αστοχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην εκτίμηση προσφοράς και ζήτησης φυσικού αερίου, επιδεινώθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οδήγησε σε μια επανεκτίμηση της ενεργειακής μετάβασης και έφερε στο προσκήνιο δύο αμφιλεγόμενες πηγές ενέργειας – την πυρηνική και το φυσικό αέριο. Βασικά απότοκα της πολιτικής αυτής είναι:
- Η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο, που προηγουμένως είχαν αποκλειστεί, περιλαμβάνονται πλέον στην ταξινόμηση της ΕΕ ως βιώσιμες επενδύσεις,
- Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας αναμένεται να αυξάνεται σταθερά τις επόμενες δεκαετίες,
- Ελλείψει οικονομικών λύσεων δέσμευσης άνθρακα (CCSU) το φυσικό αέριο αναμένεται να καταργηθεί ουσιαστικά έως το 2050.
Το φυσικό αέριο και οι εκπομπές μεθανίου
Με τη νέα στρατηγική η ΕΕ πασχίζει να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ της ενεργειακής βιωσιμότητας και της ενεργειακής ασφάλειας. Ωστόσο, οι ειδικοί συμφωνούν ότι η παραπάνω επιλογή αποτελεί «πολιτικό συμβιβασμό» χάριν της «ενεργειακής ασφάλειας», αντίθετο με τις βασικές ρυθμίσεις της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της συμφωνίας των Παρισίων και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Επίσης υποστηρίζουν ότι το φυσικό αέριο επιστημονικά δεν είναι βιώσιμη ενέργεια και έχει το ίδιο αποτύπωμα όπως ο άνθρακας και επιπλέον «εκπέμπει σε μεγάλες ποσότητες το δραστικό αέριο θερμοκηπίου μεθάνιο που είναι 86 φορές βλαπτικότερο από το διοξείδιο του άνθρακα. Και προσθέτουν ότι η Ευρωπαϊκή ηγεσία γνώριζε ότι το αέριο δεν είναι βιώσιμο και συμφώνησαν να συμπεριληφθεί λόγω πολιτικής ώθησης και πιέσεων από τη βιομηχανία φυσικού αερίου.
Στις 18 Απριλίου 2023 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε συμφωνίες των κρατών μελών που έγιναν στα τέλη του 2022 στο πλαίσιο των ρυθμίσεων “Fit for 55 in 2030 package” για τη μείωση αερίων του θερμοκηπίου, τουλάχιστον κατά 55% μέχρι το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Παρόλο που γίνεται αναφορά στα αέρια θερμοκηπίου, μέχρι τώρα τα μέτρα αφορούν αποκλειστικά το διοξείδιο του άνθρακα, ενώ το θέμα των εκπομπών μεθανίου παραμένει ανέπαφο.
Το θέμα αυτό απασχολεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια της Πράσινης Συμφωνίας τουλάχιστον από τα μέσα του 2020, οπότε μια Ομάδα μεγάλων εταιριών πετρελαίου με συντονισμό της Windsershall υπέβαλε προτάσεις πολιτικής μετριασμού και ελέγχου για βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη εφαρμογή. Επίσης, τον Αύγουστο του 2020 εκπονήθηκε ακαδημαϊκή έκθεση για τις εκπομπές μεθανίου (Florence School of Regulation, FSR) στην οποία επισημαίνεται ότι το μεθάνιο είναι βραχύβιο μεν, αλλά δραστικό αέριο θερμοκηπίου στο οποίο οφείλεται το 25% της θέρμανσης του πλανήτη, χωρίς να του έχει δοθεί ακόμη η δέουσα προσοχή.
Τον Δεκέμβριο του 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόταση κανονισμού για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου στον ενεργειακό τομέα. Το Δεκέμβριο του 2022, η Ουγγαρία και Ρουμανία χώρες με πολυετή παραγωγή υδρογονανθράκων, υποστήριξαν την αποδυνάμωση του κανονισμού, παρόλο που η ΕΕ και οι ΗΠΑ ηγούνται 150 χωρών που υποστήριξαν στην Σύνοδο COP27 την μείωση των εκπομπών μεθανίου κατά 30% μέχρι το 2030.
Η περιβαλλοντική σημασία των εκπομπών μεθανίου
Για τη σύγκριση της συμβολής στη θέρμανση της γης από τα διάφορα αέρια θερμοκηπίου χρησιμοποιείται συγκριτικός δείκτης έντασης, Global Warming Potential (GWP), που εκφράζει την πολλαπλάσια ενέργεια που απορροφά και επανεκπέμπει προς τη γη το συγκεκριμένο αέριο θερμοκηπίου σε σύγκριση με ίση μάζα διοξειδίου του άνθρακα. Όταν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη διάρκεια ζωής των αερίων στην ατμόσφαιρα – από δέκα περίπου χρόνια για το μεθάνιο μέχρι λίγες εκατοντάδες χρόνια για το διοξείδιο του άνθρακα – τότε το Δυναμικό Θέρμανσης προσδιορίζεται για συγκεκριμένη περίοδο και στον παρακάτω Πίνακα γίνεται αναφορά σε περίοδο εκατό ετών.
Για περίοδο 25 ετών το Δυναμικό του μεθανίου είναι περίπου τριπλάσιο και αυτό σημαίνει ότι για το χρονικό ορίζοντα μέχρι το 2050 που σχεδιάζει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τον μηδενισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου η εκπομπή ενός τόνου διοξειδίου του άνθρακα ισοδυναμεί περίπου με ογδόντα τόνους μεθανίου. Η σχολαστική αυτή επεξήγηση είναι απαραίτητη για να φανεί το οξύμωρο της μονόπλευρης απόδοσης της κλιματικής μεταβολής στο διοξείδιο του άνθρακα, τη στιγμή που η περιεκτικότητα του μεθανίου στην ατμόσφαιρα έχει υπερδιπλασιαστεί και υπάρχουν σε εξέλιξη ανεξέλεγκτες υπερβολικές εκπομπές από δραστηριότητες, όπως η ταφή απορριμμάτων σε χωματερές, η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, η κτηνοτροφία και οι γεωργικές καλλιέργειες, με κυριότερη φυσική πηγή τους υδροβιότοπους.
Είναι σημαντικό επίσης ότι οι εκπομπές μεθανίου υποβαθμίζουν την ποιότητα του αέρα διότι οδηγούν στον σχηματισμό όζοντος στην επιφάνεια και το όζον, εκτός του ότι είναι ένα αέριο θερμοκηπίου, έχει επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και τη βλάστηση.
Σημειώνεται επίσης ότι σε αναλυτική περιβαλλοντική σύγκριση του σταθμό φυσικού αερίου στο Λαύριο με τους παλαιότερους και πλέον ρυπογόνους λιγνιτικούς ΑΗΣ Καρδιάς Πτολεμαΐδας – που είναι σήμερα εκτός λειτουργίας –επισημαίνεται ότι «Αξιοσημείωτο είναι ότι η μονάδα του Λαυρίου έχει μεγαλύτερη συμμετοχή στην ανθρώπινη τοξικότητα σε σχέση με τον ΑΗΣ Καρδιάς (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ζησάκης Χ., 2011, σελ. 108)
Περιβαλλοντικές παρατηρήσεις για την ηλεκτροπαραγωγή με φυσικό αέριο
Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή πολιτική για το φυσικό αέριο θα μπορούσε να είναι περισσότερο ρεαλιστική αν συνοδευόταν από περιορισμούς για το αποτύπωμα άνθρακα στη διάρκεια του χρηστικού κύκλου (carbon footprint in life cycle) με στόχο τον αποκλεισμό υψηλών εκπομπών στην ατμόσφαιρα. Η πολιτική αυτή αφήνει περιθώρια μεγάλης περιβαλλοντικής επιβάρυνσης γιατί αποδέχεται ανεξέλεγκτα το φυσικό αέριο ακόμη και όταν η χρήση του συνοδεύεται από υψηλές εκπομπές μεθανίου, παρόλο που είναι επιβλαβέστερο από το διοξείδιο του άνθρακα.
Αυτό είναι σαφές και από έκθεση του ΟΗΕ (Figure 8, p.22) που προσδιορίζει συνθήκες κάτω από τις οποίες ο άνθρακας μπορεί να είναι περιβαλλοντικά προτιμότερος, όταν συνυπολογίζονται οι διαρροές φυσικού αερίου.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι μετά από αυστηρότερο έλεγχο η διαρροή μεθανίου στην εξόρυξη ορυκτών καυσίμων υποτιμάται συστηματικά από την εξορυκτική βιομηχανία. Ένα αρκετά υψηλό ποσοστό διαρροής στην αλυσίδα από την άντληση μέχρι την καύση οδηγεί στην πραγματικότητα την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο στο ίδιο επίπεδο με την ενέργεια από άνθρακα όσον αφορά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ανά κιλοβατώρα.
Εικόνα 1. Περιβαλλοντική σύγκριση φυσικού αερίου και άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή με κριτήρια το ισοδύναμο διοξείδιο του άνθρακα, ανάλογα με το ποσοστό διαρροής μεθανίου στην ατμόσφαιρα (UNITED NATIONS ECONOMIC COMMISSION FOR EUROPE, Figure 8, p.22 ).
Στην Εικόνα 1 προβάλλεται στον οριζόντιο άξονα ο συντελεστής ισοδυναμίας μεθανίου προς διοξείδιο του άνθρακα (GWP), όσον αφορά το δυναμικό θέρμανσης στο φαινόμενο θερμοκηπίου. Λόγω της μικρότερης ζωής του μεθανίου σε σύγκριση με το διοξείδιο του άνθρακα η αντιστοιχία τους εξαρτάται από τη διάρκεια της χρονικής περιόδου σύγκρισης και μειώνεται με το χρόνο. Σε χρονικό ορίζοντα εκατό ετών το δυναμικό θέρμανσης του μεθανίου είναι μεγαλύτερο από αυτό του διοξειδίου του άνθρακα κατά 25-35 φορές και για περίοδο είκοσι ετών 85-90 φορές.
Στον κατακόρυφο άξονα προβάλλεται το ποσοστό διαρροής μεθανίου στο σύνολο της διαδικασίας από την άντληση της γεώτρησης, την επεξεργασία, τη μεταφορά και την αποθήκευση μέχρι και την καύση. Για χρονικό ορίζοντα εκατό ετών ενδεικτική είναι η περιοχή GWP100, οπότε όταν το φυσικό αέριο και ο άνθρακας χρησιμοποιούνται για παραγωγή θερμότητας το αέριο υπερέχει όταν οι διαρροές είναι μικρότερες από 5,5%. Στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας επειδή το αέριο έχει μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση εξακολουθεί να υπερέχει οριακά ακόμη και για διαρροές μέχρι 7,5%. Από εκεί και πέρα υπερέχει ο άνθρακας.
Ωστόσο, την εποχή που οι άμεσοι ενεργειακοί σχεδιασμοί γίνονται για το 2030 και ο στόχος μηδενισμού των εκπομπών θερμοκηπίου είναι στα εικοσιπέντε χρόνια, αντιπροσωπευτικότερη είναι η περιοχή GWP20, οπότε ο άνθρακας υπερέχει όταν οι διαρροές στο χρηστικό κύκλο του φυσικού αερίου ξεπερνούν το 4%, περίπτωση που δεν είναι καθόλου ασυνήθιστη. Το περίεργο είναι ότι σύμφωνα με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης η βιωσιμότητα των επενδύσεων σε αέριο εξετάζει ως μοναδικό κριτήριο τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της καύσης, υπάρχουν όμως ισχυρές ενδείξεις ότι η προσέγγιση αυτή θα τροποποιηθεί στο προσεχές μέλλον.
Η απρόσμενη έκταση και ένταση περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων του μεθανίου
Θα αναφερθώ επιγραμματικά στο θέμα με εικόνες και απλή αναφορά στις πρόσφατες διαπιστώσεις τηλεπισκόπησης που ξεπερνούν κατά πολύ προηγούμενες εκτιμήσεις.
Στην Εικόνα 2 φαίνονται ανεξέλεγκτες εκπομπές μεθανίου στο Τουρκμενιστάν, στην Εικόνα 3 οι κυριότερες εστίες εκπομπής μεθανίου και στην Εικόνα 4 οι διαρροές μεθανίου στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου. Αξίζει όμως ειδική αναφορά στο θέμα, ιδιαίτερα μάλιστα γιατί υπάρχουν και ζητήματα βλαπτικά για την υγεία.
Εικόνα 2. Εκτεταμένες διαρροές μεθανίου στο Τουρκμενιστάν από τηλεπισκόπηση της NASA (25/10/2022)
Εικόνα 3. Οι κυριότερες εκπομπές μεθανίου εκμεταλλεύσεων πετρελαίου και αερίου, ανθρακωρυχείων και άλλων ανθρωπογενών πηγών (IEA Overview, 2022)
Εικόνα 4. Χάρτης των κυριότερων αγωγών φυσικού αερίου και εκπομπών μεθανίου
Προκαταρκτικά συμπεράσματα
Τα ακόλουθα προσωπικά μου συμπεράσματα τα χαρακτηρίζω προκαταρκτικά, γιατί δεν έχω παρουσιάσει το σύνολο των επιχειρημάτων στα οποία στηρίζονται και ευελπιστώ στη φιλοξενία του EnergyPress για να ολοκληρώσω.
Το φυσικό αέριο ως καύσιμο ενεργειακής μετάβασης μόνο ως λύση ανάγκης μπορεί να γίνει αποδεκτό στην Ευρώπη σε ορίζοντα μιας ή το πολύ δυο δεκαετιών, για την κάλυψη ενεργειακών κενών που αφήνουν οι υπάρχουσες υποδομές ΑΠΕ ή πυρηνικών σταθμών, αλλά και σ’ αυτή την περίπτωση απαραίτητα με την εφαρμογή μέτρων περιορισμού εκπομπής μεθανίου. Πολύ όμως απέχει από του να θεωρηθεί βιώσιμη μορφή ενέργειας, με ότι αυτό συνεπάγεται χρηματοπιστωτικά.
Η ενεργειακές κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης παλινδρομούν μεταξύ ακραίων θέσεων που παραπέμπουν στον Σίσυφο. Έσπευσε στην εφαρμογή αυστηρών επιλογών με συρρικνωμένο χρονοδιάγραμμα, υπολογίζοντας εσφαλμένα τόσο στο υποτιθέμενο περιβαλλοντικό πλεονέκτημα του φυσικού αερίου, όσο και στην επάρκεια της αγοράς.
Αλλά επίσης και χωρίς να έχει αναπτυχθεί επαρκώς τεχνολογία νέας γενιάς στο υδρογόνο, τους πυρηνικούς σταθμούς, την αποθήκευση ενέργειας, τα βιοκαύσιμα και τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα για αποθήκευση ή για αξιοποίηση. Οι σκοπιμότητες επικράτησαν στις επιστημονικές επιλογές και η επαναφορά στην ισορροπία θα έχει κοστίσει στον καταναλωτή, το συμπαθές υποζύγιο υπερκερδών. Σήμερα κινείται σπασμωδικά, υποβαθμίζει τις περιβαλλοντικές ανοχές επιμένοντας στο φυσικό αέριο που είναι μέρος του προβλήματος, και αυξάνει τις φιλοδοξίες των στόχων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μείνει πίσω σε σχέση με σοβαρές πετρελαϊκές εταιρίες που πρότειναν μέτρα ήδη από το 2020 στο θέμα ελέγχου και μετριασμού των εκπομπών μεθανίου. Το θέμα εξετάζεται, δεν παύει όμως να υπάρχει ένα σοβαρό κενό περιβαλλοντικής προστασίας που πρέπει να αντιμετωπιστεί το συντομότερο.
Ο κ. Ευστάθιος Χιώτης είναι Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός ΕΜΠ, Μηχανικός Πετρελαίων Imperial College, πρώην διευθυντής στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων και στο Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους.
https://independent.academia.edu/Chiotis
https://www.researchgate.net/profile/Eustathios_Chiotis
https://energypress.gr/search-content?keys=%CE%A7%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82