Γράφει η Ελένη Κονιαρέλλη – Σιακή.
Ο Γέροντας Παΐσιος είχε πει κάποτε ότι: «Οι Έλληνες ενδεχομένως να έχουν μία «οκά» ελαττώματα, όμως έχουν συνάμα κι ένα πολύτιμο θεϊκό δώρο. Άλλοι λαοί δεν έχουν αυτήν την ευλογία να έχουν στο λεξιλόγιό τους λέξεις, όπως λεβεντιά και φιλότιμο».
Οι αρχαίοι φιλόσοφοι έγραψαν ότι: «Ένας Έλληνας δεν είναι Έλληνας χωρίς φιλότιμο».
Σύμφωνα με την έρευνα που έκανε η αρθρογράφος Στ. Δημητροπούλου, οι ρίζες της λέξης φιλότιμο έχουν τα ίχνη τους στην εποχή της κλασικής Ελλάδας. Αρχικά η ετυμολογική ανάλυση της λέξης συνοψίζεται ως «αγάπη για την τιμή», ωστόσο παραδέχεται η ίδια ότι η μετάφραση της λέξης δεν είναι επαρκής για να περιγράψει το πραγματικό νόημα της συγκεκριμένης λέξης, γιατί μόνο μέσα σε τέσσερις συλλαβές η λέξη φιλότιμο συμπυκνώνει τόσες αρετές που απλά είναι αδύνατον να μεταφραστεί αυτολεξεί.
Η σημασία της συγκεκριμένης λέξης είναι πολυδιάστατη και περικλείει βασικές έννοιες, όπως αυτή της τιμής, της περηφάνιας, της αξιοπρέπειας, της ιδανικής και κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς, της φιλοξενίας, του δεσμού και της ευθύνης των διαπροσωπικών σχέσεων.
Όταν ζητήσει κάποιος από τους ίδιους τους Έλληνες να περιγράψουν τι σημαίνει φιλότιμο γι’ αυτούς, θα καταλάβει ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται την ίδια λέξη διαφορετικά από τον άλλο, πράγμα που φανερώνει την πολλαπλή ερμηνεία μιας και μόνο λέξης.
Γίνεται φανερό ότι η λέξη φιλότιμο παραμένει αμετάφραστη από τις ξένες γλώσσες και αυταπόδεικτο ότι και οι ίδιοι οι Έλληνες δυσκολεύονται να συμφωνήσουν σε έναν ενιαίο όρο.
Έτσι καταλήγουν στο συμπέρασμα: «Εμείς οι Έλληνες θεωρούμε το φιλότιμο ως αρετή και οι λέξεις που το προσδιορίζουν περικλείουν ένα συνδυασμό ειλικρινούς και αγνής αγάπης, ευγένειας και γενναιοδωρίας».
Ο Βασ. Π. Βερτουδάκης, Λέκτορας Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, σε μία προσπάθειά του να μελετήσει πιο βαθιά τη γλωσσολογική προέλευση αυτής της αμφιλεγόμενης λέξης, είπε ότι:
«Το φιλότιμο προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη φιλοτιμία και η πρώτη της γραπτή αναφορά μπορεί να βρεθεί στα γραπτά κείμενα του λυρικού ποιητή Πινδάρου».
Από άλλες πηγές μαθαίνουμε ότι η λέξη φιλότιμο δε συναντάται στα αρχαία κείμενα, αλλά αρχίζει να εμφανίζεται πριν από 1.000 περίπου χρόνια, σε κείμενα βυζαντινά.
Το πέρασμα από την φιλοτιμία στο φιλότιμο είναι αξιοπρόσεκτο και σημαντικό, αν και δεν ξέρουμε γιατί έγινε.
Την ελληνική λέξη φιλότιμο που όπως είδαμε δεν μπορεί να μεταφραστεί, τη βρίσκουμε συχνά στο λόγο μας και μάλιστα με διαφορετική σημασία κάθε φορά. Για παράδειγμα τη χρησιμοποιούμε σαν διαμαρτυρία, όπως: «Εσύ άνθρωπέ μου δεν έχεις φιλότιμο…». Σε άλλες περιπτώσεις τη χρησιμοποιούμε εγκωμιαστικά και ενθαρρυντικά, όπως: «Αυτός ο νέος είναι άριστος χαρακτήρας. Έχει ηθική και φιλότιμο…».
Αν θελήσουμε να μετατρέψουμε σε εικόνα τη λέξη φιλότιμο (που όπως είδαμε δε μεταφράζεται) και αν μια παγωμένη νύχτα βρεθούμε στα βράχια μιας απόμερης ακτής της Λέσβου ή της Χίου ή της Κω, δίπλα σε μια βαρυφορτωμένη τρύπια βάρκα έτοιμη να βουλιάξει, που μόλις έχει φτάσει αγκομαχώντας από την απέναντι ακτή της Τουρκίας, γεμάτη ταλαιπωρημένους πρόσφυγες, άντρες, γυναίκες και μικρά παιδιά κρεμασμένα στην αγκαλιά της λυγισμένης μάνας, που κάνει μία απέλπιδα προσπάθεια να σώσει τη ζωή και την αξιοπρέπειά τους… τότε θα δούμε στην ακτή κατοίκους της περιοχής κουκουλωμένους στην αβάσταχτη παγωνιά, να κρατούν στα χέρια χοντρά ρούχα και κουβέρτες, περιμένοντας τους πρόσφυγες να φτάσουν. Θα τους βοηθήσουν, θα τους αγκαλιάσουν, θα τους ζεστάνουν, θα τους φροντίσουν με λίγες γουλιές νερό, μ’ ένα παρήγορο χαμόγελο στα χείλη και μία τρυφερή κουβέντα.
Ακόμα θα δούμε νέους, αψηφώντας τους κινδύνους, να πηδούν στα παγωμένα νερά του Αιγαίου και κάνοντας μία αλυσίδα ζωής να βγάζουν στη στεριά μισοπεθαμένους ανθρώπους.
Άλλες φορές έρχεται μπροστά στα μάτια μας η συγκινητική εικόνα στην Λέσβο, με τις τρεις υπέροχες γιαγιάδες που καθισμένες στο πεζούλι του δρόμου ταΐζουν με το μπιμπερό γάλα στα νιογέννητα μωρά των προσφύγων, που έμελλε να σωθούν σ’ αυτό το επικίνδυνο ταξίδι του θανάτου.
Σίγουρα κάνοντας εικόνα αυτά τα γεγονότα που περιγράφουμε, γίνεται σαφές ότι το φιλότιμο είναι ουσιαστικά στον Έλληνα «ένας τρόπος ζωής».
Ο πανεπιστημιακός Καθηγητής του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, κύριος Μιχ. Τσιανίκας, γράφει ότι: «Το φιλότιμο δένει μαζί δύο από τις σημαντικότερες ελληνικές λέξεις: την φιλία και την τιμή. Και οι δύο από τα Ομηρικά χρόνια, αποτελούσαν την αδιάψευστη πυξίδα ηθικού, αισθητικού και πρακτικού κανόνα ζωής!».
Τέλος, γυρίζοντας πάλι το βλέμμα πίσω στην ιστορία, ίσως ο προσωκρατικός Έλληνας φιλόσοφος Θαλής ο Μιλήσιος, να ήταν εκείνος που προσδιόρισε την αφηρημένη αλλά συνάμα καθοριστική για έναν λαό έννοια του φιλότιμου, καλύτερα από τον καθένα. Είπε:
«Ένας Έλληνας δεν είναι Έλληνας χωρίς αυτό. Δεν αναπνέει.
Θα μπορούσε κάλλιστα να μην είναι ζωντανός!»