Με αφορμή την συμπλήρωση 50 χρόνων από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η Χριστιανική Δημοκρατία εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Αυτά τα τρία ορόσημα ήταν τα συνθήματα του Πολυτεχνείου 1973. Ήταν ορόσημα και όχι σλόγκαν και τοποθέτηση προϊόντος πολιτικού μάρκετινγκ. Η εξέγερση εκείνη κλείνει σήμερα 50 χρόνια.
Το ψωμί είναι, όπως έγραφε ο μεγάλος Νικολάι Μπερντιάγιεφ, το «σύμβολο της οικονομίας», δηλαδή των οικονομικών αγαθών. Η επάρκεια σε οικονομικά αγαθά ήταν σημαντική εξαιρετικά για την Εκκλησία, ακόμη και από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Σε τέτοιο βαθμό που αυτός που αποστερούσε το μισθό του εργαζόμενου ανθρώπου –όπως όλοι όσοι μπορούσαν έπρεπε να είναι- ήταν σαν δολοφόνος που προέβαινε σε αιματοχυσία: «εκχέων αίμα ο στερών μισθόν μισθίου»! Ποιος σήμερα μπορεί να μιλήσει για βιοτική επάρκεια, με ανεργία που δεν έχει επανέλθει ούτε 10 και πλέον χρόνια -μετά την τεταρτοκοσμική εκτίναξή της- σε προ κρίσης επίπεδα και υπερβαίνει και τυπικά το 10%; Με επιδόματα θλιβερά χαρτζιλίκια; Με μισθούς οι οποίοι δεν καλύπτουν ούτε βασικές ανάγκες των ίδιων των μισθωτών (σίτιση, στέγαση, ηλεκτρικό, νερό), πόσω μάλλον εξαρτώμενων μελών (παιδιά, ηλικιωμένοι, μη-επιδοτούμενοι άνεργοι, ασθενείς, άποροι); Mε βασικά είδη που ανεβαίνουν λόγω της εξάρτησης της κυβέρνησης από τους μεγαλοεπιχειρηματίες 10% σε ένα μήνα;
Η παιδεία έχει γίνει χρησιμοθηρία και τεχνοκρατισμός. Οι νέες γενιές έχουν συνηθίσει από τα μικράτα τους σε αυτό που λένε «κουλτούρα του καλπασμού» (hustle culture): όλη μέρα πρέπει να είναι σαν τα αλόγατα που καλπάζουν. Γιατί; Προς εύρεση τυπικών προσόντων: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, Lower, Proficiency, πτυχίο, μεταπτυχιακό, διδακτορικό, μεταδιδακτορικό, παιδαγωγική επάρκεια, TOEFL, Photoshop, ECDL… Με ποιο σκοπό; Μα, για να… πιάσουν μια δουλειά. Οποιαδήποτε δουλειά! Εφεδρικός στρατός εργασίας!
Ήδη από το 1980 ο μεγάλος Γιώργος Ιωάννου («Μορφωτικά κάτεργα», 22/03/1980) ανησυχούσε βάσιμα για το ότι «όλος σχεδόν ο κόσμος που έχει παιδιά στο σχολείο παραπονιέται τα τελευταία χρόνια για το εξής: Τα παιδιά παραφορτώνονται με ύλη.
Και το κακό είναι πως το φαινόμενο δεν εντοπίζεται μόνο στη Μέση Παιδεία, ας πούμε στο Λύκειο (…) αλλά αρχίζει από το Δημοτικό, καμιά φορά κι από το Νηπιαγωγείο (…) για να τεθούν επικεφαλής της κούρσας -έτσι το βλέπουν αυτοί [οι ανόητοι γονείς]».
Όλα αυτά καταλήγουν στη «φοβερή και ατελεύτητη αυτή δοκιμασία των νέων ανθρώπων, την ανεξίτηλη αυτή εμπειρία τους, όχι μονάχα ψυχική μα ακόμα και σωματική, το πάλεμά τους με όλα αυτά τα βουνά της δήθεν μορφωτικής σαβούρας».
Το Σύνταγμα μπορεί να προβλέπει ότι η εργασία και η απασχόληση είναι κοινωνικό δικαίωμα, άρα η εύρεση εργασίας απαιτητή υποχρέωση της Πολιτείας, όμως η στυγνή πραγματικότητα είναι ότι έχουμε δημιουργήσει μια ολοένα αυξανόμενη συστοιχία υποχρεώσεων «δήθεν μορφωτικής σαβούρας» μόνο και μόνο για να συνεκτιμηθούν ως χαρτιά και μόρια, στα πλαίσια της πρόσληψης στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Κατά τα άλλα, τα μεγάλα προβλήματα της ζωής μένουν χωρίς σκέψεις, χωρίς γνώσεις, χωρίς ερεθίσματα και οι νέοι αδαείς, χωρίς παιδεία αντιμετώπισής τους…
Κάποιοι επιλέγουν να τροφοδοτήσουν το πελατειακό πολιτικό σύστημα, δίνοντας μαζικές ψήφους σε πολιτικούς μπαταξήδες, διεφθαρμένους, ακραίους νεοφιλελεύθερους, ευνοιοκράτες, ελιτιστές με αντάλλαγμα την αβέβαιη προσδοκία κάποιας προσωπικής τακτοποίησης.
Συνηθίσαμε να ταυτίζουμε τη «γενιά του Πολυτεχνείου» με ορισμένους που πέρασαν από το σοσιαλισμό στον αστικό εκσυγχρονισμό και το ακραίο κέντρο και εξαργύρωσαν πολιτικά την όποια συμμετοχή τους. Που βολεύουν το αφήγημα του μηδενισμού το οποίο το σύστημα εκπέμπει προς τους νέους ανθρώπους και γενικώς σε όλους συλλήβδην: «κοίταξε τον εαυτούλη σου», «δε θα σώσεις εσύ το Ρωμέικο».
Τέτοιοι δεν ήταν όμως οι ήρωες του Πολυτεχνείου. Ποιο ήταν το όραμά τους; Η δημοκρατία και πολιτική ελευθερία; Η κοινωνική δικαιοσύνη; Η εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία; Η εξουσία στο λαό; Όλα αυτά και πολλά ακόμα. Αποτέλεσαν τη συνείδηση και το στόμα μιας ελληνικής κοινωνίας, που ήταν δυσαρεστημένη και αντίθετη στην τυραννία εξαρχής, αλλά έκανε την απολίτικη, για να μην «βάλει το κεφάλι στον ντορβά».
Και η Εκκλησία μας; Ποια η αντίδραση της Εκκλησίας, Ποιμαίνουσας και μη; Ήταν δέσμια της δικτατορίας η οποία επενέβη βάναυσα στη διοίκησή της, ανοίγοντας πληγές που έκαναν δεκαετίες να κλείσουν. Όμως, και πάλι, μόνον ελάχιστοι κληρικοί, εκπρόσωποι του λαού του Θεού δηλαδή, έδωσαν το παρόν στην αντιδικτατορική αντίσταση.
Οπωσδήποτε δεν ήταν τα πράγματα έτσι την εποχή της τυραννικής βίας εκ μέρους αυτοκρατόρων 1500 χρόνια πριν. Έτσι, ο Αμβρόσιος από τα Μεδιόλανα έδιωξε τον ίδιο τον ηγέτη του μεγαλύτερου τότε κράτους της οικουμένης Θεοδόσιο τον Α’ από την εκκλησία. Ταυτόχρονα, το ρόλο της συνείδησης του λαού μπροστά στη ανθρωποκτόνο βία έπαιξαν ορθόδοξοι μοναχοί, που, για να σώσουν τις ζωές των ανθρώπων, έφυγαν από την ξενιτεία τους! Όπως αφηγείται ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Στον καιρό του αυτοκράτορα Θεοδοσίου κάποιοι άνθρωποι την νύχτα έριξαν και έσπασαν τα αγάλματά του στην Αντιόχεια. Ο αυτοκράτορας οργίστηκε πολύ και τιμώρησε με τον πιο αυστηρό τρόπο την Αντιόχεια: Κάψιμο, συλλήψεις, φόνους. Όλη η πόλη σιώπησε και υπέφερε τη φρίκη. Τότε εμφανίστηκε στους δρόμους της μεγάλης Αντιόχειας μια παράξενη ομάδα ανθρώπων, που ξεκίνησε να διαμαρτύρεται εναντίον του αυτοκράτορα Θεοδοσίου. Αυτοί ήταν ορθόδοξοι μοναχοί που ζούσαν στα ψηλά βουνά και στην έρημο. Ακούγοντας για τις κακές πράξεις του αυτοκράτορα Θεοδοσίου και των στρατηγών του στην Αντιόχεια, βγήκαν στους άδειους δρόμους και ξεκίνησαν να φωνάζουν στους δολοφόνους του αυτοκράτορα: «Πηγαίνετε να πείτε στον αυτοκράτορα τα εξής: Είναι αλήθεια πως είσαι αυτοκράτορας, αλλά είσαι και άνθρωπος. Να φοβηθείς τον Δημιουργό και να σταματήσεις να σκοτώνεις τα δημιουργήματά Του. Εσύ θύμωσες, γιατί έπεσαν τα δικά σου πέτρινα αγάλματα. Πιστεύεις πως λιγότερο θα θυμώσει ο Θεός μαζί σου, αφού εσύ καταστρέφεις τα δικά Του ζωντανά δημιουργήματα; Τα δικά σου ομοιώματα εύκολα θα ξαναφτιαχτούν και θα τοποθετηθούν στη θέση τους, αλλά εσύ σκοτώνοντας ανθρώπους, πώς θα διορθώσεις το λάθος σου; Μπορείς να αναστήσεις νεκρούς ανθρώπους;»
Πριν πενήντα χρόνια, ο αείμνηστος ιδρυτής Νίκος Ψαρουδάκης και τα μέλη της Χριστιανικής Δημοκρατίας, με την εφημερίδα του Κινήματος «Χριστιανική», στάθηκαν ασυμβίβαστα και δυναμικά στο πλευρό της εξεγερμένης φοιτητικής νεολαίας, με αίτημα την άμεση κατάργηση του δικτατορικού καθεστώτος και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Το τίμημα το κλείσιμο της εφημερίδας και την εξορία.
Σήμερα, ως Χριστιανική Δημοκρατία, τιμούμε τους ανθρώπους εκείνους που διέσωσαν τότε την τιμή μας ως λαού και ως έθνους με τόσο έντονη –αρχαιοελληνική και ορθόδοξη χριστιανική- αντιτυραννική παράδοση. Όπως έγραψε ο πρώην Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης μακαριστός Αντώνιος Κόμπος: «αυτός που ανθίσταται δυναμικά στα εμπαθή καθεστώτα πρέπει να λογίζεται και ως γενναιόψυχος και ως τυραννοκτόνος».