Επιμέλεια: Λία Βαλάτα – Τσιάμα , Ιστορικός – Ερευνήτρια
Είναι μια από τις ωραιότερες χριστουγεννιάτικες ιστορίες: Oι τρεις βασιλιάδες που ακολούθησαν το Άστρο της Βηθλέεμ για να φέρουν δώρα στο νεογέννητο Ιησού. Ένας από αυτούς προκάλεσε επανάσταση στην Τέχνη.
Επισκέφθηκαν τον Ιησού Χριστό μετά τη γέννησή του, προσφέροντάς του ως δώρα χρυσό, λιβάνι και σμύρνα. Οι Τρεις Μάγοι, αποκαλούμενοι και «Τρεις Βασιλείς» ή «σοφοί» αποτελούν σημαντικό στοιχείο της χριστιανικής παράδοσης και το ταξίδι τους φέρνει διαχρονικά έμπνευση για τους καλλιτέχνες. Σε πολλούς πίνακες άλλωστε έχουμε δει τους τρεις προσκυνητές με βασιλικές περιβολές, να κρατούν χρυσοποίκιλτα κουτιά, περίτεχνα κύπελλα ή αγγεία με τα δώρα τους, και να ακολουθούνται είτε από υπηρέτες, είτε από στρατιώτες ή ακόμη και από στρατιές ζώων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η γνωστή σε όλους μας ιστορία, συνυφασμένη με τα Χριστούγεννα και τη χριστιανική θρησκεία, δεν αναφέρεται πουθενά στην Καινή Διαθήκη. Η μόνη αναφορά τους στα εκκλησιαστικά κείμενα είναι στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, όπου επισημαίνεται ότι οι φωτισμένες και εξέχουσες αυτές προσωπικότητες έρχονταν από την Ανατολή για να προσκυνήσουν τον βασιλέα των Ιουδαίων. Ο Ματθαίος δεν δίνει τον αριθμό τους, από την ύπαρξη των τριών δώρων ωστόσο οι θεολόγοι έχουν συναγάγει ότι οι Μάγοι ήταν πιθανότατα τρεις. Συγκεκριμένα ο ευαγγελιστής αναφέρει στο 2:1-2:
«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ».
Χάρη σε ένα ελληνικό χειρόγραφο, που πιθανώς γράφτηκε στην Αλεξάνδρεια περί το 500 μ.Χ. και μεταφράσθηκε στα λατινικά υπό τον τίτλο “Excerpta Latina Barbari”, ξέρουμε τα ονόματα των τριών σοφών: Ο Μελχιόρ, ένας Πέρσης σοφός, ο Κασπάρ, ένας Ινδός ή Άραβας σοφός και ο Βαλτάσαρ, ένας Βαβυλώνιος σοφός.
Οι λόγιοι του μεσαίωνα προήγαγαν τους τρεις ταξιδιώτες από σοφούς σε βασιλιάδες, ενώ σε ένα κείμενο του Βενεδικτίνου μοναχού Βέδα (672-735 μ.Χ.) αναφέρεται για πρώτη φορά στην ιστορία ότι ο Βαλτάσαρ ήταν μαύρος. Παρά την αναφορά αυτή, οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες δεν αποπειράθηκαν πριν το 1400 μ.Χ. να απεικονίσουν στα έργα τους τον Βαβυλώνιο Μάγο ως μαύρο, πιθανότατα, όπως αναφέρει ο Guardian, λόγω της ελλειπούς αντίληψης ή γνώσης που είχαν για τους Αφρικανούς.
Μόνο κατά την Αναγέννηση άρχισε να απεικονίζεται με έμφαση στους πίνακες ο μαύρος βασιλιάς. Το εορταστικό θέμα της «λατρείας» του νεογέννητου Ιησού τον 15ο -16ο αιώνα μ.Χ. βοήθησε μάλιστα στο να δημιουργηθούν μερικές από τις ώριμες και πλούσιες απεικονίσεις των μαύρων στην ευρωπαϊκή τέχνη.
Η εμφάνιση ενός ρεαλιστικά απεικονιζόμενου μαύρου στην αναγεννησιακή τέχνη δεν έγινε λόγω αναγνώρισης των ισχυρισμών του Βέδα, όσο λόγω της αυξανόμενης ορατότητας άλλων φυλών σε μια Ευρώπη που προηγουμένως είχε μικρή αντίληψη για τις άλλες χώρες. Στην ορατότητα αυτή συνεισέφαν και οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, αφού τα ευρωπαϊκά πλοία (με επικεφαλής την Πορτογαλία και την Ισπανία) εξερεύνησαν τον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο και εγκαθίδρυσαν εμπορικά φυλάκια στις αφρικανικές ακτές, ενώ επέβαλαν τη σκλαβιά. Πίσω από τις καλλιτεχνικές απεικονίσεις άρα της Αναγγένησης κρύβεται μια νέα περιέργεια για τους ανθρώπους και για τους λαούς: η «ανθρωπιστική» σκέψη της εποχής ενέπνευσε τον μεγάλο Γάλλο ουμανιστή Μισέλ ντε Μονταίν να δηλώσει ότι όλα τα παγκόσμια έθιμα και πεποιθήσεις είναι ισότιμα. Ενέπνευσε επίσης τον Σαίξπηρ να γράψει τον Οθέλλο του.
Αυτό που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι αυτές οι απεικονίσεις ενός μαύρου Βαλτάσαρ έγιναν από επιλογή: δεν ήταν ούτε υποχρεωτικές ούτε καθολικές στην αναγεννησιακή τέχνη. Στη Φλωρεντία, για παράδειγμα, ο Βαλτάσαρ απεικονιζόταν ως ένας μελαμψός άνδρας. Όλοι οι Μάγοι στον διάσημο πίνακα της λατρεία του Σάντρο Μποτιτσέλι το 1475 είναι λευκοί (όπως είναι στο “Η πομπή των Μάγων” του Μπενόζο Γκότσολι). Αυτό βέβαια συνέβη επειδή είναι στην πραγματικότητα πορτρέτα μελών της οικογένειας των Μεδίκων, που τους άρεσε να ταυτιστεί με αυτούς τους σοφούς και υπέροχους μονάρχες.
Στον πίνακα “Η Λατρεία των Μάγων” (1504) του Albrecht Dürer, ο Βαλτάσαρ απεικονίζεται ως ένας νεαρός μαύρος με κοντά μαλλιά και κόκκινο κολλητό παντελόνι, να στέκεται κομψά, κρατώντας ένα χρυσό κύπελλο γεμάτο μύρο. Ο Μάγος πίσω του γυρίζει για να δει το δώρο του (ή ίσως το ντύσιμό του;) δείχνοντας τη στροφή στο ενδιαφέρον για το διαφορετικό. Εικάζεται μάλιστα ότι ο περίεργος Μάγος πίσω από τον Βαλτάσαρ είναι αυτοπροσωπογραφία του ίδιου του Dürer.
Μια επίσης σημαντική στιγμή στην απεικόνιση του Βαλτάσαρ είναι το αριστουργηματικό τρίπτυχο της λατρείας από τον Ιερώνυμο Μπος: Ο μαύρος μάγος παρουσιάζεται μεγαλοπρεπής, με κατάλευκα άμφια με περίτεχνες λεπτομέρειες που μοιάζουν σκαλιστές, σαν να είναι φτιαγμένες από ελεφαντοστό, παρά κεντημένες. Ο Μπος τον εμπνεύστηκε να φορά παραδοσιακή αφρικανική ενδυμασία και με τον υπέροχο αυτόν βασιλιά είναι σαν να θέλει να περάσει ένα μήνυμα κατά της σκλαβιάς.
Ο Βαβυλώνιος μάγος αναμφίβολα συνεισέφερε στην προβολή της μαύρης δύναμης μέσα από την πινακοθήκη της λευκής ιστορίας, και συνεχίζει μέσα από την εικόνα του να φέρνει ένα παράδειγμα, μέσα στη σκληρή καθημερινότητά μας που υπενθυμίζει ότι πολλά δικαιώματα παραμένουν ακόμα υπό όρους διαρκούς διεκδίκησης για κάθε μαύρη κοινότητα.
Στη χριστουγεννιάτικη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης στο Λονδίνο, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις απεικονίσεις αυτές: Οι επιμελητές δημιούργησαν ένα ηχητικό τοπίο για να ενισχύσουν τον αριστουργηματικό πίνακα “The Adorasi of the Kings” του Jan Gossaert: Από τα ηχεία της αίθουσας, οι επισκέπτες ακούν την απαγγελία του ποίηματος της Βρετανο-Νιγηριανής συγγραφέως, Τερέζα Λόλα, για τον μαύρο βασιλιά. Η Λόλα περιφράγει τον Βαλτάσαρ σε μια στιγμή αυτοσυνείδησης: «Το έδαφος μοιάζει να ανοίγει τα δόντια του, είτε για να με δαγκώσει είτε για να με φιλήσει – τα μάτια μου αισθάνονται ξένα. Υποθέτω ότι για να γνωρίσει κανείς βαθιά, πρέπει να κοιτάξει βαθιά».
Xρήστος Καραμπέλας