Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

«Φροντίδα και τρυφερότητα»

 

Γράφει η Αδαμαντία Τριάρχη – Μακρυγιάννη

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το 2023 είναι ο χειρότερος χρόνος των τελευταίων δεκαετιών, σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Πέρα από τα γνωστά δεινά, συνεχώς χιλιάδες αθώοι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους, μεταξύ τους και παιδιά σε εφιαλτικό αριθμό, ενώ οι επιζώντες βασανίζονται από αφόρητες στερήσεις, με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες να δηλώνει ότι η όλη κατάσταση συνιστά «κρίση της ανθρωπότητας»… Παράλληλα, η Ελλάδα, το καλοκαίρι, περιήλθε στο ανύπαρκτο έλεος της κλιμακούμενης κλιματικής κρίσης.

Ωστόσο, το τελευταίο βιβλίο της καταξιωμένης πεζογράφου Μάρως Δούκα, με τον αινιγματικό τίτλο «Felicitá» – Ευτυχία, καθώς και μια πρόσφατη παρέμβαση – έκκληση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), στρέφουν το ενδιαφέρον και σε σοβαρότατα προβλήματα της καθημερινής ζωής, μέσα στο σπίτι ή έξω από την πόρτα μας.

Βαδίζοντας στο κέντρο της συνοικίας μας, άνθρωποι άσχημα πλαγιασμένοι στην άκρη ενός πεζοδρομίου, συνήθως άνδρες όχι μεγάλης ηλικίας, αποτελούν εικόνα του νεοάστεγου, του κύριου προσώπου, στο μυθιστόρημα που αναφέραμε. Ο δε Π.Ο.Υ. παρεμβαίνει με σκοπό να προκαλέσει την προσοχή στη μοναξιά, που καθορίζει τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων της εποχής μας.

Δυστυχώς, οι περισσότεροι προσπερνούν αδιάφοροι τους άστεγους των πεζοδρομίων μας και, αν προκύψει κάποια παρατήρηση, έχουν να πουν ότι είναι πάρα πολλοί. Το κατάντημα δηλαδή, θεωρείται αναπόφευκτο και φυσιολογικό… Φυσιολογικό όμως, δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται, διότι ουδείς έχει γεννηθεί με προορισμό την ερημιά στους δρόμους. Όλοι βέβαια, γνωρίζουμε ότι επιφέρουν αυτήν την εξαθλίωση η ανεργία, η απώλεια και των στοιχειωδών οικονομικών πόρων ή η εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες. Η Μάρω Δούκα δεν αναφέρεται σε αυτές τις αιτίες, αλλά προχωρεί βαθύτερα, παρουσιάζοντας ποια ψυχική δοκιμασία οδήγησε τον ηλικίας εξήντα χρόνων Κωνσταντίνο στην οδό Αιόλου, χωρίς να συντρέχουν οι γνωστοί λόγοι της αστεγίας. Πρόκειται για κατάσταση, που δεν μας έχει απασχολήσει, όπως θα έπρεπε.

Ο Κωνσταντίνος Καβουράκης δεν ήταν άνεργος, φτωχός και χωρίς οικογένεια. Νέος επιθυμούσε να γίνει αστυνομικός, αλλά ο πατέρας του δεν είχε τη δυνατότητα να τον ενισχύσει και διέξοδος ήταν να γίνει ιδιωτικός υπάλληλος. Έρωτας αμοιβαίος κατέληξε σε γάμο και τρία παιδιά, δυο γιους και μια κόρη. Με την εργαζόμενη σύζυγό του συντηρούσε την οικογένεια και στήριζε την εκπαίδευση των παιδιών.

Ήταν τραυματισμένος. Σε ηλικία δέκα ετών πήρε το πρώτο μάθημα της ανθρώπινης αδιαφορίας: «Βλέπει και ξαναβλέπει το σώμα του να έχει γείρει και να έχει πάρει αγκαλιά το (πεντάχρονο) αδελφάκι του, κομμένο μέσα στο αίμα», θύμα τροχαίου δυστυχήματος. Έτρεξαν δυο τρεις περαστικοί, άλλοι προχώρησαν βιαστικοί στις δουλειές τους. «Και τότε, στα δέκα του, κατάλαβε ότι οι πολλοί δεν νοιάζονται γι’ αυτόν, ό,τι και να μου τύχει μόνος μου θα είμαι, οι πολλοί νοιάζονται μονάχα για τα δικά τους». Άργησε να το μάθει και αυτή η αλήθεια διατυπώνεται και σε άλλα σημεία του βιβλίου.

Πολλά χρόνια του έγγαμου βίου του κυλούν ομαλά, αλλά ο Κωνσταντίνος είναι πάντοτε ανασφαλής, χωρίς ένα χέρι ουσιαστικής συμπαράστασης. Αν και εργάζεται κανονικά, δεν βλέπει αναγνώριση και αποδοχή στο εργασιακό περιβάλλον του, με αποτέλεσμα να μην έχει αυτοπεποίθηση. Και έρχεται «η κακιά ώρα» της οικογένειας. Ο καχύποπτος Καβουράκης υποψιάζεται άδικα ότι η σύζυγός του τον έχει απατήσει στο παρελθόν και η ζωή τους αρχίζει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Χωρίς ουσιαστικές αιτίες η μία σύγκρουση ακολουθεί την προηγούμενη, ενώ η σύζυγος δεν αναγνωρίζει την προσφορά του άντρα της στην οικογένεια και κάνει το μεγάλο σφάλμα να τον υποτιμά.

Η συνέχεια είναι τρομακτική. Σε στιγμές έντασης ο περιφρονημένος Κωνσταντίνος καταλήγει στην κακοποίηση της μάνας των παιδιών του. Την ρίχνει στο πάτωμα και την σέρνει τραβώντας τα μαλλιά της… Η συγγνώμη που ακολουθεί απλώς οδηγεί σε ένα διάλειμμα. Και παρών σε μια ακόμη σκηνή ο πρωτότοκος γιος, κτυπά με αγριότητα τον πατέρα, για να υπερασπισθεί τη μητέρα του. Ο πατέρας, αν και ένοχος, δεν αντέχει τη βίαιη αντίδραση του παιδιού του και αμέσως παίρνει την ακραία απόφαση: Να φύγει από το σπίτι και τη δουλειά του, να γίνει άστεγος, χωρίς ταυτότητα, απαλλαγμένος από οικογενειακές σκηνές, πληρωμές λογαριασμών και από κάθε υποχρέωση. Η οικογένεια δεν θα επιχειρήσει να τον συγκρατήσει.

Η συγγραφέας ψυχογραφεί τον νεοάστεγο. Σε ένα παγκάκι της οδού Αιόλου διαρκώς συνομιλεί με τον εαυτό του, περιφέρεται στα περασμένα πηγαίνοντας από το ένα θέμα στο άλλο. Έχει εξαθλιωθεί βέβαια και κάποιοι γείτονες τού προσφέρουν ψιχία συντήρησης. Ομοιοπαθείς τού κλέβουν και τα ελάχιστα, που διαθέτει. Μόνη ανάσα του είναι μια ασπρόμαυρη γάτα, που τον έχει συνηθίσει και τον συντροφεύει. Την ονόμασε Felicitá, Ευτυχία, και αυτήν την ονομασία επέλεξε η συγγραφέας ως τίτλο του βιβλίου της.

Ευτυχία ωστόσο, μόνον στον τίτλο υπάρχει, αλλά ίσως η Μ. Δούκα, παρά το γεγονός ότι τη (δυνατή) ευτυχία αποζητούν οι άνθρωποι, προσπαθεί να καταδείξει ορισμένους λόγους, που αποτρέπουν την κατάκτησή της. Δυστυχισμένος ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας, δεν συναντά την κατανόηση, σε κάποιο χρόνο χάνει την ομορφιά των ανθρώπινων σχέσεων και όταν ξεχειλίζει το ποτήρι της θλίψης από τη βίαιη αντίδραση του παιδιού του, ο ίδιος επιλέγει τη δυστυχία στους δρόμους.

Τα παιδιά του ίσως δεν τον αγαπούν, αλλά τον λυπούνται. Μάταια προσπαθεί ο επίσης ένοχος γιος, ακόμη και ο μέχρι τώρα αδιάφορος προϊστάμενός του, να τον φέρουν στο σπίτι του, μολονότι επιθυμεί την επιστροφή. Θέλει όμως, αυτοπροσώπως να τον συναντήσει στο δρόμο η γυναίκα του και να τον απαλλάξει από τη μαρτυρική ζωή του. Αυτό δεν συνέβηκε. Η Ελένη δεν πήγε ποτέ μέχρι το παγκάκι της Αιόλου. Και κάποιαν μέρα, εκεί, «έγειρε ασυναίσθητα, μόλις που πρόλαβε να νιώσει τη Φελιτσιτά (!) να τον αγγίζει με τα χεράκια της» και έκανε την τελευταία του σκέψη.

Τελικά, ένα μικρό, άκακο ζώο ήταν πιο ανθρώπινο από τους ανθρώπους. Από πολλούς, που ποτέ δεν έχουν σταθεί κοντά στο συνάνθρωπό τους.

«Φροντίδα και τρυφερότητα»

Δυστυχία προξενεί και η μακρόχρονη μοναξιά, σύμφωνα με την παρέμβαση του έγκυρου Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Ενημερώνει για τους μεγάλους κινδύνους, που συνεπάγεται η απομόνωση. Χωρίς κανονική επαφή ακόμη και με τα μέλη της οικογένειας, οι άνθρωποι που ζουν μόνοι, απειλούνται από σοβαρές ψυχικές και σωματικές ασθένειες μέχρι την άνοια… Ο μόνος άνθρωπος δηλητηριάζεται, σαν να καπνίζει δεκαπέντε τσιγάρα την ημέρα, χωρίς να είναι καπνιστής. Το μέλλον, πάντοτε κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προμηνύεται ζοφερό, με εκατομμύρια θανάτους από μαρασμό!

Το περιεχόμενο της παρέμβασης καταδεικνύει την κρισιμότητα του παγκόσμιου προβλήματος της μοναχικής διαβίωσης. Πλήττονται κυρίως ηλικιωμένοι στα αστικά κέντρα, χωρίς, εκ πρώτης όψεως, να συντρέχουν οικονομικά προβλήματα. Ο κυρίαρχος τρόπος της σύγχρονης ζωής θέτει φραγμούς στην ανθρώπινη επικοινωνία.

Οι πολλές ώρες εργασίας και στις ελληνικές πόλεις, σοβαρές δυσκολίες της καθημερινότητας και οι μεγάλες αποστάσεις δεν αφήνουν χρόνο για τους συνανθρώπους μας, που έχουν ανάγκη συντροφιάς και συμπαράστασης. Δεν παραβλέπεται και ο αρνητικός ρόλος του τηλεφώνου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Συχνά επιφέρουν εξάρτηση σε ανησυχητικό βαθμό, μέχρι του σημείου να προκύπτουν άνθρωποι – μηχανές. Μηχανές μακριά από τον άνθρωπο.

Η μοναξιά ερμηνεύεται, αλλά υστερεί η δικαιολόγησή της. Εάν ξυπνήσει η θέληση, όταν ενεργοποιηθεί ο φυσιολογικός προβληματισμός, θα εξοικονομηθεί χρόνος επικοινωνίας. Και ας περιοριστεί η ενασχόληση με την τεχνολογία. Πρέπει να αποδίδεται μεγάλη σημασία στις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι απάνθρωπο να υποφέρουν και να χάνονται άνθρωποι, επειδή στερούνται τον άνθρωπο.

Επιβάλλεται να γίνονται προσπάθειες αλλαγής της συμπεριφοράς μας και ίσως μόνον η σωστή εκπαίδευση θα βοηθήσει. Υπάρχει βασική ανάγκη να κατανοήσουν τα παιδιά ότι ο άνθρωπος δεν γεννιέται αυτάρκης. Για να αντιμετωπίσει την περιπέτεια της ζωής, χρειάζεται και το χέρι του συνανθρώπου του.

Σίγουρα, πριν από μερικά χρόνια, Άγγλοι γιατροί έκλειναν τις συνταγές για ορισμένους ασθενείς τους γράφοντας μόνον δυο λέξεις: «Care and Tenderness»! Φροντίδα και τρυφερότητα… Άγιες λέξεις! Δεν έχουν όμως ανάγκη από φροντίδα και τρυφερότητα μόνον όσοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας. Καθένας και καθεμιά, όλοι ανεξαιρέτως εμείς είναι φυσιολογικό να αναζητούμε τη στοργή, από την αρχή ως το τέλος της ζωής μας.

Τόσο η Felicitá της Μάρως Δούκα, όσο και η δραματική προειδοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με την παγκόσμια απεύθυνση, προς τις σωστές ανθρώπινες σχέσεις επιδιώκουν να στραφούμε. Για να περιοριστούν τα δεινά της μοναξιάς, που αντιστρατεύεται την ανθρώπινη φύση. Ως κοινωνικό ον έρχεται στη ζωή ο άνθρωπος.

Πόσοι όμως, θα ανταποκριθούμε και σε αυτό, το επιτακτικό αίτημα της εποχής μας;

*Η Αδαμαντία Τριάρχη – Μακρυγιάννη είναι Φιλόλογος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ