Γράφει η Κωνσταντίνα Στεφανάκου*
Ένας χρόνος αργότερα, και κάθε φορά που εκείνη η ημέρα έρχεται στο μυαλό μου ανατριχιάζω. Πάντα θα θυμάμαι το κλίμα των ημερών, την ανατριχίλα, το κλάμα, τις φωνές που άκουγα στα δελτία ειδήσεων. «Είναι κανείς μέσα στο τρένο;». Και μετά, σιωπή.
Εδώ λοιπόν και έναν χρόνο, υπάρχουν 57 ψυχές οι οποίες δεν έχουν δικαιωθεί. Τα νέα αυτά παιδιά, τα οποία γυρνούσαν σπίτι τους από ημέρες ξεγνοιασιάς, δεν γνώριζαν τι επρόκειτο να συμβεί στις 23:22 το βράδυ, στο ασφαλέστερο μέσο μετακίνησης της Ελλάδας – το τρένο.
Κάποιες φορές συλλογίζομαι πως αυτά τα παιδιά είχαν μια ζωή σαν τη δική μου. Πήγαιναν στα σπίτια, στους γονείς τους, στις σχολές τους. Και ίσως αυτό να είναι το πιο τρομακτικό από όλα· η συνειδητοποίηση πως όλοι είμαστε τρωτοί, όλοι στην Ελλάδα του 2024 πλέον μπορούμε να αφήσουμε τη τελευταία μας πνοή ανά πάσα στιγμή.
Η τραγωδία των Τεμπών ένα χρόνο μετά
Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να μιλά για την «τραγωδία» που εκτυλίχτηκε στα Τέμπη. Αυτό όμως δεν πρόκειται για τραγωδία, ούτε για τραγικό συμβάν. Πρόκειται για έγκλημα, το οποίο κουβαλάει στις πλάτες του έτη ανευθυνότητας, ασυνέπειας, αλλά και κατάχρησης των κονδυλίων τα οποία έπρεπε να αξιοποιηθούν στους σιδηροδρόμους της Ελλάδας.
Ο κόσμος όπως φαίνεται, ενδιαφέρεται για το έγκλημα στα Τέμπη. Έναν χρόνο μετά, βλέπω άτομα νεαρά αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας, να ασχολούνται με το έγκλημα, να παρακολουθούν τα ντοκιμαντέρ που κυκλοφορούν, αλλά και τις εξελίξεις της εξεταστικής επιτροπής. Παρακολουθώντας την εξεταστική επιτροπή εγώ η ίδια, παρατήρησα έντονο το αίσθημα της αλαζονείας συγκεκριμένου πολιτικού προσώπου, το οποίο μίλησε, μεταξύ άλλων, για βουβό πόνο – νουθετώντας εμμέσως τους γονείς των θυμάτων και εν γένει τους πολίτες να υιοθετήσουν αυτή τη στάση. Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση θεωρώ πως ο πόνος δεν πρέπει να είναι βουβός· πρέπει να είναι συλλογικός, δυνατός και να υψωθεί πάνω από το εγώ όλων των πολιτικών προσώπων τα οποία με υποκριτικές συγγνώμες προσπαθούν να καλύψουν όσα δεν καλύπτονται. Και συγκεκριμένα, δεν μπορούν να καλυφθούν, καθώς μια εβδομάδα πριν το δυστύχημα, ο τότε υπουργός Μεταφορών και Συγκοινωνιών διατυμπάνιζε την ασφάλεια του σιδηροδρόμου, καλώντας όσους υποστηρίζουν το αντίθετο να ανακαλέσουν.
Τα 57 καρφιά για τα Τέμπη – Περί συλλογικού τραύματος
Ο καλλιτέχνης ο οποίος δημιούργησε το έργο 57 καρφιά για τα Τέμπη εις μνήμην των νεκρών και της αγνοούμενης, μίλησε στην Efsyn για τη σύλληψη του έργου, τη δημιουργία του, την ανταπόκριση του κοινού και ειδικά των συγγενών.
Τα καρφιά μάλιστα δεν είναι 57, είναι 58. Το ένα παραπάνω προστέθηκε για τους επιζήσαντες, τους γονείς, τους συγγενείς και τους φίλους όσων απεβίωσαν. Όσους δηλαδή ζουν την καθημερινότητά τους διαφορετικά από όλους τους υπόλοιπους, εδώ και έναν χρόνο.
57 καρφιά λοιπόν μπήκαν στον θεσσαλικό κάμπο 500 μέτρα από το τραγικό συμβάν, όπως μπήκαν και στην καρδιά μας. Το συλλογικό τραύμα το οποίο έχουμε υποστεί από τις 28 Φεβρουαρίου του 2023, δεν μπορεί να θαφτεί εύκολα. Με αφορμή τη δική μου αντίδραση, αλλά και το πώς νιώθω ένα χρόνο αργότερα, μπορώ να καταλάβω τον λόγο για τον οποίο αναφέρεται ως συλλογικό τραύμα καθώς περί αυτού πρόκειται. Πρόκειται για μια συλλογική κραυγή για δικαιοσύνη, για μια ύστατη ανάγκη για δικαίωση. Συγκεκριμένα, αναφέρει στην Efsyn πως: «Με τα καρφιά ζητώ να απαλειφθεί το πένθος της κοινωνίας διότι πρέπει να το παραδεχτούμε: εδώ έχουμε να κάνουμε με συλλογικό τραύμα το οποίο κακοφορμίζει αν μείνει αδικαίωτο. Πείτε μου, ποιος περνά από εκείνο το μοιραίο σημείο και δεν χαντακώνεται η ψυχή του; Ε, λοιπόν, το τραύμα αυτό ας φανεί. Αυτό το τραύμα δεν πρέπει και δεν θα το απωθήσουμε».
Αν σε εμένα, και στον οποιονδήποτε, είναι δύσκολο να συνεχίσω τη ζωή μου χωρίς να επηρεάζομαι από το τραγικό αυτό συμβάν, δεν μπορώ να φανταστώ τι περνούν οι συγγενείς, οι φίλοι των θυμάτων. Γι’ αυτούς, και για τα παιδιά που σήμερα θα συνέχιζαν τις ζωές τους, δεν πρέπει να ξεχάσουμε. Για να μην υπάρξουν και άλλα παιδιά τα οποία θα φύγουν άδικα. Στην Ελλάδα το 2024, όπως ανέφερα, είμαστε όλοι τρωτοί. Όσο εύκολα συνέβη αυτό μια απλή μέρα του Φλεβάρη, τόσο εύκολα μπορεί να συμβεί κάτι άλλο και θα είναι μια ακόμη απλή μέρα.
«Σας τα λέω όλα αυτά γιατί εδώ στο νησί μας, όπως και αλλού, οι γάτες ξεχνάνε κι οι άνθρωποι ξεχνάνε και η τρέλα δεν θέλει πολύ να φουντώσει πάλι φτου ξανά κι απ’ την αρχή».
Ευγένιος Τριβιζάς – Η τελευταία μαύρη γάτα
*Η Κωνσταντίνα Στεφανάκου είναι φοιτήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης – ΕΚΠΑ