Γράφει ο Χρήστος Στρυφτός, Ιστορικός.
Όσο οι Ρωμιοί ήταν υπόδουλοι, το εθνικό «τραύμα» το οποίο συντηρούνταν στις συνειδήσεις τους δεν ήταν άλλο από την επανάκτηση της Πόλης και την εκδίωξη των Οθωμανών. Οι Ρωμιοί είχαν αντιληφθεί πως ήταν δύσκολη η οποιαδήποτε εξέγερση χωρίς την υποστήριξη ενός μεγάλου παράγοντα. Έτσι ως ελπίδα σωτηρίας για την Επανάστασή τους έβλεπαν την ομόδοξη Ρωσία η οποία ήδη από τον 18ο αιώνα επί τσάρου Μεγάλου Πέτρου δημιουργεί προβλήματα στους αλλόθρησκους Οθωμανούς. Την ίδια συνέχεια δίνει η αυτοκράτειρα Μεγάλη Αικατερίνη κηρύσσοντας το 1768 νέο μεγαλύτερο ρωσοτουρκικό πόλεμο, ενώ το 1770 και 1774 η ίδια «κλείνει το μάτι» στους Ρωμιούς με τα Ορλωφικά και την συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζί αντίστοιχα. Το αποτέλεσμα ήταν ολέθριο για τους εξεγερθέντες της Πελοποννήσου αφού ήρθαν αντιμέτωποι με τα αντίποινα των Οθωμανών μετά τα Ορλωφικά, ενώ η συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζί λειτούργησε ευεργετικά για την ναυτική οικονομία των Ρωμιών. Επομένως μέχρι το 1774 έχουμε μια θορυβώδη ανάμειξη των Ρώσων στο Νότο της Βαλκανικής χωρίς όμως ουσιώδες αποτέλεσμα για τους Ρωμιούς.
Τη πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ συνεχίζει την πολιτική επεκτατισμού και μέχρι το 1812 έχει κατορθώσει εις βάρος των Οθωμανών να διατηρεί επιβλητική παρουσία στην Αν. Μεσσόγειο, το Αιγαίο, την Μαύρη Θάλασσα και έλεγχο στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Αυτή η επίμονη κάθοδος των Ρώσων έπαιξε σημαντικό ρόλο στο συναίσθημα των συνειδητοποιημένων πλέον ομόδοξων Ελλήνων. Ένα τεράστιο δίκτυο Ελλήνων που ζούσε στη Ρωσία άρχισε να οργανώνει κρυφά επαναστατική δράση. Έλληνες έμποροι το 1814 ιδρύουν την Φιλική Εταιρία τον πυρήνα της Ελληνικής Επανάστασης στην Οδησσό της Ρωσίας, ενώ Έλληνες αξιωματικοί στο ρωσικό στρατό (π.χΚατσώνης) από νωρίτερα έχουν κινητοποιήσει τους ομοεθνείς τους κλέφτες, αρματολούς και καραβοκυραίους στη Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και στα Νησιά εναντίον των Οθωμανών. Ο Αλ. Υψηλάντης υπονοεί στις φλογερές διακηρύξεις του την υποστήριξη και συμβολή της Ρωσίας στον Αγώνα των Ελλήνων. Ο τσάρος αντιθέτως αποπέμπει τον Υψηλάντη από το στράτευμά του και συμμαχεί με τους Οθωμανούς ισοπεδώνοντας τον Ιερό Λόχο στην Μολδοβλαχία το 1821. Ο τσάρος αρνούνταν και δίσταζε να στηρίξει επίσημα τους Έλληνες και αυτό γιατί δεν ήθελε να παραβεί τους κανόνες της Ιεράς Συμμαχίας και να προκαλέσει έτσι μια ευρεία σύρραξη επιζήμια για την Ρωσία.
Έτσι μέχρι το 1827 η Ρωσία βοηθά τους Έλληνες άτυπα με έναν αριθμό Ρώσων φιλελλήνων συνεισφέροντας στην Επανάσταση ακολουθώντας την ίδια τακτική με το εντονότερο φυσικά φιλελληνικό ευρωπαϊκό δυτικό ρεύμα. Οι συνεχείς πιέσεις του πολιτικού διπλωμάτη Καποδίστρια στον τσάρο Αλέξανδρο, οι πολυάριθμες επιστολές των επαναστατικών επιτροπών για βοήθεια από τους ορθόδοξους αδελφούς Ρώσους έφερναν ολοένα τους Έλληνες σε απόγνωση, διότι η αναμενόμενη οργανωμένη στρατιωτική επέμβαση του ξανθού γένους των Ρώσων δεν ερχόταν ποτέ. Όμως το 1823 οι Έλληνες μέσα στην ατυχία τους λόγω του εμφυλίου που είχε ξεσπάσει στάθηκαν αρκετά τυχεροί αφού ο υπουργός εξωτερικών της παντοδύναμης Μεγάλης Βρετανίας Γ.Κάνιγκ παρατηρώντας την αδράνεια του τσάρου, αναγνωρίζει την Ελληνική Επανάσταση και αρχίζει να στέκεται στο πλευρό των Ελλήνων. Στη συνέχεια οι Ρώσοι φαίνεται να χάνουν την εμπιστοσύνη των Ελλήνων με το Σχέδιο το οποίο προτείνουν για ελληνικά Τμήματα υποτελή στον σουλτάνο. Φθάνοντας έτσι στο τέλος της Ελληνικής Επανάστασης με την ναυμαχία του Ναυαρίνου το 1827 η Ρωσία κάνει την εμφάνισή της ως σύμμαχος της Ελλάδας αλλά δεν μονοπωλεί αφού τον ίδιο ρόλο έχουν η Αγγλία και η Γαλλία. Το ορθόδοξο φιλορωσικό αίσθημα που είχε καλλιεργηθεί στις συνειδήσεις των Ελλήνων στα πρώτα ξεσπάσματα της Επανάστασης αποδυναμώθηκε σημαντικά αφού οι αγγλόφιλοι και γαλλόφιλοι κύκλοι επιφανών Ελλήνων σπρώχνουν στο πολιτικό περιθώριο τους ρωσόφιλους. Σε τελικό συμπέρασμα η ρωσική βοήθεια όπως την ονειρεύονταν οι Έλληνες του 1821 δεν πραγματοποιήθηκε και πιο συγκεκριμένα μετά την δολοφονία του Καποδίστρια η Ρωσία έβλεπε ολοένα και να χάνει το «παιχνίδι» στη σκακιέρα του Αιγαίου αφού η Αγγλία είχε κάνει πλέον κίνηση ματ, εξασφαλίζοντας έτσι την συμπόρευση Ελλάδας και Δύσης μέχρι των καθ΄ημάς χρόνων.
ΠΗΓΕΣ:
• Διονύσιος Κόκκινος, «Ελληνική Επανάστασις»,
εκδ: ΜΕΛΙΣΣΑ, Αθήνα,1956 (6τομο).
• Σπυρίδων Τρικούπης, «Ιστορία της Ελληνικής
Επαναστάσεως», εκδ.: ΣΙΔΕΡΗΣ, Αθήνα, 1925, (4τομο).