Γράφει ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος Δημοσιογράφος-Δημοσιολόγος
Ένα από τα θεολογικότερα κείμενα για την Ανάσταση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού είναι αυτό που έγραψε ο Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) (φωτό) το 1936*.
Γράφει:
«Οι άνθρωποι κατεδίκασαν τον Θεόν εις Θάνατον, ο Θεός όμως δια της αναστάσεως Του “καταδικάζει” τους ανθρώπους εις αθανασία….Οι άνθρωποι ήθελαν να καταστήσουν τον Θεόν θνητό, αλλ’ ο Θεός δια της Αναστάσεώς Του, κατέστησε τους ανθρώπους αθανάτους…Όλη η ιστορία του Χριστιανισμού δεν είναι κάτι άλλο παρά ιστορία ενός και μοναδικού θαύματος, του θαύματος της του Χριστού αναστάσεως, το οποίο συνεχίζεται διαρκώς εις όλας τας καρδίας των χριστιανών από ημέρας εις ημέραν, από έτους εις έτος, από αιώνος εις αιώνα μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας».
Ο Άγιος Ιουστίνος σημειώνει πως η αμαρτία βαθμιαίως σμικρύνει την ψυχή του ανθρώπου, την πλησιάζει προς τον θάνατο, την μεταβάλλει από αθάνατη εις θνητή, από άφθαρτη και απέραντη εις φθαρτή και πεπερασμένη. Όσο περισσότερες αμαρτίες έχει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο είναι θνητός.
Και προσθέτει: «Εις τον ανθρώπινο κόσμο μας ο θάνατος είναι το μεγαλύτερο βάσανο και η πιο φρικιαστική απανθρωπία. Η απελευθέρωσις από αυτό το βάσανο και από αυτή την απανθρωπία είναι ακριβώς η σωτηρία. Αυτή τη σωτηρία δώρισε εις το ανθρώπινο γένος μόνο ο Νικητής του θανάτου – ο Αναστάς Θεάνθρωπος…Εις τέσσερις μόνο λέξεις συγκεφαλαιούνται και τα τέσσερα Ευαγγέλια του Χριστού: Χριστός Ανέστη! – Αληθώς Ανέστη!».
Τον ίδιο χρόνο (1936) που ο Άγιος Ιουστίνος έγραψε το αναφερθέν πόνημά του ο ποιητής και στοχαστής Γιώργος Σαραντάρης στο φιλοσοφικό του δοκίμιο «Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης» έγραψε πως «ο χρόνος της ζωής ενός ανθρώπου είναι η αιωνιότητα, αλλά μονάχα σαν αγκαλιαστεί από τον Ιησού Χριστό…Τα σύνορα του Ανθρώπου είναι η αιωνιότητα» Και προσθέτει:
«Για να υφίσταται η αιωνιότητα…είναι αναγκαία η πίστη σα στοιχείο ψυχολογικό, αλλά και εννοιολογικό συνάμα…Αν κανείς δεν προχωρήσει πέρα, μα τουναντίον πιστέψει μονάχα στην παρούσα ζωή τελικά δεν θα πιστέψει σε τίποτε, ή, όπως λ.χ. συνέβηκε στον Φρόϊντ, θα πιστέψει στη libido και ουσιαστικά στον θάνατο».
Στο επόμενο φιλοσοφικό δοκίμιό του «Η παρουσία του ανθρώπου», γραμμένο από τον Οκτώβριο του 1937 έως τον Φεβρουάριο του 1938, ο Γιώργος Σαραντάρης τονίζει ότι το παράδειγμα του Θεανθρώπου Χριστού είναι όχι μόνο για τους χριστιανούς όλων των εποχών, αλλά για όλα τα άτομα της γης και όλων των μελλούμενων εποχών, γιατί κάθε άνθρωπος όταν δώσει λόγο στη γέννησή του δεν μπορεί να αποφύγει το όραμα, το νόημα και την αλήθεια Του. Και διερωτάται:
«Αλλά πώς, εμείς τα τωρινά άτομα, εμείς που έχουμε στις φλέβες μας το δηλητήριο του ηδονισμού των πρόσφατων αιώνων της ευρωπαϊκής ιστορίας και που κατά συνέπεια μας αποκλείεται η οδός της αγάπης… πώς οι τέτοιοι εμείς θα επιτύχουμε ο Θεάνθρωπος να διαμορφώσει ολάκερο το βίο μας, να βρίσκεται παρών σε όλες τις πράξεις μας, να γίνει έμμονη ενεργητική πίστη;».
Και απαντά ότι για να πετύχουμε να ζήσουμε κατά Χριστό χρειάζεται θαρραλέα να αντικρύσουμε τον ηδονισμό μας και να απομακρυνθούμε από αυτόν, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του θανάτου και να ζήσουμε από αυτή τη ζωή την αιωνιότητα.
Αν δούμε την καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου, από την ώρα που γεννιέται έως τη θανή του, διαπιστώνουμε ότι, όπως σε κάθε εποχή, έτσι και τώρα κατευθύνεται από τις συνθήκες. Χαρακτηριστικό φαινόμενο αυτών των συνθηκών είναι στις μεγαλουπόλεις το πώς ζουν και το πώς κινούνται οι εργαζόμενοι προς και από τις εργασίες τους στους διαδρόμους του μετρό και στους δρόμους. Βλέπει κανείς στις δύο κατευθύνσεις εκατομμύρια ανθρώπων να κινούνται με το ίδιο ταχύ βήμα, που θυμίζει βηματισμό στρατευμάτων. Το πρόγραμμα ζωής συγκεκριμένο, που δεν ευνοεί τις σχέσεις των γονέων μεταξύ τους και με τα παιδιά τους. Το διάβασμα ελαχιστοποιείται. Η προσέλευση σε πολιτισμικές εκδηλώσεις μειώνεται. Ο ηδονισμός και ο ατομισμός μαζί με τις συνθήκες διαβίωσης οδηγούν σε μείωση των γεννήσεων, σε απαξίωση του θεσμού της οικογένειας και σε αδιαφορία προς τον σκοπό της ζωής. Οδηγούν επίσης σε παράλογες έως και ανθρωποκτόνες διαθέσεις για την αρχή και το τέλος της ανθρώπινης ζωής.
Σε αυτές τις συνθήκες ζωής, όπως γράφει ο Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς), για την ανθρώπινη ύπαρξη ο Αναστάς Θεάνθρωπος παραμένει τα πάντα εν πάσι: Ό, τι το Ωραίο, το Καλό, το Αληθές, το Προσφιλές, το Χαρμόσυνο, το Θείο, το Σοφό, το Αιώνιο. Γι’ αυτό και πάλιν και πολλάκις και αναρίθμητες φορές: Χριστός Ανέστη!
* Το κείμενο είναι μεταφρασμένο από τον αείμνηστο Μητροπολίτη πρ. Ερζεγοβίνης Αθανάσιο (Γιέβτιτς) στα ελληνικά και δημοσιεύεται στο βιβλίο «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος» του Εκδ. Οίκου «Αστήρ», Εκδ. 1969, σελ. 40-49.