Τρίτη, 24 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

Η συμβολή της Κηφισιάς στην υδροδότηση των Αθηνών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα

Γράφει ο Ευστάθιος Χιώτης Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός ΕΜΠ Μηχανικός Πετρελαίων Imperial College πρώην διευθυντής στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων και στο Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους

Μέρος Πρώτο: Η συνεχιζόμενη υπεράντληση

Εισαγωγή

Τα νερά της Κηφισιάς δεν ήταν μόνο ένα φυσικό πλεονέκτημα της περιοχής, αλλά επίσης και πηγή πλούτου, ήδη από τον αρχαιότητα. O Ηρώδης Αττικός, τον δεύτερο αιώνα μ.Χ., είχε βίλες και κτήματα στην Κηφισιά και στον Μαραθώνα, περιοχές με άφθονα πηγαία νερά. Γνωρίζουμε μάλιστα σήμερα ότι τα νερά του Μαραθώνα και της Κηφισιάς έχουν κοινή γεωλογική προέλευση που συνδέεται με τη δομή του Πεντελικού. Με γεωλογικά κριτήρια, η Κηφισιά και ο Μαραθώνας είναι συμμετρικά ομόλογες θέσεις με κέντρο συμμετρίας τη κορυφή της Πεντέλης, όπου και το γνωστό ραντάρ.

Τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα μ.Χ. πηγές της Κηφισιάς τροφοδότησαν κλάδο αρχαίου υδραγωγείου, την ύπαρξη του οποίου θυμίζει σήμερα ο υδρόμυλος της Αρχαίας Αγοράς, αλλά και η υδατογέφυρα Φιλοθέης στην οδό Καποδιστρίου, που εσφαλμένα αποδίδεται συχνά στο Αδριάνειο υδραγωγείο.

Στη Τουρκοκρατία, κατά τον 18ο αι. ο έλεγχος του νερού πέρασε στον Χασεκή και με την εθνική απελευθέρωση διάφορα άτομα διεκδίκησαν την ιδιοκτησία τοπικών νερών. Στο δεύτερο μισό του 19ου αι. έχουμε τον τιτάνιο αγώνα του Δήμου Αθηναίων για την υδροδότηση της πρωτεύουσας, με έμφαση στην αξιοποίηση του Αδριάνειου. Παράλληλα όμως εξαγοράζει τοπικά νερά και αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα με νέα υδραυλικά έργα, εφαρμόζοντας την καλύτερη τεχνολογία της εποχής, με επιστημονικό προσωπικό υψηλής στάθμης. Μην εκπλαγείτε με αποκαλύψεις επόμενου άρθρου που θα αφιερωθεί στα βιομηχανικά κατάλοιπα υδραυλικής τεχνολογίας στην Κηφισιά, που μπορούν να αποτελέσουν τον πυρήνα έκθεσης νεότερης βιομηχανικής κληρονομιάς.

Κορυφαίο υδραυλικό έργο του Δήμου Αθηνών στη Κηφισιά είναι οι επιτυχείς υδρογεωτρήσεις που ολοκληρώθηκαν το 1919 και παραμένουν σε λειτουργία, στις αρχικές ή γειτονικές θέσεις, και αποτελούν σήμερα τα αίτια της ανεξέλεγκτης υπεράντλησης.

Ταχυδρομικά δελτάρια για το Κεφαλάρι

Τα ταχυδρομικά δελτάρια είναι ένα προσφιλές μέσο επικοινωνίας στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η φωτογραφία έχει επικρατήσει ως η πλέον εύγλωττη περιγραφή, η τυπογραφία έχει προχωρήσει σε ποιοτική απόδοση της φωτογραφίας και μάλιστα σε μαζική κλίμακα και η ταχυδρομική εξυπηρέτηση είναι ασφαλής και προσιτή.

Οι καρτ ποστάλ προσφέρονται γιατί συνδυάζουν σύντομο κείμενο και εικόνα, συνηθέστερα έγχρωμη επαγγελματικής ποιότητας, που εντυπωσιάζει τον αποδέκτη με θέματα λιγότερο γνωστά. Ταυτόχρονα είναι και ένας τρόπος επίδειξης για τον αποστολέα, όπως στην περίπτωση της Κηφισιάς με τα πολυτελή ξενοδοχεία και τις βίλες της. Το θετικό είναι ότι κυκλοφόρησαν σε μεγάλο αριθμό από διάφορους εκδότες και έτσι έχουν περισωθεί μέχρι σήμερα. Το θεματολόγιο ανανεώνεται συχνά και οι κάρτες μπορούν να χρονολογηθούν από το γραμματόσημο ή το κείμενο. Χάρις στην ψηφιακή τεχνολογία σήμερα κυκλοφορούν και σχολιάζονται από φίλους της νεότερης ιστορίας, που έχουν αναδείξει τις κάρτες σε αξιόπιστο μέσο τεκμηρίωσης.

Απόδειξη της αξίας τους είναι η τεκμηρίωση της εξέλιξης της πηγής Κεφαλαρίου που ακολουθεί. Στις κάρτες αυτές του 1913, σε ασπρόμαυρη και έγχρωμη παραλλαγή, φαίνεται το περιφραγμένο αρτεσιανό πηγάδι από το οποίο αναβλύζει νερό που τροφοδοτεί λιμνούλα. Και αυτή με τη σειρά της υδροδοτεί το δίκτυο της αμπολής που φέρνει το νερό στους κήπους και τα κτήματα. Κατά προφορικές πληροφορίες του διδάκτορος Υδρογεωλογίας Χάρη Σμυρνιώτη, αγαπητού συναδέλφου, τον οποίο και ευχαριστώ, την καλή εποχή το Κεφαλάρι έδινε μερικές εκατοντάδες κυβικά μέτρα νερό την ώρα.

Στη δεκαετία 1920 διατηρείται η ρομαντική εικόνα με το αναβλύζον φρέαρ και τη λιμνούλα πλάι στον Ναό του Σωτήρος και το μαγευτικό φυσικό σκηνικό, όπως φαίνεται παραπάνω.

Κάποια στιγμή όμως περί το 1925 έως 1930, η πτώση της στάθμης και οι αυξανόμενες ανάγκες σε νερό οδηγούν στην εγκατάσταση αντλητικού συγκροτήματος στο άχαρο αυτό κτίριο. Έκτοτε πολλά έχουν αλλάξει. Στέρεψε το «λάλον ύδωρ», άλλαξε το μικροκλίμα, τα πανύψηλα δέντρα διατηρούνται στη μνήμη μόνο και το μόνο σταθερό σημείο είναι ο πρώτος ναός του Σωτήρος. Πρόκειται για φυσική μεταβολή ή είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης; Ποια ήταν η παρέμβαση ή οι παρεμβάσεις αυτές; Είναι άραγε αναστρέψιμες;

Η υπεράντληση

Μετά την εισαγωγή για το Κεφαλάρι ερχόμαστε στο κύριο θέμα του άρθρου αυτού, την υπεράντληση του υπόγειου υδατικού δυναμικού. Ως υπεράντληση νοείται η άντληση από τον υπόγειο ταμιευτήρα, το φυσικό ρεζερβουάρ, περισσότερου νερού από αυτό που αναπληρώνεται από τη φύση με τις βροχοπτώσεις.

Σε σχέση με τη συμπεριφορά τους στο νερό, τα πετρώματα διακρίνονται σε στεγανά ή υδατοστεγή και σε υδροπερατά. Τα στεγανά, όπως η άργιλος, οι μάργες και οι σχιστόλιθοι δεν επιτρέπουν την κυκλοφορία νερού δια μέσου αυτών. Ακούγεται ως αρνητική η συμπεριφορά τους, αλλά σε περιπτώσεις όπως το Πεντελικό, τα στεγανά πετρώματα παίζουν ευεργετικό ρόλο. Τα περατά πετρώματα βέβαια επιτρέπουν την κυκλοφορία νερού και μπορούν και να το αποθηκεύουν. Η αποθήκευση γίνεται στους πόρους, όπως στους ψαμμίτες, στα κενά δηλαδή που υπάρχουν ανάμεσα στους κόκκους. Στους ασβεστόλιθους ή στα μάρμαρα, ο τρόπος αποθήκευσης διαφέρει ανάλογα με τον τύπο του πετρώματος.

Άντληση από το φρέαρ στο Κεφαλάρι λόγω πτώσης της στάθμης περί το 1925 έως 1930

Στα μάρμαρα της Πεντέλης ο χώρος κυκλοφορίας και αποθήκευσης νερού οφείλεται σε μικρορωγμές του πετρώματος, τις οποίες όμως μπορεί να διευρύνει το νερό με διάλυση. Το καθαρό νερό βέβαια δεν μπορεί να διαλύσει το μάρμαρο, στη φύση όμως το βρόχινο νερό εμπλουτίζεται σε διοξείδιο του άνθρακα, είτε στην ατμόσφαιρα, είτε στην επαφή με τον εδαφικό μανδύα και τις ρίζες των φυτών. Το διοξείδιο του άνθρακα με τη σειρά του σχηματίζει ανθρακικό οξύ και μπορεί να διαλύσει τον ασβεστόλιθο και το μάρμαρο και να φθάσει μέχρι και στον σχηματισμό σπηλαίων.

Ο ναός του Σωτήρος και η πηγή στο Κεφαλάρι περί το 1920

Σχηματική γεωλογική τομή του Πεντελικού από την Κηφισιά στα δυτικά μέχρι το Μαραθώνα στα ανατολικά από τον Γεωλογικό Χάρτη του ΙΓΜΕ (Χαρτογράφηση από Γ. Κατσικάτσο). Συμπληρώθηκε ενδεικτικά η κυκλοφορία των ομβρίων στο υπέδαφος.

Μετά από αυτή τη μικρή εισαγωγή, μπορεί να εξηγηθεί πλέον η σχέση των πηγών του Κοκκιναρά με το Πεντελικό, με τη βοήθεια της απλουστευμένης γεωλογικής τομής. Δείχνει τα στρώματα, όπως τα φανταζόμαστε αν κόβαμε το βουνό κατακόρυφα. Στο κέντρο με το ροζ χρώμα είναι τα μάρμαρα της Πεντέλης, που προμήθευσαν και τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Με το πράσινο χρώμα είναι στα δυτικά τα μάρμαρα Κοκκιναρά και στα ανατολικά τα μάρμαρα των Αγίων Ασωμάτων πο υ φθάνουν μέχρι τον Μαραθώνα. Ανάμεσα στα δύο μάρμαρα με το γαλάζιο χρώμα είναι σχιστόλιθοι.

Ας δούμε τώρα την πορεία των βρόχινων νερών. Όσα περνούν μέσα στα μάρμαρα της Πεντέλης, σημειώνονται με κόκκινο βέλος, κατεισδύουν στο εσωτερικό του βουνού ανεμπόδιστα και χάνονται βαθύτερα με τελικό αποδέκτη τη θάλασσα. Τα νερά των σχιστολίθων δεν περνούν στο υπέδαφος και κυκλοφορούν επιφανειακά προς τα ρέματα. Τα νερά στα μάρμαρα του Κοκκιναρά κατεισδύουν κατακόρυφα μέχρις ότου συναντήσουν τους σχιστολίθους όπου εκτρέπονται προς τα δυτικά και τροφοδοτούν ιζήματα γειτονικής ιζηματογενούς λεκάνης. Από τα μάρμαρα αυτά ή τα ιζήματα τροφοδοτούνται οι πηγές του Κοκκιναρά αλλά και οι βαθύτερες γεωτρήσεις.

Η ανάπτυξη που προηγήθηκε δεν έγινε απλά για γεωλογική εμβάθυνση. Είναι απαραίτητη για την εκτίμηση του ανώτερου επιτρεπτού ορίου άντλησης ετησίως. Το σκεπτικό είναι απλό:

Υπολογίζουμε την επιφάνεια των μαρμάρων του Κοκκιναρά από τον γεωλογικό χάρτη, γιατί αυτά είναι που τροφοδοτούν τους υπόγειους υδροφόρους, υπολογίζουμε το μέσο βροχομετρικό ύψος και το γινόμενό του με την επιφάνεια των μαρμάρων Κοκκιναρά δίνει τον όγκο των νερών που φθάνουν μέχρι τα μάρμαρα, μέγεθος που υπολογίζεται βάσει αντικειμενικών μετρήσεων.

Από τον όγκο αυτόν ένα ποσοστό μόνο κατεισδύει και τροφοδοτεί τους υδροφόρους. Το ποσοστό αυτό είναι κατ’ εκτίμηση 50% περίπου.

Τους αναλυτικούς υπολογισμούς έκανε ο αείμνηστος Παύλος Μαρίνος, καθηγητής Ε.Μ. Πολυτεχνείου, τους παρουσίασε το 1999 σε επιστημονικό συνέδριο και τα συμπεράσματα συνοψίζονται εδώ.

«Η ανάπτυξη των Βορείων Προαστίων Αθηνών οδήγησε σε υπερεκμετάλλευση του αξιόλογου υδροφόρου ορίζοντα του Ανωτέρου Μαρμάρου του Δυτικού Πεντελικού. Με βάση τους υπολογισμούς επιφανειακής εξάπλωσης του Μαρμάρου και βροχοπτώσεων, κατά μέσο έτος, ο υδροφόρος ορίζοντας τροφοδοτείται με 2,2 εκατομμύρια κυβικά μέτρα περίπου. Από πλευράς απολήψεων, οι συνολικές ποσότητες εκτιμώνται σε τρία εκατομμύρια κυβικά μέτρα το 1990. Συνεπώς, υπάρχει ένα αρνητικό ισοζύγιο με σημαντικό έλλειμμα, σήμερα περί το ένα εκατομμύριο κυβικά μέτρα τον χρόνο και το έλλειμμα αυτό μεγαλώνει».

Τριάντα χρόνια έκτοτε η υπεράντληση έχει επιδεινωθεί, το φαινόμενο δεν ελέγχεται, ούτε καν παρακολουθείται και συνοδεύεται για πολύ καιρό από αύξηση της σκληρότητας του νερού και υποβάθμιση του υδροφόρου, η οποία οφείλεται στην άντληση γεωλογικών αποθεμάτων, χωρίς επαρκή φυσική αναπλήρωση. Πρόκειται για ένα σοβαρό περιβαλλοντικό πρόβλημα που οξύνεται ακόμη περισσότερο από την κλιματική αλλαγή. Κάθε καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του φαινομένου θα απαιτήσει σκληρότερα μέτρα.

Σε επόμενο άρθρο: Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την υπεράντληση.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ