Γράφει ο Γιάννης Ρηγόπουλος Δρ. ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑ.Ο Γιάννης Ρηγόπουλος σπούδασε κλασική φιλολογία, ιστορία και αρχαιολογία, ιστορία της τέχνης και παιδαγωγικά. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Πεδία ερευνητικού ενδιαφέροντός του είναι η θεωρία της τέχνης και της λογοτεχνίας και η μελέτη της μεταβυζαντινής τέχνης και των διεικαστικών σχέσεών της με τη δυτική φλαμανδική, ιταλική τέχνη
Η Μονή της Χώρας, το Καχριέ Τζαμί (εικ. 1) κτίστηκε στα τέλη του 11ου αι. από τη Μαρία Δούκαινα, κόρη Ανδρόνικου Δούκα, σύζυγο δύο αυτοκρατόρων, του Μιχαήλ Ζ’ και του Νικηφόρου Γ’. Ο ναός ανακαινίστηκε στις αρχές του 12ου αι. από τον Ισαάκιο Κομνηνό και στις πρώτες δεκαετίες του 14ου αι. από τον λόγιο Λογοθέτη τον Γενικό, τον πρωθυπουργό δηλαδή του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου, Θεόδωρο Μετοχίτη. Αυτός πρόσθεσε τους εξωνάρθηκες και το ταφικό παρεκκλήσιο.
Λίγες εβδομάδες ύστερα από την ολοκλήρωσή των προσθηκών απομακρύνθηκε ο Θεόδωρος Μετοχίτης από το αξίωμα του Λογοθέτη του Γενικού και εξορίσθηκε από το σφετεριστή του θρόνου Ανδρόνικο Γ’ Παλαιολόγο. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη το 1330, έγινε μοναχός και θάφτηκε στο ταφικό παρεκκλήσιο μαζί με τον φίλο του, τον ιστορικό Νικηφόρο Γρηγορά στις 13 Μαρτίου 1332.
Ο ναός μετατράπηκε σε τέμενος το 1511 και ονομάστηκε Καχριέ Τζαμί: Τέμενος της Νίκης. Τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες καλύφθηκαν και λησμονήθηκαν. Το 1875 αποκαλύφθηκαν τυχαία. Το σύνολο των ψηφιδωτών και των τοιχογραφιών άρχισε να αποκαλύπτεται μετά το 1948.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης υπήρξε πολυσχιδής προσωπικότητα, ανώτατο διοικητικό στέλεχος, θεολόγος, φιλόσοφος, αστρολόγος, ποιητής, προστάτης των τεχνών. Από τους πιο επιφανείς λογίους της κλασσικής παράδοσης της εποχής του (Δημήτριος Ι. Πάλλας, Ψηφιδωτά, Αθήναι 1968, σ. 1224 και Γιώργος Γεωργής, Η Κωνσταντινούπολη του Γιώργου Σεφέρη. Πόλη με έντονες εντυπώσεις ιστορίας, Δεύτερη έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2004, σ. 20 κ.ε.)
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, θεωρούσε αποστολή της τέχνης που ήταν και το αισθητικό ιδεώδες του «το χαρίεν» (Πάλλας, αυτόθι) και κατ’ επέκταση ό,τι περιλαμβάνεται ως εννοιολογικός επιμερισμός στην αισθητική κατηγορία του «χαρίεντος», όπως η λεπτότητα, η subtilitas, η ραδινότητα, η κομψότητα των μορφών.
Αυτό το αισθητικό ιδεώδες μεταλλάχθηκε και μεταμορφώθηκε σε εικαστικό μόρφωμα, σε πολιτισμικό αγαθό, σε κάλλος, στα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της Μονής της Χώρας. Αυτό το αισθητικό ιδεώδες του Θεόδωρου Μετοχίτη επηρέασε και διαμόρφωσε τον αποδέκτη των ψηφιδωτών και των τοιχογραφιών και την αισθητική του αντίδραση και πρόσληψη. Αλλά και η επιλογή του ψηφοθέτη είναι πολύ πιθανόν να οφείλεται στον Θεόδωρο Μετοχίτη.
Τεχνίτης επιδέξιος των ψηφιδωτών και των τοιχογραφιών˙ θα τολμούσα να τον χαρακτηρίσω «pictur doctus» (=πεπαιδευμένος ζωγράφος)˙ χαρακτηρισμός που επιβεβαιώνεται από τεχνικές και στυλιστικές αρετές, από την ακρίβεια των σχεδίων, την ποικιλία των θεματικών μοτίβων, τη χρωματική επένδυση. Από την ικανότητα επίσης του τεχνίτη να υπολογίζει την ένθεση των ψηφίδων στο κονίαμα και την κλίση των ψηφίδων αλλά και τη διάχυση του φωτός των ψηφίδων στην επιφάνεια με πιο έντονο τρόπο και με πιο πολλούς ιριδισμούς. Ενώ οι τόνοι των χρωμάτων αναδεικνύονται με περισσότερη διαύγεια (Πάλλας, ψηφιδωτά σ. 1236).
Για άλλες εκτιμήσεις τεχνικές και υφολογικές που αφορούν τα ψηφιδωτά βλ. Πάλλας, αυτόθι.
Είναι ο τεχνίτης (artisan) – Καλλιτέχνης (artiste) εκφραστής μιας εκπληκτικής Αναγέννησης των Παλαιολόγων; Δεν γνωρίζω εάν αυθαιρετώ˙ αν δηλαδή αιτιολογείται ιστορικά το εννοιολογικό ζεύγμα τεχνίτης – καλλιτέχνης (artisan – artiste) σε μια τόσο πρώιμη εποχή, τον 14ο αιώνα. Η μετάβαση από τον τεχνίτη στον καλλιτέχνη είναι σύνθετη και πολύπλοκη διαδικασία. Το πρόβλημα αυτό πραγματεύεται η Natalie Heinrich στο βιβλίο της: Du peintre a l’ artiste et academiciens a l’ age classique, Paris 1943 με πλούσια σχετική βιβλιογραφία.
Τον χαρακτηρισμό της Παλαιολόγιας Αναγέννησης ως εκπληκτικής δανείζομαι από κείμενα του Γ. Σεφέρη (Γ. Σεφέρης, Δοκιμές, Τόμος δεύτερος, Ίκαρος, Αθήνα, 1981, σ. 280 και Γιάννη Ρηγόπουλου, Κείμενο και εικόνα. Όρια και δυνατότητες σύγκρισης, τόμος Β’, Αθήναι 2009, σ.23 και του Γ. Σεφέρη, Μέρες Γ΄ 97: «Απρίλης, Καχριέ Τζαμί 1938», «Η Επταβηματίζουσα (Κυπαρισσία)», «Η χώρα των ζώντων», «Η χώρα του αχωρήτου» «Ο παρά το φρέαρ Ευαγγελισμός. Δέντρα. Υφάσματα Στέγες. Κινήσεις. Εσωτερικά σπιτιών, Παγόνι (υπογράμμιση Γ.Σ.) μπροστά σε πόρτα θολωτή, μαύρη»).
Συνοδεύω τις αναφορές του Γ. Σεφέρη, σε θέματα ψηφιδωτών με αντίστοιχους πίνακες˙ γι’ αυτούς χρησιμοποιώ το βιβλίο του Paul A. Unterwood, The Kariye Djami, New York 1966, vol. 1. Historical Introduction and Description of the Mosaics and Frescoes, 2. The Mosaics/plates 1-134 και 3. The Frescoes/plates 335-553.
Για την «Επταβηματίζουσα» Unterwood, πιν. {88} και λεπτομέρειες του πίνακα στις σελίδες 105-107. (εικ. 2).
Για το θέμα «Η χώρα του αχωρήτου», Unter-wood, Πιν. {2} και λεπτομέρειες του πίνακα στις σελίδες 21-25. (εικ. 3).
Για το θέμα «Η χώρα των ζώντων», Unterwood, Πιν. {1} και λεπτομέρειες του πίνακα στις σελίδες 18-19. (εικ. 4).
Για το «Παγόνι μπροστά σε πόρτα θολωτή μαύρη» που αποτελεί λεπτομέρεια του θέματος «Η κολακεία της Θεοτόκου», Unterwood,Πιν. {90 και λεπτομέρειες του πίνακα στις σελίδες 115-117. (εικ. 5). Για το «Παγόνι» στο οποίο παραπέμπει ο Σεφέρης βλ. Unterwood, λεπτομέρεια στη σελ. 117 (εικ. 6 ).
Μεγάλος είναι ο αριθμός των ψηφιδωτών και των τοιχογραφιών της Μονής της Χώρας με ιδιαίτερη θεολογική και ιστορική σημασία αλλά και καλλιτεχνική ποιότητα.