Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

Η «Λυδία λίθος»

Γράφει η Ελένη Κονιαρέλλη – Σιακή

Kάθε φορά που περνούσα από αυτόν τον δρόμο, σταματούσα και διάβαζα τα λόγια που είχαν γράψει με μεγάλα μαύρα γράμματα, και που έλεγαν: «Ο σεβασμός της άποψης του άλλου, είναι η «Λυδία λίθος» της ειρηνικής συνύπαρξης των πολιτών ». Τι είναι όμως η «Λυδία λίθος» που την χρησιμοποιούμε πολλές φορές στον λόγο μας, όταν θέλουμε να δηλώσουμε μεταφορικά τον τρόπο της δοκιμασίας, του ελέγχου, και της εξακρίβωσης; Είναι το σίγουρο, το ελεγμένο. Είναι κάθε μέθοδος που συντελεί στην εξακρίβωση της αλήθειας. Στην Αρχαιότητα λεγόταν «Λυδία Πέτρη» ή «Λυδική λίθος», (κατά τον Ησύχιο).

Τα λόγια που διάβαζα γραμμένα στον τοίχο, είναι το καθαρό παράδειγμα της μεταφορικής έννοιας της φράσης «Λυδία λίθος», δεδομένου ότι την ταυτίζει με τον σεβασμό της άποψης του άλλου, ώστε να επιτυγχάνεται η ειρηνική συνύπαρξη των πολιτών. Πάντα μεταφορικά, είναι ο τρόπος με τον οποίο ελέγχεται ή εξακριβώνεται κάτι για την γνησιότητα ή την καθολική ισχύ του.

 Με συντομία είδαμε την έννοια της φράσης «Λυδία λίθος» μεταφορικά. Διαβάζοντας όμως τι ήταν στην πραγματικότητα αυτή η λίθος, και πού, και γιατί την χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας, βλέπουμε με έκπληξη, ότι και σήμερα την χρησιμοποιούν για τον ίδιο σκοπό, όπως την χρησιμοποιούσαν πολλούς αιώνες πριν. 

 Στην κυριολεξία η «Λυδία λίθος», ήταν ένα είδος πέτρας από την Λυδία, που ήταν ένα αρχαίο βασίλειο στη Δυτική και Κεντρική Μικρά Ασία που σήμερα αντιστοιχεί σε 3 Τουρκικές Επαρχίες: 1. Επαρχία Ουσάκ, 2. Επαρχία Μανίσας, και 3. Επαρχία Σμύρνης.Οι κάτοικοί της στην αρχαιότητα ήταν γνωστοί σαν Λυδοί και η πρωτεύουσα του βασιλείου ήταν οι Σάρδεις. Από εκεί την πέτρα, αρχικά την έφεραν στην Ελλάδα οι Έλληνες. Είναι ένα σκληρό πέτρωμα, μαύρου χρώματος, είδος «βασάλτη», που ετυμολογικά προέρχεται από τη λέξη «βάσανος» (έλεγχος για την εξακρίβωση της αλήθειας, της γνησιότητας, ή της ακρίβειας). Η πέτρα αυτή διαθέτει μια πολύ περίεργη ιδιότητα: 

Εάν συρθεί ένα κομμάτι χρυσού στην επιφάνεια της Λυδίας λίθου, αφήνει ένα χαρακτηριστικό ίχνος.Όμως εάν συρθεί ένα κομμάτι όχι καθαρού χρυσού αλλά κράματος, τότε η απόχρωση του χρώματος του ίχνους που αφήνει επάνω στην επιφάνεια της Λυδίας λίθου, είναι διαφορετική. Και ανάλογα με την περιεκτικότητα ενός κράματος σε χρυσό, το ίχνος αυτό έχει διαφορετική απόχρωση. Έτσι, αν η απόχρωση του ίχνους του κράματος συγκριθεί με τις αποχρώσεις ιχνών κραμάτων με γνωστή περιεκτικότητα, μπορεί να εκτιμηθεί η περιεκτικότητά του σε χρυσό με αρκετά ασφαλή τρόπο. 

Αυτή η τεχνική, γνωστή στην αρχαιότητα, χρησιμοποιήθηκε αρχικά στον Ελληνικό χώρο για την εξακρίβωση της γνησιότητας των χρυσών νομισμάτων, αλλά αργότερα επεκτάθηκε σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις όπου η διαπίστωση της περιεκτικότητας ενός κράματος σε χρυσό ήταν απαραίτητη. Ήταν ένα εργαλείο με το οποίο εξακρίβωναν την γνησιότητα των πολυτίμων λίθων.Ακόμα και σήμερα, χρυσοχόοι εκτιμούν την περιεκτικότητα χρυσών αντικειμένων σε καράτια, με την ίδια μέθοδο. Βέβαια, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, τη Λυδία λίθο τη συναντούμε συχνότερα σε τεχνητή παρά σε φυσική μορφή, ή έχει αντικατασταθεί με μεθόδους που δίνουν μετρήσεις με μεγαλύτερη ακρίβεια.

Η Λυδία λίθος, δεν εντόπιζε μόνο με ασφαλή και σίγουρο τρόπο τα κάλπικα χρυσά νομίσματα, αλλά βοηθούσε πολύ και στον καθορισμό της ισοτιμίας ανάμεσα σε εκατοντάδες νομίσματα που κυκλοφορούσαν στον αρχαίο κόσμο, πράγμα απαραίτητο στο διακρατικό εμπόριο. Τότε βλέπουμε ότι υπήρχαν εκατοντάδες πόλεις – κράτη, αλλά και ευρύτατες αυτοκρατορίες – από τις Ηράκλειες Στήλες μέχρι τη Μεσοποταμία, και από το βάθος της Αιγύπτου ως τις Βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Και μ’ αυτή την εικόνα, κάθε κράτος και κρατίδιο, κάθε βασιλιάς και ηγεμόνας, αποφάσιζε την ανάμειξη με διαφορετικές αναλογίες στο χρυσό και στο ασήμι για να κατασκευάσει το κράμα του δικού του νομίσματος. 

Ο ΑΡΓΥΡΑΜΟΙΒΟΣ και ο ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ 

Κατά την κλασική περίοδο κυκλοφορούσαν νομίσματα κοινής αποδοχής, όπως ήταν η γλαύξ των Αθηνών, οι δαρεικοί των Περσών, ή οι στατήρες του Κυζίκου. Όμως συνήθως, κάθε έμπορος χρησιμοποιούσε τα νομίσματα της δικής του πόλης στις συναλλαγές του. Το έργο του υπολογισμού όλων αυτών των νομισμάτων, το αναλάμβαναν επαγγελματίες εκτιμητές, παρατεταγμένοι μπροστά στα τραπεζάκια τους, σε κάθε εμπορική στοά ή προβλήτα λιμανιού. Το συγκεκριμένο είδος του αργυραμοιβού, εμφανίστηκε πρώτα στον Πειραιά, το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου, κατά την κλασική περίοδο, απ’ όπου περνούσαν όλα τα εμπορεύματα και όλοι οι έμποροι του γνωστού τότε κόσμου. (Πηγή: «Μία σταγόνα Ιστορία», του Δημ.Καμπουράκη). 

 Οι έμποροι απευθύνονταν στον αργυραμοιβό, ο οποίος τρίβοντας τα νομίσματα στην Λυδία λίθο, καθόριζε με ακρίβεια την περιεκτικότητά τους σε χρυσό, άρα και την αξία τους. Άλλοτε ο αργυραμοιβός πληρωνόταν για την πιστοποίηση των νομισμάτων, ώστε να μην κλέβει ο ένας έμπορος τον άλλον, συχνά όμως τα αντάλλαζε ο ίδιος με άλλα νομίσματα αποκομίζοντας σημαντικό κέρδος. Από εκεί προέρχεται και μία από τις αμφιλεγόμενες ονομασίες της εποχής μας, « ο τραπεζίτης », δηλαδή, αυτός που κάθεται μπροστά από το τραπέζι. 

 Όπως είδαμε και στην αρχή, η «Λυδία λίθος» συνέβαλε στο εμπόριο της αρχαιότητας και διασώθηκε και στις ημέρες μας, ως έκφραση, με την ίδια ακριβώς σημασία. Τέλος, με τη φράση «Λυδία λίθος», που συχνά χρησιμοποιούμε στον λόγο μας μεταφορικά, θέλουμε να δηλώσουμε τον τρόπο της δοκιμασίας, του ελέγχου και της εξακρίβωσης, δηλαδή, αυτό που είναι το σίγουρο, και το ελεγμένο!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ