Επίτιμη Διδάκτωρ Φαρμακευτικής από το Πανεπιστήμιο Πάτρας αναγορεύθηκε η κ. Ιουλία Τσέτη, Πρόεδρος & CEO του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη (ΟΦΕΤ), Φαρμακοποιός MSc, Επίτιμη Δρ Φαρμακευτικής του ΕΚΠΑ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κ. Ιουλία Τσέτη αναγορεύεται για δεύτερη φορά σε Επίτιμη Δρ Φαρμακευτικής, καθώς η πρώτη επιτιμοποίηση είχε πραγματοποιηθεί από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στις 14 Ιουνίου 2022.
Τόσο το ΕΚΠΑ, όσο και το Πανεπιστήμιο Πατρών, αποτελούν δύο κορυφαία πανεπιστημιακά Ιδρύματα, παγκοσμίως. Το ΕΚΠΑ συγκαταλέγεται στη θέση 220 μεταξύ 800 πανεπιστημίων παγκοσμίως και το Πανεπιστήμιο Πατρών, 4ο σε όλη τη χώρα και στη θέση 533 μεταξύ 12.000 πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, παγκοσμίως.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην αίθουσα τελετών «Οδυσσέας Ελύτης» του Πανεπιστημίου Πατρών, στην οποία αναγορεύθηκε Επίτιμη Δρ Φαρμακευτικής η κ. Ιουλία Τσέτη, έχουν αναγορευθεί Επίτιμοι Διδάκτορες πέντε Νομπελίστες, μεταξύ των οποίων και ο James Watson, ο ερευνητής που αποκωδικοποίησε τη διπλή έλικα του DNA.
Στο πλαίσιο της ομιλίας της, η κ. Ιουλία Τσέτη, αναφέρθηκε στο προσωπικό της επιστημονικό και επιχειρηματικό ταξίδι, στη σημασία των βιοεπιστημών για τη Δημόσια Υγεία και την καθημερινότητα όλων μας, στην αφοσίωσή της στην έρευνα και τη νέα γενιά – μέσα και από το εμβληματικό Ίδρυμα «ΚΛΕΩΝ ΤΣΕΤΗΣ» που έχει δημιουργήσει και στηρίζει με γενναίες υποτροφίες τους νέους επιστήμονες.
Επίσης, αναφέρθηκε στην ανάγκη διασύνδεσης της ακαδημαϊκής κοινότητας με τη βιομηχανία και ειδικότερα με τον κλάδο του φαρμάκου, καθώς και την αδήριτη ανάγκη η βιομηχανία να χρηματοδοτεί τα ερευνητικά προγράμματα, προκειμένου να υποστηριχθούν οι ασθενείς μέσα από νέες καινοτόμες θεραπείες, αλλά και να διατηρηθεί η ποιότητα ζωής τους.
Πανεπιστήμιο, Βιοεπιστήμες & Κοινωνική Ευθύνη
«Η σημερινή αναγόρευσή μου ως Επίτιμη Διδάκτορας, τιμά και σφυρηλατεί αυτήν ακριβώς τη διασύνδεση και αποτελεί τεκμήριο του διαλόγου του Πανεπιστημίου με τη Φαρμακοβιομηχανία, επεσήμανε η κ. Ιουλία Τσέτη και συνέχισε: Εντός των αμφιθεάτρων και των εργαστηρίων, μέσα στις σελίδες των ακαδημαϊκών βιβλίων και στη διάρκεια των διαλέξεων ή εργαστηριακών ασκήσεων, αποκαλύπτονται οι πρώτες πηγές της γνώσης, μεταδίδονται ερεθίσματα, αποκτώνται εμπειρίες, αποκαλύπτεται ο ρόλος του Επιστήμονα Υγείας – Φαρμακοποιού, και σφυρηλατείται ο επιστημονικός χαρακτήρας των νέων φοιτητών.
Άλλωστε, εντός της Φαρμακοβιομηχανίας μπορούν οι ιδέες που «γεννήθηκαν» στους χώρους των εργαστηρίων, να «πάρουν σάρκα και οστά», να βρουν πρακτική εφαρμογή και εν τέλει, αυτός ο διάλογος Πανεπιστημίου – Βιομηχανίας να συντελέσει στη δημιουργία ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, σε ένα βήμα προς τη βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής κάποιου συνανθρώπου μας.
Οφείλουμε να επιδιώκουμε συνεργασίες ανάμεσα στα Ακαδημαϊκά Ιδρύματα και τη Φαρμακοβιομηχανία μέσα από έργα και πρωτοβουλίες που θα φέρουν τον φοιτητή στη θέση να εφαρμόσει στην πράξη τις θεωρητικές του γνώσεις, να «μεταφράσει» το ερευνητικό έργο σε ορατό θεραπευτικό αποτέλεσμα στη ζωή ενός ασθενούς ή και σε απτό προϊόν της παραγωγής ενός εργοστασίου».
Η αναγκαία σύνδεση ακαδημαϊκής κοινότητας & βιομηχανίας
Για τη σύνδεση μεταξύ ακαδημαϊκής κοινότητας και βιομηχανίας – πεδίο στο οποίο αναφέρεται πολύ συχνά, η πρόεδρος του ΟΦΕΤ ανέφερε: «Προς την υλοποίηση της ολιστικής προσέγγισης της Υγείας, της ισχυρής αλληλεπίδρασης Βιομηχανίας – Ακαδημίας για την προαγωγή της καινοτομίας, της μεταφοράς τεχνολογίας και αξιοποίησης της επιστημονικής γνώσης που παράγεται στα πανεπιστήμια, οφείλουμε οι Βιομηχανίες, να χρηματοδοτούμε με ίδια κεφάλαια ερευνητικά προγράμματα σε πανεπιστημιακά και ερευνητικά Ιδρύματα, τα οποία στοχεύουν στην ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών προϊόντων, με γνώμονα τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής του ανθρώπου και την καταπολέμηση των νέων ασθενειών. Είναι ένα όραμα συνεργατικής έρευνας που υλοποιείται εντός των κόλπων του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη (ΟΦΕΤ). Μάλιστα την τελευταία 7ετία, η διασύνδεση αυτή, απαριθμεί πάνω από 45 προγράμματα χρηματοδοτούμενα από ίδιους πόρους. Επίσης, οι βιομηχανίες οφείλουν να εκμεταλλεύονται τη δυνατότητα να συμμετέχουν ως φορείς, ακόμη και με ιδιωτική συμμετοχή, σε εθνικά και διεθνή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα».
Συνεργασία ΟΦΕΤ με 30 ερευνητικές ομάδες
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο ΟΦΕΤ, σύμφωνα με την κυρία Τσέτη, «στο πλαίσιο εξωστρέφειας, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα ευρύ επιστημονικό δίκτυο, αποτελούμενο από περισσότερες από 30 ερευνητικές ομάδες από τον ακαδημαϊκό χώρο, το οποίο μας επιτρέπει να εκτελούμε σε συνεργασία ερευνητικά έργα για την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και τεχνολογιών, τα οποία, μάλιστα, μπορούν να κατοχυρωθούν με διπλώματα ευρεσιτεχνίας».
Αναφερόμενη στο Ίδρυμα «ΚΛΕΩΝ ΤΣΕΤΗΣ» και στη συνεισφορά του στην έρευνα και τους νέους επιστήμονες, προκειμένου αυτοί να παραμείνουν στην Ελλάδα και να μπορέσουμε ως χώρα να αναχαιτίσουμε το σοβαρό κύμα επιστημονικής μετανάστευσης, η πρόεδρος του ΟΦΕΤ υπογράμμισε: «Το Ίδρυμα ΚΛΕΩΝ ΤΣΕΤΗΣ εμπνευσμένο από το ίδιο όραμα του ΟΦΕΤ, ιδρύθηκε στη μνήμη του αείμνηστου Κλέωνα Τσέτη και μέχρι σήμερα έχει δώσει πάνω από 30 υποτροφίες. Σκοπός του Ιδρύματος είναι η ενίσχυση της επιστημονικής έρευνας και καινοτομίας, καθώς και η προαγωγή της επιστήμης, της εκπαίδευσης και των τεχνών, ενώ κυρίαρχο όραμα αποτελεί η βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής του σύγχρονου ανθρώπου. Η αριστεία, η ηθική, η καινοτόμος σκέψη και η μάθηση είναι μερικές από τις θεμελιώδεις αρχές του Ιδρύματος».
Κλείνοντας την ομιλία της, η κ. Ιουλία Τσέτη, επανέλαβε για ακόμη μια φορά την ανάγκη σύμπνοιας μεταξύ Πανεπιστημίου – Φαρμακοβιομηχανίας, καθώς αυτές οι συνέργειες έχουν μόνο οφέλη και για τους δύο φορείς αμφίδρομα, ώστε μαζί να αγκαλιάσουμε την πρόοδο, την καινοτομία, αλλά κυρίως να δημιουργήσουμε ευκαιρίες στις νέες γενιές. Καθώς, όπως μας είχε παροτρύνει και ο σπουδαίος Έλληνας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, «Κάνε ένα άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά».