Γράφει ο
ΦΟΙΒΟΣ ΚΛΟΚΚΑΡΗΣ
Αντιστράτηγος ε.α.
H επεκτατική πολιτική τής Τουρκίας σε βάρος του Ελληνισμού, πηγάζει από τον ιερό όρκο της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης το 1920, περί ανασύστασης τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Διεκδικεί επανάκτηση της Κύπρου και περιορισμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο (ΑΜ) και τη Δυτική Θράκη. Επιδιώκει να επιβάλει δυναμικά σε βάρος τής εθνικής κυριαρχίας του Ελληνισμού μια θαλάσσια ζώνη («γαλάζια πατρίδα») στις δυτικές και νότιες ακτές της, που θα εκτείνεται μέχρι το μέσο του Αιγαίου και τη γραμμή νοτίως Κρήτης – Κύπρου, η οποία θα της προσφέρει ασφάλεια, πόρους και τη δυνατότητα να καταστεί ισχυρή περιφερειακή δύναμη.
Για την επίτευξη του στόχου της ενήργησε μεθοδικά, με μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό, και μέχρι σήμερα πέτυχε να διχοτομήσει βίαια την Κύπρο, να την αλλοιώσει δημογραφικά και να τη διατηρεί υπό την ομηρία της με ισχυρές τουρκικές δυνάμεις κατοχής (ΤΔΚ). Αρνείται επί μισό αιώνα να εκτελέσει τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας / ΟΗΕ για απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο. Προέβη σε σωρεία παραβιάσεων του θαλάσσιου και εναέριου χώρου της Ελλαδας στο Αιγαίο και την ΑΜ με σκοπό την ανατροπή των διατάξεων της Συνθήκης της Λοζάνης. Δεν υπέγραψε τη σύμβαση των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και αρνείται να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της. Απειλεί την Ελλάδα με casus belli αν επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της στα 12 ν.μ. στο Αιγαίο και δεν αναγνωρίζει ότι τα νησιά έχουν δικαίωμα σε ΑΟΖ. Αμφισβητεί τα όρια του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, του FIR, της περιοχής έρευνας / διάσωσης και την κυριαρχία της Ελλάδας σε μεγάλο αριθμό νησιών του Αιγαίου, τα οποία απαιτεί να αποστρατικοποιηθούν. Eνίσχυσε την πολεμική βιομηχανία της και τη στρατιωτική ισχύ της, ιδιαίτερα τη ναυτική και έδωσε βαρύτητα στις αποβατικές δυνάμεις της και τις διακλαδικές ασκήσεις, με σενάριο την κατάληψη νήσου.
Ο Ελληνισμός ακολούθησε πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας, που όχι μόνο δεν ανέκοψε αλλά αύξησε την επιθετικότητά της. Καλλιεργήθηκε η ψευδαίσθηση ότι οι υποχωρήσεις προς ικανοποίηση των απαιτήσεων της Άγκυρας, θα ανακόψουν τις επεκτατικές επιδιώξεις της. Δεν λήφθηκαν σοβαρά υπόψιν τα ιστορικά παραδείγματα κατευνασμού του αντιπάλου, που απέτυχαν, όπως η περίπτωση του Χίτλερ στον Β’ ΠΠ, ούτε τα διδάγματα του Θουκυδίδη, που αφορούν την υποχωρητικότητα και την ισχύ. (Α140 «αν υποχωρήσετε τώρα, θα προβάλουν αμέσως άλλη επαχθέστερη απαίτηση γιατί θα νομίσουν ότι ενδώσατε από φόβο»). Αυτό ουσιαστικά έγινε με τις χρονοβόρες διακοινοτικές συνομιλίες για το Κυπριακό.
Συνεχείς υποχωρήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ), τις ενθυλακώνει η Τουρκία και επανέρχεται με νέες απαιτήσεις πλέον επώδυνες. Σταδιακά οι κυβερνήσεις της ΚΔ αποδέχθηκαν κατάργηση του ενιαίου κράτους, αφοπλισμό του, αντικατάσταση του από τη ΔΔΟ, ένα συνεταιρισμό δύο ισοτίμων κρατιδίων, με πολιτική ισότητα και εκ περιτροπής προεδρία, που κατέληξε σε συγκαλυμμένη μορφή συνομοσπονδίας δύο κρατών, που δεν διαφέρει πολύ από τη σημερινή απαίτηση της Τουρκίας για λύση δύο κρατών (συνομοσπονδία δύο κρατών) υπό την ομηρία της. (Ε89 «Το δίκαιο έχει εφαρμογή όταν υπάρχει ισοδυναμία ισχύος μεταξύ αυτών που το επικαλούνται»). Η απουσία πανεθνικής στρατηγικής του Ελληνισμού για απελευθέρωση της Κύπρου και η αποδυναμωμένη στρατιωτική ισχύς του είχαν ως συνέπεια την αποδοχή τής λύσης ΔΔΟ για το Κυπριακό, που νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Είναι ενθαρρυντικό ότι η Ελλάδα, την τελευταία περίοδο ενίσχυσε δραστικά τη στρατιωτική ισχύ της και πρέπει να πράξει το ίδιο και η ΚΔ. Να αυξήσει τις δαπάνες για την άμυνα σε ποσοστό τουλάχιστον 3% επί του ΑΕΠ, να απορρίψει τη λύση ΔΔΟ και να επανατοποθετήσει το Κυπριακό στην ορθή βάση του ως θέμα εισβολής και κατοχής. Είναι τελείως αδικαιολόγητη η ενέργεια της παρούσας κυβέρνησης της ΚΔ να μειώσει τις εισφορές για την άμυνα από 30% σε 17%.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα της πολιτικής του κατευνασμού που ακολoύθησε ο Ελληνισμός έναντι της Τουρκίας λόγω φοβικού συνδρόμου:
-Κυπριακό: Με τις συνεχείς υποχωρήσεις της ΚΔ, το διεθνές έγκλημα της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου (εισβολή, κατοχή, εποικισμός, αρπαγή περιουσιών, εθνοκάθαρση), κατέληξε σε δικοινοτική διαφορά και απενοχοποιήθηκε η Τουρκία.
-Πενταμερείς Διασκέψεις για το Κυπριακό: Ελλάδα και ΚΔ υποχώρησαν στην τουρκική απαίτηση πραγματοποίησής τους (Γενεύη 2021) χωρίς τη συμμετοχή της ΚΔ.
-Ενταξιακή πορεία Τουρκίας. Ελλάδα και ΚΔ δεν πρόβαλαν ΒΕΤΟ στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της ΕΕ με την Τουρκία, η οποία αρνείται να αναγνωρίσει την ΚΔ (κράτος – μέλος της ΕΕ) και συνεχίζει να κατέχει έδαφος της ΕΕ.
-Σύμφωνο συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας (7.12.2023): Υπογράφηκε, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία διατηρεί το casus belli κατά της Ελλάδας και εμμένει στις παράνομες διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και την ΑΜ.
-Διεθνείς Οργανισμοί: Η ελληνική κυβέρνηση υποστήριξε Τούρκους υποψήφιους για τις κρίσιμες θέσεις των ΓΓ του ΟΑΣΕ και ΙΜΟ (2023, 2024) παρά το γεγονός ότι η Τουρκία εισέβαλε και κατέχει εδάφη της Κύπρου, της οποίας η Ελλάδα είναι εγγυήτρια δύναμη.
-Κυρώσεις ΕΕ: Ελλάδα και ΚΔ δεν απαιτούν από την ΕΕ να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία για την εισβολή / κατοχή στην Κύπρο, όπως έπραξε στην περίπτωση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
-ΔΕΑΧ – ΑΟΖ – Χωρικά Ύδατα(ΧΥ): Το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου (ΔΕΑΧ) Ελλάδας – Κύπρου παραμένει αδρανές από το 2000, η ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών δεν έχει οριοθετηθεί και τα ελληνικά ΧΥ, δεν έχουν επεκταθεί στα12 ν.μ. στο Αιγαίο.
-Μέτρα στήριξης Τουρκοκυπρίων (τ/κ): Η ΚΔ έλαβε μονομερώς μέτρα στήριξης των τ/κ (26.1.2024) και συγκατένευσε καθώς και η ελληνική κυβέρνηση, στη συμμετοχή του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), στην άτυπη σύνοδο των ΥΠΕΞ/ΕΕ (Αυγ. 2024), παρά το γεγονός ότι οι ΤΔΚ προωθούνται επιθετικά στη νεκρή ζώνη και υπάρχει εμμονή της Τουρκίας και των τ/κ σε λύση δύο κρατών στο νησί.
Διαπιστώθηκε ότι η πολιτική του κατευνασμού δεν ανακόπτει την επιθετικότητα και τις επεκτατικές επιδιώξεις της Τουρκίας.Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι, γιατί ο Ελληνισμός συνεχίζει αυτή την αναποτελεσματική πολιτική επί μισό αιώνα;
Η Τουρκία υπολογίζει μόνο την ισχύ του αντιπάλου και αυτήν πρέπει να ενδυναμώσει ο Ελληνισμός (Ελλάδα, ΚΔ), με την επισήμανση, ότι η ισχύς από μόνη της, δεν λειτουργεί αποτρεπτικά, αν δεν υπάρχει εθνική ομοψυχία και πολιτική βούληση προβολής της ισχύος αλλά και χρήσης της, όταν απειλείται ή παραβιάζεται η εθνική κυριαρχία.