Γράφει ο
Δημήτριος Γ. Σουλιώτης
Οι εσωκομματικές εκλογές στο ΠΑΣΟΚ ολοκληρώθηκαν και επανεξελέγη πρόεδρος ο Νίκος Ανδρουλάκης. Είναι γεγονός ότι οι υποψήφιοι πρόεδροι, τα στελέχη του Κόμματος και οι ψηφοφόροι του επέδειξαν πολιτική ωριμότητα και η όλη διαδικασία αξίζει να αποτελεί παράδειγμα δημοκρατικής λειτουργίας σε όλα τα όργανα του Κόμματος και στο μέλλον. Στα θετικά στοιχεία μπορεί να προστεθεί επίσης η μέσω των υποψηφίων προέδρων ευρύτερη κοινοποίηση και ανάδειξη θέσεων του Κόμματος. Μετά την εκλογή του προέδρου, τόσο αυτός όσο και οι συνυποψήφιοί του δήλωσαν ότι θα αγωνιστούν ενωμένοι, ώστε το ΠΑΣΟΚ να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα ‘ μέχρι τις επόμενες εκλογές ‘ τον άλλο πόλο του δικομματισμού. Τέθηκε δηλαδή άμεσα ο στόχος κατάληψης της εξουσίας, ίσως για να αποτελέσει τη συγκολλητική ουσία τόσο για την ενότητα των στελεχών και των συνιστωσών του Κόμματος, όσο και για την αύξηση των ποσοστών του. Εδώ βέβαια ειδικός εμπειρογνώμων που μπορεί να παραδώσει μαθήματα είναι η συντηρητική παράταξη, η οποία διαχρονικά έχει ένα και μοναδικό σκοπό: την κατάληψη και τη διατήρηση της εξουσίας, μέσω ελέγχου των κρατικών θεσμών και συνεργασίας προς αμοιβαίο όφελος με το ιδιωτικό κεφάλαιο. Όμως δυστυχώς για τη χώρα και τους πολίτες της η ισχυρή εξουσιαστική δυναμική της συντηρητικής παράταξης επιτυγχάνεται με τη χρήση προνεωτερικών μεθόδων και πρακτικών, με συνέπεια την αναπαραγωγή της προνεωτικότητας… Επιθυμούν κάτι τέτοιο τα στελέχη και οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ; Και αν δεν το επιθυμούν τι διαφορετικό προτείνουν στη θέση του;
Κατά την προεκλογική περίοδο των εσωκομματικών εκλογών στο ΠΑΣΟΚ, όλοι οι υποψήφιοι πρόεδροι δήλωσαν σοσιαλδημοκράτες. Δεν διευκρινίστηκαν όμως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της σοσιαλδημοκρατίας στην οποία αναφέρονται. Και συγκεκριμένα δεν διευκρινίστηκαν οι στόχοι, οι πολιτικές, τα μέτρα, οι ιεραρχήσεις των τελευταίων, οι πολιτικές συμμαχίες και συνεργασίες σε κυβερνητικό επίπεδο, κ.τ.λ. Στο παρελθόν υπήρξε η σοσιαλδημοκρατία της «χρυσής εποχής», όπου πρωταγωνίστησαν ο Βίλυ Μπράντ, ο Μπρούνο Κράισκι, ο Ούλοφ Πάλμε, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Φελίπε Γκονθάλεθ, ο Αντρέας Παπανδρέου… Εκείνη η μορφή σοσιαλδημοκρατίας αν και είχε εγκαταλείψει τη στρατηγική της μετωπικής σύγκρουσης με τον καπιταλισμό και στο δίλημμα «επανάσταση ή μεταρρύθμιση» είχε επιλέξει τη δεύτερη, είχε ωστόσο καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για τον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού, μέσω της επιβολής κανόνων προς μετριασμό των δυσμενών συνεπειών εις βάρος των πολλών που προκαλεί ο νεοφιλελευθερισμός. Συγκεκριμένα εκείνη η σοσιαλδημοκρατία αντιστάθηκε στις ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών τομέων της οικονομίας, υπερασπίστηκε τον δημόσιο τομέα, περιόρισε την απληστία του μεγάλου κεφαλαίου, φορολόγησε τα κέρδη και τις περιουσίες των πλουσίων, έχτισε ένα σοβαρό κοινωνικό κράτος, βοήθησε τους μη προνομιούχους, συνεργάστηκε με το συνδικαλιστικό κίνημα, διεύρυνε τις δημοκρατικές κατακτήσεις των πολιτών, κράτησε αποστάσεις από την ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ… Αργότερα όμως εμφανίστηκε η σοσιαλδημοκρατία του τρίτου δρόμου με ηνίοχους τον Μπλερ και τον Σρέντερ και ακόλουθους αρκετούς ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση (TINA) και το μόνο που μένει είναι η βελτίωση κάποιων οικονομικών μεγεθών, οδήγησαν τα Κόμματά τους στην αγκαλιά του νεοφιλελευθερισμού. Συγκεκριμένα υιοθέτησαν σχεδόν όλες τις πολιτικές των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων στο οικονομικό πεδίο, έγιναν μέρος των φιλελεύθερων ολιγαρχιών που διατηρούν την κυριαρχία στα κοινοβουλευτικά συστήματα των χωρών της Ευρώπης, ακρωτηρίασαν το κοινωνικό κράτος, συνέχισαν τις ιδιωτικοποιήσεις, μείωσαν τη φορολογία των επιχειρήσεων, διέρρηξαν τους δεσμούς με την εργατική τάξη και τα συνδικάτα της, υποστήριξαν με υποτέλεια τις επιλογές των ΗΠΑ, συγκυβέρνησαν με συντηρητικά κόμματα… Σαν συνέπεια τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έπαψαν βαθμιαία να έχουν στο κέντρο της πολιτικής τους τις κοινωνικές ανισότητες και χαλάρωσαν τους δεσμούς τους με τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Μετακινήθηκαν σε άυλες αξίες, στα δικαιώματα και στη διεκδίκηση αυτοπροσδιορισμού του φιλελεύθερου ατόμου. Αντίστοιχα τα φτωχότερα στρώματα μετατοπίστηκαν σε θέσεις αντι’παγκοσμιοποίησης και διεκδίκησης του εθνικού χώρου. Αυτό έχει σαν συνέπεια να βρεθούν απέναντι τόσο στους πάνω (ελίτ), όσο και στους κάτω (μετανάστες) και σε αναζήτηση ταυτότητας να προσεγγίσουν πολιτικά αυτούς που πρόβαλαν τις συγκεκριμένες θέσεις, δηλαδή τα κόμματα της ακραίας Δεξιάς.
Και τώρα που το ΠΑΣΟΚ, μετά τις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές και την επαναβεβαίωση της εμπιστοσύνης προς τον αρχηγό του, προσβλέπει στην αναγέννησή του, ποιες είναι εκείνες οι πολιτικές που θα το επανασυνδέσουν με τις ρίζες του; Για ένα γνήσιο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αυτές οι πολιτικές, σε γενικές γραμμές, όπως και στο παρελθόν δεν μπορεί παρά να αποβλέπουν στην υπεράσπιση των συμφερόντων των αδύναμων και μη προνομιούχων Ελλήνων, σε αντίθεση με τη ΝΔ, που υπερασπίζεται τα συμφέροντα των ισχυρών και των βολεμένων. Πιο συγκεκριμένα το αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να περιορίσει την απληστία των Ελλήνων ολιγαρχών, να αυξήσει τη φορολογία των κερδών και των περιουσιών των πλουσίων, να ενισχύσει σθεναρά το κοινωνικό κράτος, να επανασυνδέσει τους δεσμούς του με την εργατική τάξη και τα συνδικάτα της, να εξασφαλίσει και να διευρύνει τις δημοκρατικές κατακτήσεις των πολιτών, που καταβαραθρώθηκαν τα τελευταία χρόνια, να επαναφέρει στο κράτος στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, στους οποίους έχει αποτύχει η ιδιωτικοποίησή τους (ενέργεια, σιδηροδρομικές μεταφορές), να κρατήσει αποστάσεις από την ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ…
Πιο συγκεκριμένα ένα ΠΑΣΟΚ της γνήσιας Σοσιαλδημοκρατίας με βασικό στόχο του τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, μέσω της ανακατανομής του πλούτου υπέρ των οικονομικά αδυνάτων θα μπορούσε να επεξεργαστεί και να προτείνει ως μέλος του ΕΣΚ πολιτικές όπως οι ακόλουθες: Κατάργηση των φορολογικών παραδείσων και των νησίδων φορολογικών παραδείσων εντός των αναπτυγμένων χωρών της Δύσης. Ενιαίοι φορολογικοί συντελεστές σε επίπεδο ΕΕ και διακοπή εμπορικών σχέσεων με κράτη χαμηλής φορολογίας. Φορολόγηση των πολυεθνικών εταιριών στις χώρες που δραστηριοποιούνται, ανάλογα με τις πωλήσεις τους κατά χώρα. Καθιέρωση φόρου στις διεθνείς συναλλαγές και στις κινήσεις κεφαλαίων (Φόρος Tobin). Μέσω αυτών των πολιτικών σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο θα επιτευχθεί όχι μόνο η ανακατανομή του πλούτου υπέρ των αδυνάτων, αλλά και η επίλυση και άλλων συνδεόμενων προβλημάτων (μεταναστευτικό, εγκληματικότητα). Επίσης σε εθνικό επίπεδο θα μπορούσε να επεξεργαστεί και να προτείνει πολιτικές όπως οι ακόλουθες: εκδημοκρατισμός των θεσμών. Οι θεσμοί λειτουργούν σαφώς δεξιόστροφα και χρειάζεται αλλαγή πορείας (Προτάσεις: διακομματική συναίνεση για την ανάδειξη των ηγεσιών τους, εκλογή των ηγεσιών αποκλειστικά από τα μέλη τους, αξιολογητές για τη στελέχωσή τους εκτός της χώρας, κ.τ.λ.). Επίσης αλλαγή του καλπονοθευτικού εκλογικού νόμου (πρόταση: απλή αναλογική ή εκλογικό σύστημα Γαλλίας, Μ. Βρεττανίας, Γερμανίας…), ώστε να δημιουργηθεί κουλτούρα συνεργασιών και κυρίως να αποδυναμωθεί η ισχύς του «μπετόν αρμέ» ποσοστού της συντηρητικής παράταξης, βασικού παράγοντα αναπαραγωγής της προνεωτερικότητας. Επιπλέον αλλαγή του μοντέλου της πρωθυπουργικής δημοκρατίας μας, για τη μείωση της απόλυτης εξουσίας πρωθυπουργών και μάλιστα μειωμένης νομιμοποίησης. Διαχωρισμός Κράτους Εκκλησίας, αποκομματικοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης μέσω αντικειμενικής αξιολόγησης επιλογής στελεχών…
Το ΠΑΣΟΚ στην προσπάθεια αναγέννησής του θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα σταυροδρόμι, θα υποχρεωθεί να ακολουθήσει είτε το δρόμο της γνήσιας σοσιαλδημοκρατίας, είτε το δρόμο ενός εκσυγχρονιστικού «Ποταμιού». Όποιο δρόμο όμως και αν ακολουθήσει θα είναι σίγουρα καλύτερο από τη ΝΔ, που διακονεί έναν βαλκανικό νεοφιλελευθερισμό. Και γι’ αυτό αξίζει να υποστηριχτεί από τους προοδευτικούς πολίτες… Αρκεί βέβαια τόσο τα στελέχη του όσο και οι ψηφοφόροι του να παραμείνουν ενωμένοι…