Στο πλαίσιο του 65ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Σταύρος Τορνές συνέντευξη Τύπου του διάσημου ηθοποιού Ματ Ντίλον που παραβρίσκεται στο Φεστιβάλ ως σκηνοθέτης της ταινίας «Την έλεγαν Μαρία».
Τη συνέντευξη συντόνισε ο Γιώργος Κρασσακόπουλος, επικεφαλής προγράμματος του Φεστιβάλ και σε ερώτησή του σχετικά με την τελευταία του ταινία, όπου ενσαρκώνει τον Μάρλον Μπράντο την εποχή που εκείνος πρωταγωνίστησε στο «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ο Ματ Ντίλον δήλωσε: «Δεν μπόρεσα να αντισταθώ και να αρνηθώ να συμμετάσχω σε αυτή την ταινία. Ο Μάρλον Μπράντο είναι φοβερά επιδραστικός και άλλαξε τον ρου του σινεμά πολλές φορές στην καριέρα του. Αγάπησα το σενάριο: η απεικόνιση ήταν δίκαιη και ειλικρινής. Αργότερα κάπως το μετάνιωσα γιατί ήταν πραγματικά μια πολύ δύσκολη αποστολή, δεδομένου ότι ο Μάρλον Μπράντο υπήρξε ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους του 20ού αιώνα. Ταυτόχρονα, όμως, μου άρεσε αυτή η πρόκληση. Μου αρέσει να παίρνω ρίσκα στην καριέρα μου, κι αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα που έχω πάρει. Θα κοιτώ τον Μπράντο πάντα με ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης, διότι μου άσκησε πραγματικά τεράστια επιρροή. Οι ηθοποιοί δεν θέλουν ποτέ να συγκρίνονται μαζί του. Κατάφερνε να παρουσιάζεται πάντα ευάλωτος και αυθόρμητος, στοιχεία που ο ίδιος και ηθοποιοί του δικού του διαμετρήματος έφεραν στο σινεμά. Η ευαισθησία αυτή είναι εγγενής στην ανθρώπινη εμπειρία και είναι φοβερά σημαντική για μένα. Ο Μάρλον Μπράντο άλλαξε την εικόνα του Αμερικανού άντρα – δεν υπήρχε πια Τζον Γουέιν».
Συνεχίζοντας, ο Ματ Ντίλον συμπλήρωσε: «Στον συγκεκριμένο ρόλο υπήρχε ένα έντονο προσωπικό στοιχείο. Πρόκειται για ένα αριστούργημα του κινηματογράφου. Αφού ολοκλήρωσα τη δεύτερη ταινία μου, γράφτηκα στο ινστιτούτο του Λι Στράσμπεργκ για μαθήματα υποκριτικής και εκεί μιλούσαμε συνεχώς για φιγούρες όπως ο Μάρλον Μπράντο, ο Τζέιμς Ντιν και ο Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η ιερή αυτή τριάδα ηθοποιών άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν τα πράγματα στον κινηματογράφο. Υπήρχε και κάτι ακόμη που με κέρδισε σε αυτόν τον ρόλο: η Μαρία Σνάιντερ, η οποία ξεκίνησε να δουλεύει στον κινηματογράφο πάρα πολύ νέα, κάτι με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ γιατί έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική σε πολύ μικρή ηλικία. Είχα πάντα πολλή κατανόηση για τη θέση στην οποία βρέθηκε. Φυσικά, η κατάστασή της ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μου, αλλά με έναν τρόπο μπορώ να ταυτιστώ. Ξέρω πώς είναι να είσαι ένα νέο άτομο στο σετ, που δεν έχει εμπειρία, δεν μπορεί να θέσει αυστηρά όρια και να έχει το προνόμιο της αυτενέργειας. Για τον λόγο αυτό, με συγκίνησε η ερμηνεία της Αναμαρία Βαρτολομέι. Στο τέλος, ένιωσα πραγματικά περήφανος που πήρα μέρος σε μια δημιουργία που έδωσε φωνή στη Μαρία Σνάιντερ. Η Ζεσικά Παλούντ είχε την ευαισθησία να μην κάνει μια πολιτική ταινία, ούτε μια ταινία εκδίκησης. Έφτιαξε μια ειλικρινή προσωπική ιστορία, η οποία φωτίζει κρυμμένες πτυχές ενός γεγονότος».
Αναφερόμενος στη διαβόητη σκηνή από το «Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι», ο Ματ Ντίλον δήλωσε: «Χωρίς να θέλω να κακολογήσω τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, αυτόν τον πραγματικά σπουδαίο κινηματογραφιστή, θεωρώ πως έκανε λάθος στην συγκεκριμένη επίμαχη σκηνή με τη Μαρία Σνάιντερ. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση πως η πρόθεσή του ήταν να δημιουργήσει κάτι σαδιστικό. Θα ήταν όμως λάθος να απλοποιήσουμε τα δεδομένα. Έχουμε πολλά στοιχεία που περιπλέκουν την υπόθεση. Η ζωή της Μαρία Σνάιντερ ήταν ήδη φοβερά ασταθής λόγω του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Η εμπειρία της στο πλατό εκείνη την ημέρα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο για την ίδια, να βρεθεί δηλαδή σε μια τέτοια κατάσταση. Συνεχίζω να πιστεύω όμως πως το Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι είναι ένα αριστούργημα. Η σκηνή αυτή είναι το μόνο στοιχείο στην ταινία που δεν μου αρέσει καθόλου. Ήταν ένα λάθος που δημιούργησε ένα τεράστιο τραύμα. Το τραύμα αυτό ήταν ίσως ήδη σε εξέλιξη, αλλά σίγουρα επιδεινώθηκε από αυτή την κατάσταση. Το σημείο αυτό είναι κομβικό στην ιστορία της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ολόκληρη η ιστορία της».
Όσον αφορά δε στις ερωτικές σκηνές στο σινεμά γενικότερα, ο Ντίλον σχολίασε χαρακτηριστικά: «Έχω γυρίσει πολλές ερωτικές σκηνές και δεν είναι ποτέ εύκολες. Πλέον, στα πλατό υπάρχει μια νέα επαγγελματική κατηγορία, ο intimacy coordinator, που αναλαμβάνει την ευθύνη για τη σωστή ψυχολογική προετοιμασία των ηθοποιών στις ερωτικές σκηνές. Ήταν η πρώτη φορά που συνεργάστηκα με έναν τέτοιο επαγγελματία. Σε κάποιους ανθρώπους ίσως να μην αρέσει η ιδέα κάποιου είδους “αστυνόμευσης” σχετικά με το πώς να συμπεριφερθούν. Ωστόσο, ο intimacy coordinator παρέχει σε όλους ένα ασφαλές πλαίσιο, το οποίο επιτρέπει περισσότερες δυνατότητες».
Ως προς τη σκηνοθεσία και τα πρώτα του βήματα, ο Ματ Ντίλον δήλωσε: «Πάντα ήθελα να σκηνοθετήσω! Είχα κάνει ορισμένα μικρά πράγματα, βίντεο κλιπ και τηλεοπτικές δουλειές. Υπάρχει όμως μια διαφορετική ικανοποίηση στις ταινίες μεγάλου μήκους: το σινεμά είναι το καλλιτεχνικό μέσο του σκηνοθέτη. Οι ερμηνείες και το σενάριο είναι επίσης φοβερά σημαντικά, αλλά η σκηνοθεσία είναι το μέσο σε μια σχετικά νέα τέχνη όπως είναι ο κινηματογράφος. Ήθελα πάντα να σκηνοθετήσω και η συγκεκριμένη ταινία ήταν μια ιδέα που φίλτραρα εδώ και αρκετό καιρό, βασισμένη σε πραγματικές ιστορίες από ορισμένες σκιώδεις προσωπικότητες που είχα γνωρίσει στη Νέα Υόρκη. Τη γύρισα στην Καμπότζη, μια χώρα με μηδενικές κινηματογραφικές υποδομές εκείνη την εποχή, τα πράγματα όμως έχουν ευτυχώς αλλάξει από τότε. Γράψαμε το σενάριο με έναν καταπληκτικό συγγραφέα, τον Μπάρι Γκίφορντ. Έμαθα πολλά από αυτή την ταινία. Μου έδωσε την ευκαιρία να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό και να εξελιχθώ με έναν άλλο τρόπο».
Απονομή Χρυσού Αλέξανδρου στον Ματ Ντίλον
Την ίδια μέρα, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης απένειμε στον Ματ Ντίλον, έναν από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς του σύγχρονου αμερικανικού κινηματογράφου, τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο στο Ολύμπιον, πριν την προβολή της ταινίας Πόλη φαντασμάτων (City of Ghosts, 2002), η οποία σηματοδότησε το ντεμπούτο του ως σκηνοθέτη και σεναριογράφου.
Ο πολυσχιδής και αγαπημένος ηθοποιός, μέσα σε επευφημίες και χειροκροτήματα παρέλαβε τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο από την ηθοποιό και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Θέμιδα Μπαζάκα.