Πέμπτη, 16 Ιανουαρίου, 2025

«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…»

Γράφει η
Ελένη Κονιαρέλλη – Σιακή

Τα δύο παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι γύρω στα δώδεκα, κάθονταν στο πεζούλι της αυλής του σχολείου και κουβέντιαζαν:

– Εσένα ποιο μάθημα σου αρέσει; Ρώτησε το αγόρι.

– Ε! Όλα κι από λίγο… Δεν τρελαίνομαι και με κανένα. Με τα Μαθηματικά τα πάω καλά, και με τη Φυσική… Και με τη Γλώσσα, αν και με κουράζει με τόσα μπλα-μπλα, καλή είναι, απάντησε γελώντας.

– Τα Θρησκευτικά σου αρέσουν; συνέχισε το αγόρι.

– Τι είπες τώρα; τον κορόιδεψε το κορίτσι. Δεν έχω ανοίξει ποτέ αυτό το βιβλίο, αλλά φαίνεται ότι δεν αρέσουν ούτε και στον δάσκαλο, γιατί σχεδόν πάντα στην ώρα των Θρησκευτικών κάνουμε άλλο μάθημα. Στην ώρα των Θρησκευτικών, μας λέει ο δάσκαλος:

– Ας κάνουμε τώρα Γλώσσα, γιατί έχουμε μείνει πίσω, και για τα Θρησκευτικά βλέπουμε αργότερα… Μια μέρα, ο καλύτερος μαθητής της τάξης τον ρώτησε: «Κύριε, γιατί δεν κάνουμε Θρησκευτικά; Όλο αλλάζετε την ώρα με άλλο μάθημα. Πότε θα μάθουμε τι γράφει αυτό το βιβλίο για τη Θρησκεία μας; Για τον Θεό, για τον Χριστό, για τα θαύματα, για τους Αποστόλους; Κοντεύει να τελειώσει η χρονιά…» Τότε ο δάσκαλος τον κοίταξε χωρίς να του απαντήσει και εμείς σκάσαμε στα γέλια.

Το αγόρι με τα μάτια σχεδόν τρομαγμένα, και με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του σφιγμένα, κατέβηκε απότομα από το πεζούλι και ρώτησε το κορίτσι:

– Εσύ, δηλαδή, δεν ξέρεις καμιά προσευχή; Ούτε το «Πάτερ ημών» που λέμε το πρωί στο σχολείο; Δεν πηγαίνεις ποτέ στην Εκκλησία;

– Πηγαίνω στην Εκκλησία σε γάμους και σε βαφτίσια. Βέβαια, πηγαίνω με τους δικούς μου τα Χριστούγεννα και στην Ανάσταση και στεκόμαστε λίγο έξω από την Εκκλησία μέχρι να πει ο παπάς το «Χριστός Ανέστη», να ακούσουμε τα μπαμ-μπουμ και να δούμε τα βεγγαλικά. Όσο για το «Πάτερ ημών» που λες, το ακούω κάθε πρωί στο σχολείο και σχεδόν το ξέρω, αλλά δεν το καταλαβαίνω τι λέει. Και δεν με ενδιαφέρει να μάθω. Μάλλον εσύ το ξέρεις και μου κάνεις τον έξυπνο Χριστιανό! Άντε γεια σου «παπά μου», είπε κοροϊδευτικά το κορίτσι και γελώντας κατέβηκε κι αυτό από το πεζούλι και χοροπηδώντας απομακρύνθηκε.

Το αγόρι έμεινε μόνο, δεν κουνήθηκε από τη θέση του, κοίταζε σαν χαμένο μπροστά, αλλά φαινόταν από την εικόνα του φόβου και της περισυλλογής που ταξίδευε στο
πρόσωπό του, ότι από μέσα του, από τα βάθη της ψυχής του, έλεγε κάτι.

Ίσως προσευχόταν για κάποιον ή για κάποιους, μουρμουρίζοντας το «Πάτερ ημών…» Αυτή ήταν η πρώτη προσευχή που του είχε μάθει η μητέρα του και από μικρό παιδί την έλεγε «νερό». Κι εκείνη καμάρωνε, και όσο μεγάλωνε, του μάθαινε πολλά όμορφα πράγματα για τον Εκκλησιασμό, για τον Πατέρα Θεό, για τη Σταυρική θυσία του Χριστού για τη σωτηρία του αμαρτωλού ανθρώπου, για τη φωτόχαρη Ανάστασή Του, για την Παναγία τη Μητέρα όλου του κόσμου που η πλατιά αγκαλιά της ορθάνοιχτη στον ουρανό, είναι τόσο μεγάλη (Πλατυτέρα), ώστε να μας χωρά όλους, καλούς και κακούς.

Πικρή και βασανιστική, ατελείωτη και εναγώνια η θλίψη που με πνίγει συχνά. Δραματικό το ερώτημα που μου θέτει «το σήμερα» για το «αύριο». Πού χάθηκε σιγά-σιγά και ύπουλα η πίστη μας στον Θεό; Πώς παραγκωνίστηκε, ξεχάστηκε και σβήστηκε από την ψυχή πολλών ανθρώπων η προσευχή, που γαληνεύει τη σκέψη από τη συνειδησιακή τρικυμία και τροφοδοτεί με φως την ελπίδα; Γιατί πολλαπλασιάζονται τόσο γρήγορα οι οικογένειες που κλειδώνουν τον Χριστό έξω από το σπίτι τους; Γιατί πληθαίνουν οι άθεοι που αμφισβητούν, μισούν, διαγράφουν και σκληρά ειρωνεύονται κάθε τι χριστιανικό και σωτήριο που έχει κορύφωση την αγάπη; Και αν έτσι θέλουν να πράττουν και να ζουν, νομίζοντας ότι εκτός από το «εγώ» τους και τον εφησυχασμένο τους «εγωισμό», όλα τα άλλα για πίστη και ορθοδοξία, είναι πεπερασμένα και παλιά, και αστεία και χρόνος χαμένος… τότε γιατί στη φοβερή και κρίσιμη ώρα που θα τους βρει, το πρώτο όνομα που θα φωνάξουν είναι «Χριστέ μου», και στον τρόμο και την αγωνία του κακού που τους αντάμωσε, θα μουρμουρίζουν με τη φωνή της ψυχής τους το «Πάτερ ημών…», έστω και το μισό, γιατί από χρόνια σταμάτησαν να το λένε ολόκληρο. Τότε θεωρούσαν τον εαυτό τους άτρωτο, που δεν θα χρειαζόταν ποτέ προσευχές, εικόνες και Εκκλησίες.

Όμως, πρέπει να πούμε και για την άλλη εικόνα των πραγμάτων. Την εικόνα της λύτρωσης και της αρετής. Όταν προσέξουμε τους ανθρώπους που εκκλησιάζονται τακτικά, θα δούμε ότι οι νέοι, άνδρες και γυναίκες, που πιστεύουν στον Θεό και έρχονται με σεβασμό ν’ ανάψουν ένα κερί και να προσευχηθούν, είναι πολλοί, συγκινητικά πολλοί και ας βρίσκουν στην ανηφορική πορεία της πίστης δυσκολίες, σκοτεινούς παράδρομους, πονηρές τρικλοποδιές από τους άλλους. Και ακόμα, αυτά που δίνουν άπλετο και αγνό φως στην Εκκλησία, είναι τα κεφαλάκια των μικρών παιδιών που στην αγκαλιά των γονιών τους μαθαίνουν από πολύ μικρά, ότι μόνο εκεί υπάρχει η παρηγοριά και η ελπίδα και το φωτοστέφανο του Χριστού που τώρα φεγγοβολά στα μαλλιά τους, θα μείνει για πάντα εκεί γιατί φρόντισε νωρίς η οικογένειά τους να το τοποθετήσει σε στέρεα και σωστή βάση, ώστε να μην πέσει ποτέ!

Πριν από μερικά χρόνια είχα διαβάσει ένα κείμενο του καθηγητή Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεωργίου Μπαμπινιώτη για την Κυριακή Προσευχή, δηλαδή, το «Πάτερ ημών…» όπως συνηθίζουμε να το λέμε.

Έγραφε για την τελειότητα της Κυριακής Προσευχής τα εξής:

«…Μας παραδίδεται από το Ευαγγέλιο (Ματθ. 6, 9 και Λουκά 11, 2-4) και κατά το Κείμενο του Ευαγγελίου, την παραδίδει ο Κύριος στους ανθρώπους -εξ ου και Κυριακή Προσευχή-, λέγοντας:

«Ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς». Το κείμενο περιλαμβάνει:

α) Μια επίκληση προς τον Θεό: «Πάτερ ημών…» β) Τρεις ευχές – επιθυμίες, προστακτικής έγκλισης (τροπική έγκλιση), αγιασθήτω… ελθέτω… γεννηθήτω… και γ) Τρία αιτήματα – παρακλήσεις: δος… άφες… μη εισενέγκεις… αλλά ρύσαι.

Το κείμενο κλιμακώνεται νοητικά:
Προηγούνται οι ευχές, και ακολουθούν τα αιτήματα.

Είναι κείμενο λιτό, που με επικοινωνιακά και γλωσσικά κριτήρια, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ΙΔΑΝΙΚΟ».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ