Γράφει η
Ελένη Κονιαρέλλη – Σιακή
1. Εσκαμμένα
Συχνά στον γραπτό και προφορικό μας λόγο χρησιμοποιούμε τη φράση… «αυτός υπερέβη τα εσκαμμένα». Η φράση αυτή έρχεται από την αρχαιότητα και συγκεκριμένα μαθαίνουμε ότι ήταν ένας «Αθλητικός Έπαινος!» Αφορούσε αθλητές του Άλματος εις Μήκος που μπορούσαν και ξεπερνούσαν το «ΣΚΑΜΜΑ». Υπερέβαιναν τα «Εσκαμμένα». Δηλαδή, πηδούσαν πάνω από 16 μέτρα! Στην Αρχαία Ελληνική Γλώσσα υπήρχε η φράση: «Υπέρ τα εσκαμμένα πηδάν».
Όμως από πού, πότε, και για ποιους αθλητές ειπώθηκε αυτή η φράση; Γνωρίζουμε δύο περιπτώσεις, γιατί για να συμβεί αυτό δεν ήταν καθόλου μια εύκολη υπόθεση: Έτσι έχουμε:
Α) Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 664 π.Χ. ο Σπαρτιάτης Χιόνις, πραγματοποίησε άλμα μεγαλύτερο των 16 μέτρων που ήταν το μήκος του σκάμματος, ξεπερνώντας τα
όρια.
Β) Ο άλλος ήταν ο Φάυλλος από τον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας, που διακρίθηκε στους Αθλητικούς Αγώνες τα «Πύθια» στους Δελφούς, όπου πραγματοποίησε άλμα μεγαλύτερο από το οριοθετημένο μήκος του σκάμματος.
Η ετυμολογία της λέξης: «Εσκαμμένος», είναι η μετοχή του Παθητικού Παρακειμένου (έσκαμμαι) του ρήματος «σκάπτω».
Βέβαια σήμερα, και με το πέρασμα του χρόνου, η σημασία της φράσης μεταφέρθηκε και αλλοιώθηκε. Σήμερα λέμε μεταφορικά «υπερέβη τα εσκαμμένα» για κάποιον που ξεπερνά τα προκαθορισμένα όρια, το παρατραβάει, και πιθανόν και να αποθρασύνεται στα λόγια του ή και στις πράξεις του.
2. Εσκεμμένα
Ο τύπος εσκεμμένα είναι μετοχή Παθητικού Παρακειμένου (έσκεμμαι) του ρήματος «σκέπτομαι», που τόσο στην Αρχαία όσο και στη Νέα Ελληνική Γλώσσα έχει την έννοια «βάζω στο νου μου, κάνω σκέψεις σχετικά με ένα ζήτημα, κρίνω, συλλογίζομαι, στοχάζομαι». Στη Νέα Ελληνική Γλώσσα η μετοχή «εσκεμμένος» χρησιμοποιείται ως συνώνυμο των λέξεων ηθελημένος, σκόπιμος, προμελετημένος ή συνειδητός, προκειμένου να δηλωθεί κάτι που γίνεται επίτηδες με πρόθεση ή σκόπιμα. Για παράδειγμα λέμε: Εσκεμμένη πράξη, εσκεμμένο λάθος, εσκεμμένη συνάντηση, εσκεμμένη κίνηση, εσκεμμένος αποκλεισμός, και άλλα.
Όμως δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου όσοι μιλούν ή γράφουν αναφέρονται σε κάποιον που «υπερέβη τα εσκεμμένα», νομίζοντας ότι δίνουν στους συνομιλητές ή στους αναγνώστες, την εικόνα ενός ανθρώπου που έκανε υπερβολές ή ξεπέρασε τα όρια. Γράφοντας όμως έτσι και θέλοντας να επιδείξουν λόγιο χαρακτήρα στη γραφή τους στη Νεοελληνική Γλώσσα, πέφτουν σε ένα μεγάλο «Γλωσσικό Λάθος».
Το λάθος τους βρίσκεται στο σημείο που συγχέουν δύο παραπλήσιες από ηχητικής απόψεως λέξεις, μετοχές Παθητικού Παρακειμένου, που είναι, τα εσκαμμένα και τα εσκεμμένα, που δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους, ούτε ετυμολογική ούτε εννοιολογικής σημασίας.
Δηλαδή εκτός από τη σχετική ομοηχία που υπάρχει, τίποτα άλλο δεν συνδέει τους τύπους, εσκαμμένα (το σκάμμα) και εσκεμμένα (σκέψεις, συλλογισμοί, στοχασμοί, κ.λπ.).
Οι πρόγονοί μας, με τον δικό τους αλάνθαστο τρόπο, μας συμβουλεύουν να είμαστε προσεκτικοί όταν χρησιμοποιούμε αυτές τις λέξεις. Φρόνιμο είναι να τους ακούσουμε…