Με αφορμή την κυκλοφορία του αυτοβιογραφικού βιβλίου «Το παιδί με τα τραγούδια» αλλά και την Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου (13 Φεβρουαρίου) την οποία τιμά και φέτος η ΑΜΑΡΥΣΙΑ, ο Αντώνης Ανδρικάκης μάς μιλάει για το ραδιόφωνο του χθες και του σήμερα, τις συνεργασίες – σταθμούς στη μακρόχρονη καριέρα του, για τους στίχους του που όλοι έχουμε τραγουδήσει και για το αγαπημένο του Μαρούσι.
Mια «γλυκιά και ανίκητη νοσταλγία», πολλές ανέκδοτες ιστορίες που αφορούν ραδιοφωνικές στιγμές, τραγούδια, θεατρικές παραστάσεις αλλά και προσωπικά βιώματα μαζί με ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό (ένα μέρος του οποίου είχαμε την τιμή να μοιραστεί μαζί μας για τις ανάγκες αυτής της συνέντευξης) στάθηκαν η αφορμή για την έκδοση του βιβλίου «Αντώνης Ανδρικάκης – Το παιδί με τα τραγούδια» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Όγδοο».
Ένα βιβλίο που αν και γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο αποπνέει τη σεμνότητα και το ήθος του συγγραφέα.
Μέσα από τις σελίδες του, ο Αντώνης Ανδρικάκης ανατέμνει τη ζωή του από τη δεκαετία του ’70 μέχρι το «τόσο διαφορετικό» σήμερα, γράφει για τις συνεργασίες – σταθμούς με σπουδαίους ερμηνευτές, τραγουδοποιούς, ηθοποιούς και σκηνοθέτες και καταγράφει τους στίχους από τα τραγούδια που έγραψε και τραγούδησαν σπουδαίοι Έλληνες τραγουδιστές.
Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, ο Αντώνης Ανδρικάκης συστήνει το βιβλίο «Το παιδί με τα τραγούδια» αλλά ουσιαστικά και τον… ίδιο του τον εαυτό, μια και σε όλη του τη ζωή συνήθιζε να μιλάει μέσα από τη δουλειά του και να απομονώνεται από την «πολλή συνάφεια του κόσμου» όπως λέει ο Καβαφικός στίχος που ο ίδιος αγαπά.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΙΚΑΚΗ
Στιχουργός, ραδιοφωνικός παραγωγός, θεατρικός συγγραφέας, δημοσιογράφος… Από τις πολλαπλές ιδιότητες με τις οποίες σας γνωρίσαμε, υπάρχει κάποια που ξεχωρίζετε και γιατί;
Κάθε μία από αυτές τις δραστηριότητες με βοηθά να εξερευνήσω κάποια πλευρά του εαυτού μου και να εκφραστώ. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μία. Για να είμαι ειλικρινής, πιο πολύ απ’ όλα μου αρέσει να είμαι πατέρας και παππούς.
Πώς προέκυψε το βιβλίο «Το παιδί με τα τραγούδια»; Ήταν μια δική σας ιδέα;
Η ιδέα ανήκει στον Νίκο Αναγνωστάκη από τις εκδόσεις «Όγδοο» που περίμενε πάνω από πέντε χρόνια να το τελειώσω. Τον ευχαριστώ για την υπομονή του, για την επιμονή του και την αγάπη του. Ακόμα, τον ευχαριστώ για όσα κάνει για το ελληνικό τραγούδι στη δύσκολη εποχή μας.
Ποιο κεφάλαιο του βιβλίου ήταν για εσάς το πιο «δύσκολο» όσον αφορά την καταγραφή γεγονότων και συναισθημάτων;
Δεν υπάρχει «δύσκολο» κεφάλαιο. Καθώς έγραφα τα ξαναέζησα όλα ταυτόχρονα και παράλληλα θυμήθηκα, συγκινήθηκα, γέλασα, ταξίδεψα, Το βιβλίο είναι σημειώσεις και φωτογραφίες γλυκιάς και ανίκητης νοσταλγίας.
Από όλες τις συνεργασίες σας στο τραγούδι, το θέατρο, τα ΜΜΕ ποια ή ποιες ξεχωρίζετε και γιατί;
Μια δεκαετία στον ΣΚΑΪ και μια δεκαετία στην ΕΡΤ ως γενικός διευθυντής ραδιοφωνίας – μια πολύ δημιουργική δεκαετία. Ευχαριστήθηκα πολύ όλες τις θεατρικές παραστάσεις· για μένα ήταν ένα παιχνίδι επικοινωνίας με την αγωνία της επιτυχίας.
Το ίδιο συνέβη και με τα τραγούδια μου. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο, καθώς το καθένα μου προσέφερε και μια καινούργια συγκίνηση.
Και τα τραγούδια είναι απόπειρες επικοινωνίας και χαίρομαι όταν βρίσκουν κάποια ψυχή για να φωλιάσουν. Και οι εκπομπές είναι μορφή επικοινωνίας. Κι όταν ο ακροατής σε θεωρεί δικό του άνθρωπο και σου εξομολογείται, τότε είναι η στιγμή! Όλα είναι επικοινωνία τελικά. Και η αληθινή επικοινωνία είναι αναγκαία και τόσο σπάνια στην εποχή μας.
Tι έχει αλλάξει στον χώρο του τραγουδιού από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα; Θα μπορούσατε να σταχυολογήσετε τις σημαντικότερες αλλαγές ανά δεκαετία;
Η ερώτηση αυτή θέλει μια πραγματεία για να απαντηθεί. Κάθε δεκαετία είχε τις τάσεις της, το ύφος της και τη μουσική της. Σήμερα, βέβαια, έχουν αλλάξει τα πάντα. Οι τρόποι μετάδοσης του τραγουδιού έχουν αλλάξει. Οι παράμετροι που καθορίζουν το τραγούδι έχουν αλλάξει τηλεόραση, διαδίκτυο κ.λπ. Και νομίζω πως τα τραγούδια ζουν λιγότερο. Νομίζω πως κυκλοφορούν με ημερομηνία λήξεως. Βέβαια υπάρχουν και στην εποχή μας παιδιά με ταλέντο που δημιουργούν και προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Και πολλές φορές τα καταφέρνουν.
Τι είναι αυτό που κάνει ένα τραγούδι διαχρονικό; Πόσο συμβάλλει ένας καλός στίχος στην εγγραφή του στο συλλογικό υποσυνείδητο;
Κάθε τραγούδι κουβαλάει τη διάρκεια ζωής του. Η έμπνευση και η αλήθεια του στίχου και της μουσικής ,το αρμονικό δέσιμό τους κάνουν το τραγούδι διαχρονικό. Το τραγούδι όπως έλεγε ο Χατζιδάκις είναι ένα «γέννημα κεφιού». Νομίζω πως ο ακροατής διαλέγει. Υπάρχουν τραγούδια περασμένων δεκαετιών που τα ακούμε, τα τραγουδάμε κι αποκαλύπτονται μπροστά μας ολοκαίνουργια κι αλλά πάλι σύγχρονα που σβήνουν σε μια στιγμή και κανείς πια δεν τα θυμάται.
Πώς ασχοληθήκατε με τη στιχουργική;
Τελείως τυχαία. Ένα κείμενο που έπρεπε να παραδώσω το έγραψα έμμετρο. Έτσι, για πλάκα. Κι έτσι άρχισαν όλα.
Από πού εμπνέεστε και ποιο είναι το αγαπημένο δικό σας τραγούδι;
Τα πιο πολλά τραγούδια μου τα έχω γράψει πάνω στη μελωδία… «Μπαίνω» στη μελωδία, προσπαθώ να την ξεκλειδώσω και να της δώσω λόγο. Κι αυτό είναι ένα παιχνίδι φαντασίας, Πιστεύω μάλιστα πως υποσυνείδητα ανταγωνίζομαι τον συνθέτη γιατί μάλλον έχω απωθημένο μουσικού.
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου επαγγελματία στιχουργό, δεν κυκλοφορώ στην αγορά του τραγουδιού και είχα την ευλογία να δουλεύω όταν θέλω και με όποιους θέλω. Πάντα είχα το ραδιόφωνο, τα περιοδικά, τα θέατρα… Άλλες δουλειές, τέλος πάντων, που με διαφύλαξαν από την «πολλή συνάφεια» του κόσμου του τραγουδιού.
Γιατί στο οπισθόφυλλο του βιβλίου μιλάτε για τη «μοναξιά της συγγραφής ενός στίχου»;
Για να γράψεις ένα στίχο πρέπει να σωπάσει ο έξω κόσμος για να ακούσεις το μέσα σου. Πρέπει να είσαι μόνος, να βασανιστείς και να βρεις λόγια για ένα αίσθημα, μια συγκίνηση… Κάτι που επηρέασε τον ψυχικό σου κόσμο.
Μια μεγάλη σας αγάπη είναι το ραδιόφωνο. Στις 13 Φεβρουαρίου εορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου. Καθώς έχετε «γράψει» χιλιάδες ώρες πτήσης στα ραδιοφωνικά στούντιο θα ήθελα να σας ρωτήσω τι σηματοδοτεί για εσάς αυτή η Ημέρα;
Δεν μου αρέσουν οι μέρες που είναι αφιερωμένες στο ραδιόφωνο, τη… δίαιτα, τον χορό και τη διατήρηση της στιβάδος του όζοντος! Όποιος αγαπάει κάτι το αγαπάει κάθε μέρα. Το υπηρετεί και αγωνίζεται για αυτό. Το ραδιόφωνο είναι έρωτας.
Πώς ξεκίνησε η αγάπη σας για το ραδιόφωνο και πότε μπήκε στη ζωή σας σε επαγγελματικό επίπεδο;
Λατρεύω το ραδιόφωνο από μικρό παιδί. Άκουγα τα πάντα από το μικρό τρανζιστοράκι μου κι ίσως αυτή η εποχή να με έβαλε σε αυτόν τον μαγικό κόσμο. Ως φοιτητής του Πολυτεχνείου, το 1976 έκανα λίγες εκπομπές στο Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζιδάκι και επαγγελματικά ξεκίνησα το 1980 στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.
Ποια είναι η θέση του ραδιοφώνου σήμερα στην εποχή που οι εικόνες και οι γρήγορες ταχύτητες κρατούν τα σκήπτρα της επικοινωνίας;
Έχω πει σε πολλά συνέδρια πως ότι και να γίνει, όσο και αν πληθαίνουν τα μέσα επικοινωνίας, το ραδιόφωνο δεν θα πεθάνει. Γιατί έχει μαγεία, είναι παιχνίδι φαντασίας και είναι σύντροφος στην παρέα και τη μοναξιά. Τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει αυτή την αμφίδρομη επικοινωνία ανάμεσα στον παραγωγό και τον ακροατή. Δυστυχώς, στις μέρες μας το ραδιόφωνο απέχει πολύ από τον αληθινό του σκοπό και την ουσία του. Με play list και «πάσες» χορηγών δεν γίνεται ραδιόφωνο.
Σε μια παλαιότερη συνομιλία μας, ο Κώστας Θωμαϊδης είχε χαρακτηρίσει τη λογική των playlist που ακολουθούν σχεδόν όλοι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί ως «μάστιγα». Ποια είναι η άποψή σας;
Συμμερίζομαι απόλυτα την άποψη του φίλου μου Κώστα. Αυτή η λογική θα οδηγήσει το ραδιόφωνο σε μια κονσέρβα που δεν θα προσφέρει τίποτα και σε κανένα. Εγώ βέβαια είμαι φύσει αισιόδοξος και πιστεύω πως το ραδιόφωνο -όπως και πολλά άλλα- θα σωθεί από τις εξαιρέσεις.
Να επιστρέψουμε στο βιβλίο σας. Τι θέλετε να σκεφτεί ή να νιώσει ένας αναγνώστης ολοκληρώνοντας την ανάγνωσή του;
Να νιώσει αυτό που είπε ο Μένιος Σακελλαρόπουλος στην παρουσίαση του βιβλίου στον Ιανό. «Αρώματα, θάλασσα και γιασεμί».
Αν και γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στον Πειραιά, επιλέξατε ως τόπο διαμονής σας το Μαρούσι. Τι σας αρέσει στο προάστιο και τι θα αλλάζατε εάν μπορούσατε;
Στο Μαρούσι μένω 40 χρόνια και το αγαπάω. Μου αρέσουν οι πράσινες γωνιές του, οι πλατείες, κάποιοι όμορφοι δρόμοι, πάρκα και παιδικές χαρές – τις ξέρω όλες λόγω του εγγονού μου. Γοητεύομαι να διαβάζω την ιστορία του και την εξέλιξή του.
Αυτό που δεν μπορώ είναι το μποτιλιάρισμα στο κέντρο. Γι’ αυτό κυκλοφορώ με τα πόδια. Δεν μου αρέσουν τα πεζοδρόμια και υπέφερα όταν είχα τον εγγονό μου στο καρότσι. Να πω εδώ πως η δημοτική Αρχή δουλεύει εντατικά να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται.
Πάνω απ’ όλα όμως αγαπάω το Μαρούσι για τη ζεστασιά των ανθρώπων. Από τον φίλο μου τον Γιάννη στο ψαράδικο «Λήμνος» -ίσως λόγω συγγένειας, ψαροπαίδι κι εγώ- μέχρι τα παιδιά στη «Γαρδένια». Κι από τον αγαπημένο φίλο και συμμαθητή μου και αντιδήμαρχο Γιάννη Νικολαράκο που τρέχει παντού για όλους, μέχρι τον αγαπημένο μου πανοσιολογιώτατο αρχιμανδρίτη Νικόλαο στην Παναγία.
Μια καλημέρα κι ένα χαμόγελο εισπράττω πάντα στο Μαρούσι!