Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου, 2025

Διήγημα: Η κούνια και άλλα πολλά…

Γράφει η

Mαρία Μαρή

Καθηγήτρια Γαλλικών
Θεατρολόγος

Κούνια, λίκνο, στοργή, στο τέλος φέρετρο, πάλι στοργή. Κείτεσαι, κοιμάσαι σε κλειστό, προφυλαγμένο χώρο. Το λίκνο προφυλάσσει το παιδί, το μωρό, ενώ το φέρετρο προφυλάσσει αυτούς που πενθούν. Εκείνοι είναι που θέλουν να βλέπουν έτσι τον άνθρωπό τους, φροντισμένο, καλοντυμένο, να οδηγείται στην αιώνια ζωή.

Ο Μορφέας στα μωρά αλλά και στους ενήλικες έρχεται πιο όμορφα όταν το σώμα ελαφρώς κουνιέται, ώστε να χαλαρώσει και να απεκδυθεί την ένταση μιας ολόκληρης μέρας.

Το λίκνισμα στον Μπέκετ, τελευταίες εκμυστηρεύσεις πριν το τέλος του άγριου αυτού παιχνιδιού, τελευταία διψασμένα κοιτάγματα.

Πόσες φορές πιάνω τον εαυτό μου με το ένα πόδι πάνω στο άλλο να το κινώ πάνω-κάτω με μια γλυκιά κίνηση που με χαλαρώνει. Άλλοτε βέβαια αυτό δείχνει ανυπομονησία και νευρικότητα.

Έτσι, λόγω αυτού του λικνίσματος, την πρόσεξα. Την έβλεπα στις κούνιες κάθε τόσο, σε άκαιρες στιγμές. Ποτέ το πρωί. Δεν πέρναγα από εκεί το πρωί. Μου φάνηκε αρχικά πολύ μεγάλη για κούνιες και παραξενεύτηκα. Μετά κατάλαβα πως δεν ήταν μεγαλύτερη από μαθήτρια Λυκείου, άντε τελειόφοιτη. Εγώ πέρναγα με το αμάξι για τα μαθήματα και μετά που επεσήμανα μια μεγαλύτερη παρουσία στις κούνιες, μου έγινε εμμονή και κάθε που πέρναγα κοίταζα.

Για χρόνια την έβλεπα κάθε τόσο. Άλλοτε έκανε κούνια ήρεμα και απολαυστικά αφήνοντας το αεράκι να χαϊδεύει το πρόσωπό της και ν’ ανακατώνει τα πολύ μακριά καστανά μαλλιά της. Άλλοτε την έβλεπα πάνω στην κούνια να λυσσάει. Να κρατιέται από τις αλυσίδες και με φόρα να εκτινάσσει το σώμα της μπροστά, σα να παλεύει με κάποιον εχθρό, σα να ήθελε να χτυπήσει τον αέρα, να τον εκδικηθεί, να ανοίξει τρύπα, λαγούμι σ’ αυτόν για να καταλάβει η ίδια μεγαλύτερο χώρο. Να διαχυθεί μέσα του και όλο το σύμπαν επιτέλους να τη δει, να την αναγνωρίσει.

Η κίνηση των ποδιών της, η έκταση του σώματος μπροστά και η δύναμη στα χέρια σε τρόμαζε. Κοντοστεκόμουν παρατηρώντας και περιμένοντας ένα ατύχημα. Να αναδιπλώνονταν η κούνια και τελικά να την άδειαζε κάτω με κίνδυνο να χτυπήσει άσχημα. Ευτυχώς, δεν έγινα τέτοιος μάρτυρας.

Μου έγινε συνήθεια να παρατηρώ την κίνηση στις κούνιες. Σχεδόν να αναζητώ κάποιον τις ώρες που εγώ τριγυρνώ στο δρόμο, ακόμα και εκείνες τις ώρες προς τα ξημερώματα, που ακόμα και τότε την είχα δει. Θα πρέπει να έμενε κάπου εκεί κοντά και οι κούνιες να ήταν για εκείνη η διαφυγή της, η εκτόνωσή της. Για μένα ήταν μια σκιά, μια παρουσία, να μου δείχνει ότι δεν είμαι μόνη μου, ότι κι εγώ έχω κάποιον να με βλέπει, όταν ατενίζω το μέλλον, όταν κάνω σχέδια και οραματίζομαι μια καινούργια ζωή, όταν λυσσασμένα εμμένω σε κάποιο εγχείρημα για να το ολοκληρώσω, όταν κουρασμένη θέλω να αφήσω το κορμί μου σε μια κούνια να λικνίζεται μόνο του χαλαρά για να συντονιστώ με την ηρεμία του σύμπαντος και βέβαια, όταν ζαλισμένη από οινοπνεύματα, κάπου ανάμεσα σε γέλιο, οργή, κλάμα, επιστρέφω στη στέγη μου για να κρυφτώ στο θαλάμι μου.

Έτσι κι εκείνη κάπου πήγε και κρύφτηκε, ή έχει βρει κάπου την ηρεμία της, ή ακόμα κάπου παλεύει, ή απλώς κρύβεται από τη βουή του κόσμου, ή βέβαια μπορεί να έχει μετακομίσει, οπότε ίσως επισκέπτεται άλλες κούνιες, ή ακόμα μπορεί και να μη ζει.

Αυτή ήταν το σταθερό σημείο κι εγώ ο δορυφόρος. Αυτή έφυγε κι ο δορυφόρος εξακολουθεί την άτακτη τροχιά του, πολλές φορές νοσταλγώντας μιαν άγνωστη παρουσία που έβλεπε στο πέρασμά του. Είναι τρομερό πόση ανάγκη έχει κάποιος ένα σταθερό σημείο αναφοράς για να κρατηθεί, να οριστεί. Είναι βασικό να ξέρεις ότι περνώντας από ένα σημείο θα βρεις κάποιον σα να σε περιμένει. Αυτές οι παρουσίες, είτε ρεαλιστικές, όπως φίλοι παλιότερα στα δύσκολα προσέφεραν μια σταθερή θαλπωρή, ο ένας στο εστιατόριο που δούλευε, ο άλλος στο σχολείο που ξενύχταγε, η άλλη στο λουλουδάδικό της να φτιάχνει μέσα στη νύχτα μπουκέτα και παραγγελίες.

Πέρα από αυτές τις παρουσίες, όπου έκανα τη στάση μου, ανταλλάσσαμε δυο λόγια και πίναμε και ένα ποτήρι κρασί, υπάρχουν οι άλλες, που με τον τρόπο τους δημιουργούν μια κανονικότητα στη ζωή σου, μια συνήθεια, μια ασφάλεια που τόσο την έχεις ανάγκη σε αυτή την ατελείωτη μοναξιά. Πόσο έχω ανάγκη να πιάνομαι από σημεία, από σημάδια, από μικρούς φάρους στη φτωχή καθημερινότητα για να φωτίσω τη θολή της εικόνα.

Μια κούνια που τώρα ακόμα μόνη της λικνίζεται, μετά που το σώμα επιτέλους έχει εκτιναχτεί στο διάστημα, μια άδεια κούνια, που έχει επιτελέσει το έργο της και έχει στείλει στο άπειρο σαν το χαρταετό την άυλη παρουσία, που παίρνει μαζί και τη σκέψη μου και τις αναμονές και τις ματαιώσεις μου.

Πάντως ξέρω ότι σε αυτή τη πορεία στην έρημο δεν είμαι μόνη. Μικρές οάσεις ξεδιψούν το μάτι, τη σκέψη και ίσως ένα μειδίαμα να φωτίσει την ασπρόμαυρη εικόνα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ