Παρασκευή, 25 Απριλίου, 2025

Ανάσταση: Ο λαός απέναντι στην ιντελιγκέντσια

Γράφει ο
Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος
Δημοσιογράφος – Δημοσιολόγος

H προσέλευση του λαού στους Ναούς κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα ήταν μεγάλη, όπως όλα τα τελευταία χρόνια. Ήταν ένα ξέσπασμα – απάντηση στην αντίθεη και αντιεκκλησιαστική ιντελιγκέντσια του τόπου. Αυτή τα προηγούμενα χρόνια, έως και σήμερα, προσπαθεί να αλλοιώσει την ταυτότητα του Έλληνα, να τον μετατρέψει σε γραικύλο. Είναι λυπηρό το ότι η όποια εξουσία έχει ιδεολογικά διαβρωθεί και έτσι η άθεη ιντελιγκέντσια βρίσκει τον τρόπο να προβάλλει τις ιδέες της και να επιχειρεί να τις επιβάλλει στο λαό.

Είναι χαρακτηριστικό το γραφέν στην «Καθημερινή» για τον προσφάτως αποθανόντα και με πολιτική κηδεία ταφέντα καθηγητή Αλέξη Πολίτη, ότι θεωρούσε «υποτιθέμενη» την εθνική δράση των κλεφτών και αρματολών και «φανταστική» τη λειτουργία των κρυφών σχολείων και αναρωτιόταν «γιατί παρά τις επίμονες προσπάθειες της ιστοριογραφίας να αποκαθηλώσει αυτούς τους μύθους, εκείνοι ανενόχλητοι συνέχισαν και συνεχίζουν την πορεία τους παραμένοντας γερά ριζωμένοι στην εθνική συνείδηση». ( 19/20 Απριλίου 2025, σελ. 14). Σημειώνεται ότι αυτά γράφονται για τον καθηγητή, του οποίου ο παππούς Νικόλαος Πολίτης ήταν ο ιδρυτής της επιστήμης της λαογραφίας στην Ελλάδα και πρόγονός του αγωνίστηκε δίπλα στον Παπαφλέσσα και εφονεύθη μαζί του στο Μανιάκι. Αν είναι ακριβή όσα αποδόθηκαν στον αείμνηστο καθηγητή είναι άξιο απορίας το πώς αυτός δεν αντελήφθη – με τις γνώσεις και την εμπειρία του – ότι όσο και αν προσπαθήσουν οι όποιοι επιστήμονες, ο λαός δεν διαγράφει τα βιώματά του, όσο και αν αυτά του τα χαρακτηρίζουν «μυθεύματα».

Βίωμα του Έλληνα είναι το να ζει Ελληνικά και Ορθόδοξα. Όσες δημοσκοπήσεις και αν γίνουν το 90% και πλέον του λαού αυτόν τον τρόπο ζωής έχει επιλέξει, από τον καιρό που ήταν σκλαβωμένος στον αλλόθρησκο οθωμανό. Ο σπουδαίος ιστορικός μας Σπυρίδων Ζαμπέλιος γράφει ένα σχετικό δημοτικό τραγούδι στο σύγγραμμά του «Άσματα δημοτικά της Ελλάδος» (Τυπογραφείον «Ερμής», Κέρκυρα, 1852, σελ. 648):

Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου και περπάτειγε, για να σ’ ερωτήσωμε Για τα δυο Γραικόπουλα τα Γρεβενητόπουλα. Σε χήρα Τούρκα δούλευαν, ‘Ολ’ ημέρα σ’ το ζυγό, το βράδυ σ’ τον κρεμασμό.

«Βρε παιδιά γραικόπουλα και Γρεβενητόπουλα, γένεστε Τουρκόπουλα, Να χαρήτε την Τουρκιά, τ’ άλογα τα γλήγωρα, τα σπαθιά τα δαμασκιά;»
– «Βρε κυρά μου Τούρκισσα, κάλλιο γένε συ Ρωμιά,
– Να χαρής τη Λαμπριά, με τα κόκκινα αυγά!
– Να χαρής την Εκκλησιά, τη χρυσή την Κοινωνιά!».
Και τα παιδιά στην Κέρκυρα να πώς έψελναν τα «Κάλαντα της Λαμπρής» (Από Νίκ. Πακτίτη «Κερκυραϊκά Δημοτικά Τραγούδια», Ιστορικολαογραφική Εταιρεία Κερκύρας, Αθήνα, 1989):

«Ανάσταση δοξάζουμε και τον Θεό υμνούμε
Και το Δεσπότη το Χριστό όλοι τον προσκυνούμε.
Απέρασε η Σαρακοστή κι ήταν εφτά εβδομάδες Κι ήρθαμε να σας φέρουμε τόσες καλές γιορτάδες.

Που αναστήθηκε ο Χριστός μέσα από τον Άδη Κι οι Χριστιανοί χαρήκανε μικροί και μεγάλοι…»

Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός στον «Λάμπρο» εκφράζει την πίστη του Έλληνα:

«Χριστός Ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί μεγάλοι, ετοιμαστήτε.
Μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμμαζωχθήτε,
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
ομπροστά στους Αγίους και φιληθήτε.
Φιληθήτε γλυκά χείλη με χείλη,
Πέστε ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, εχθροί και φίλοι.
Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι,
Και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μαννάδες.

Γλυκόφωνα, κοιτώντας τις ζωγραφισμένες εικόνες Ψάλλουν οι ψαλτάδες. Λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι, από το φως που χύνουν οι λαμπάδες.

Κάθε πρόσωπο λάμπει από τ’ αγιοκέρι, όπου κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι».

Και στους «Ελεύθερους πολιορκισμένους», στο Σχεδίασμα Β’, γράφει ο Διονύσιος Σολωμός πως η ελπίδα στην Ανάσταση και στην αιωνιότητα και η αγάπη στην Πατρίδα κάνουν τους Μεσολογγίτες και τις Μεσολογγίτισσες να αποφασίσουν την άμυνα και την ηρωική έξοδο:

«Ετούτ’ είν’ ύστερη νυχτιά, όλα τα αστέρια βγάνει, Ολονυχτίς ανέβαινε η δέησι, το λιβάνι.

Ο Αράπης τραβηγμένος από τη μυρωδιά που εσκορπούσε το θυμίαμα, περίεργος και ανυπόμονος, με βιαστικά πατήματα πλησιάζει εις το τείχος, Και απάνου ανάγκη φοβερή! Σκυλί δεν του λυχτάει.

Και ακροάζεται, αλλά τη νυχτική γαλήνη δεν αντίσκοβε μήτε φωνή, μήτε κλάψα, μήτε αναστεναγμός. Ήθελε πης ότι είχε παύσει η ζωή. Οι ήρωες είναι ενωμένοι και λόγια λένε για την αιωνιότητα, που μόλις τα χωράει…Είναι προσωποποιημένη η Πατρίδα, η Μεγάλη Μητέρα, Θεάνθρωπη, ώστε να αισθάνεται όλα τα παθήματα και καθαρίζοντάς τα εις τη μεγάλη ψυχή της να αναπνέη την Παράδεισο».

Ο ιδιοφυής ποιητής και υπαρξιακός φιλόσοφος Γιώργος Σαραντάρης (1908-1941) σημειώνει τη διαφορά της παράδοσης της Δύσης από αυτή των Ελλήνων. Σε άρθρο του, με τίτλο «Σημεία προσοχής», που γράφτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 5 Ιουνίου 1939, γράφει αξιωματικά: «Η ενσάρκωση, ο Θάνατος κι η Ανάσταση του Χριστού είναι το αιώνιο και μοναδικό παράδειγμα που μας οδηγεί στην πίστη στον Άνθρωπο. Μονάχα από τον καιρό που υπάρχει ο Χριστός ανάμεσα στα άτομα, έχει ακέρια τη σημασία της η ιστορία, έχει νόημα, λόγο και σάρκα η πορεία των ατόμων από τη μια γενεά στην άλλη, έχει συνέχεια και παρουσία ο άνθρωπος». Και εξηγεί:

«Ο βαθύτερος λόγος της στροφής των διαφόρων Αναγεννήσεων της Δύσης προς τη μελέτη, τη μίμηση και τη λαχτάρα της Αρχαίας Ελλάδας είναι η ανικανότητά τους να πιστέψουν στον Χριστό, να πιστέψουν στην αιωνιότητα του ανθρώπου. Όποιος ατενίζει την Αρχαία Ελλάδα και παραμερίζει το Χριστό, είναι σα να μην υποπτεύεται πως είμαστε προορισμένοι στην αιωνιότητα και σα να θέλει να επαναλάβει το έργο του πολιτισμού των Αρχαίων Ελλήνων, που ήταν η προετοιμασία μιας άρτιας θνητής υπόστασης, για να τη δεχτεί ο Χριστός και να την κάμει αθάνατη. Για τούτο σε εμάς τους τωρινούς Έλληνες δε μαθαίνουν υποστασιακά τίποτε οι διάφορες Αναγεννήσεις της Δύσης, και μάλλον μας προσφέρουν μια περιττή και συχνά βλαβερή τροφή…Μονάχα εμείς, από όλους τους λαούς της γης, μπορούμε, χωρίς να αφήσουμε τον τόπο μας, να διατρέξουμε υποστασιακά την απόσταση που χωρίζει τη φύση από τον άνθρωπο. Λέμε τούτο, γιατί στο Χριστιανισμό πλησιάζουμε αβίαστα με την ελληνική μας παιδεία και την ελληνική μας γλώσσα. Διαβάζουμε τα γνήσια Ευαγγέλια, που μας μιλούν ενδόμυχα κ’ έτσι μπορούμε να κρίνουμε πιο εύκολα από κάθε άλλο λαό, ποιος είναι ο αληθινός Χριστιανισμός».

Όταν η αντίθεη και αντιεκκλησιαστική ιντελιγκέντσια αντιληφθεί τα γραφόμενα από τον Σαραντάρη, μόνο τότε υπάρχει ελπίδα να αποδεχθεί την ιδιαιτερότητα του Ελληνισμού και να σταματήσει τον εναντίον Του ιδεολογικό πόλεμό της, που είναι και μάταιος. Χριστός Ανέστη.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ