Γράφει ο
Δρ. Αλέξιος Παναγόπουλος
Καθηγητής, Ακαδημαϊκός Ξένων Ακαδημιών των Επιστημών EASA, MCA, CAC, IEAI.
Professor PhD Political Sciences and Law. PhD Theology. PhD Bioethics. PostDoc Law. Habili- tation Law
Πέρασαν τριάντα και πλέον χρόνια από την οσία κοίμηση του γέροντα Παΐσιου του Αγιορείτη, λες και σαν να ήταν χθες. Θυμάμαι για πρώτη φορά όταν πήγα προσκυνητής στο Άγιο Όρος, κι ήταν το καλοκαίρι του 1981. Από τότε δημιουργήθηκε κάτι σαν ένας μαγνήτης, που θα με τραβούσε να βρίσκομαι, όλο και περισσότερο σε αυτόν τον άγιο τόπο των μοναχών, των κελιωτών και των ασκητών. Δημιουργήθηκε, τελικά, σαν το ιερό τάμα ενός παιδιού για μια ολόκληρη ζωή, αφού έτσι ώστε μέχρι και σήμερα, τουλάχιστον για μια φορά το χρόνο, ενίοτε και δύο, για 44 έτη, να βρίσκομαι εκεί στο θαυμαστό Περιβόλι της Παναγιάς μας.
Σε ερωτήσεις μου για την Τουρκία, μου απαντούσε με τα λόγια του, ότι είναι η γνώμη του, ως Καππαδόκης, ότι η Τουρκία, κάποτε, θα διαμελιστεί στα τρία τμήματα: σε ευρωπαϊκή, σε ασιατική και σε παράλια ιωνική, ενώ η Κωνσταντινούπολη θα δοθεί τιμητικά και διοικητικά στους Έλληνες. Μου έλεγε, ότι αυτό είναι η γνώμη του και ο πόθος του, γιατί ήταν απ’ τη Καππαδοκία.
Για τον αντίχριστο μου είπε να διαβάζουμε αυτά που έγραψε ο ίδιος και που δημοσιεύθηκαν και μου τα έδωσε σε σχετικές φωτοτυπίες. Ήταν κατηγορηματικός σε οποιασδήποτε είδους κάρτα ή ταυτότητα που θα έχει όλα τα προσωπικά στοιχεία και όλα τα προσωπικά δεδομένα μας μέσα της, να μην την πάρουμε, να αντιδράσουμε σθεναρά. Πιθανόν έχοντας όλα αυτά υπόψη, πρόσφατα η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους ζήτησε να μην είναι υποχρεωτική. Εσείς -μας έλεγε- θα ζήσετε πολλά και πολύ δύσκολα γεγονότα, θα ζήσετε τα γεγονότα της Αποκάλυψης, αλλά θα βοηθήσει ο Θεός. Σε κάποιους άλλους που τον ρωτούσαν, πότε θα πάρουμε γέροντα τη Πόλη, έλεγε κοφτά κι αυστηρά, πρώτανα πάρουμε το Χριστό μέσα μας.
Αρκετές φορές τον άκουσα να λέγει ότι το σημείο αυτών των εσχατολογικών γεγονότων με την Τουρκία θα είναι η διένεξη με τα ναυτικά μίλια, όταν η Ελλάδα από τα έξι, θα θελήσει να τα κάνει 12 ναυτικά μίλια, κι όταν οι δύο χώρες θα αποσύρουν τις πρεσβείες τους. Τον ρώτησα προσωπικά εάν είχε λάβει τις επιστολές του π. Αρσενίου από το ησυχαστήριο της Ναυπάκτου και μου είπε: «Ναι, τις έλαβα, του έχω απαντήσει γραπτά, να του το πεις κι εσύ, αφού εκεί εξομολογείσαι. Ο π. Αρσένιος, είναι παλιός και έμπειρος πνευματικός, να τον ακούς!» Ο π. Αρσένιος, πράγματι μου επιβεβαίωσε, ότι είχαν αλληλογραφία μεταξύ τους και μάλιστα για τα σοβαρά θέματα του αντιχρίστου και των αντιχρίστων και του Οικουμενισμού. Ο γέροντας ευθαρσώς έλεγχε και τη μασονία, το ρόταρυ και τις σκοτεινές παραφυάδες τους. Καθώς και τους κάθε λογής αιρετικούς χιλιαστές, αιρετικούς προτεστάντες και καθολικούς και τους πρότεινε, πάλι να ξαναβαπτιστούν για νάχουν το γνήσιο ορθόδοξο βάπτισμα.
Περί το 1971 για ένα περίπου έτος έμεινε σε κοντινό κελίο των Καρυών και ο γνωστός ελληνομαθής καθηγητής και αρχιεπίσκοπος Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος Ράντοβιτς (με τον οποίον συνυπήρξαμε ακαδημαϊκοί στη Σλαβική Ακαδημία Επιστημών, Μόσχας). Ο οποίος και μου εκμυστηρεύθηκε ότι είχε αρκετές φορές συνομιλία μαζί του, για τα πνευματικά ζητήματα και για τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, που τόσο απλά και ουσιαστικά του τα ερμήνευε ο γέροντας Παΐσιος, παρότι σχεδόν αγράμματος, με τη χάρη του Θεού. Αργότερα θα τον ανέφερε τακτικά, σε μαθήματά του στη Θεολογική Σχολή Βελιγραδίου, την πόλη μαρτυρίου του Ρήγα Φεραίου, καθότι ήταν απόφοιτος της Αθωνιάδας Ακαδημίας των Καρυών και στην οδό του στο Βελιγράδι, διέμενε ο γράφων, όπου το άγαλμά του, στο Καλεμέγνταν. Τον οποίο μνημόνευε ο γέροντας Παΐσιος, μαζί με τον έτερο απόφοιτο της Αθωνιάδος, Άγιο Κοσμά Αιτωλό. Συχνά θα τον έφερνε ως παράδειγμα, όχι μόνο στους σπουδαστές της Αθωνιάδας, αλλά και σε όλους τους προσκυνητές.
Αρκετές φορές θα του έφερναν φαγητό απ’ το Κουτλουμούσι, όπως ο π. Παΐσιος ο αγιογράφος και άλλοι μοναχοί (που τον ξαναείδα πάλι όταν για λίγο διετέλεσα διευθυντής Αθωνιάδας, κι ήταν καθηγητής Αγιογραφίας). Ενίοτε και ο π. Αθανάσιος τότε διάκος, νυν μητροπολίτης Λεμεσού, κι όταν θα πήγαινε να τον δει, θα μας έλεγε: «Τώρα εσείς πηγαίνετε και αύριο ξαναελάτε, έχουμε πολλά να πούμε με το διάκο». Κάποτε σε προσευχή τους στο κελί και στο μικρό παρεκκλήσι του γέροντα, εμφανίστηκε φως και κινείτο η κανδήλα· ρώτησε το διάκο, εάν είδε κάτι άλλο πέρα απ’ αυτό, απάντησε όχι, και τούπε: «Δεν έχεις ακούσει ότι η Παναγία μας επισκέπτεται τους μοναχούς, έτσι πέρασε κι απ’ εδώ!»
Κάποτε, για μέρες ξέχασαν να του πάνε φαγητό. Τότε του έφερε σταφύλι η ίδια η Παναγία μας, κι όπως μου είπε, ο ίδιος ο γέροντας Χριστόδουλος του Κουτλουμουσίου, το δοκίμασε, κι ήταν ουράνια τροφή. Γι’ αυτό, κι ο σημερινός σαλός, ο π. Σάββας, μου λέγει: «Μη φοβάσαι, εάν ζήσουμε στις ημέρες του σεισμού, του πολέμου και του αντιχρίστου, πέτρα θα πιάνεις και θα γίνεται ψωμί!»