Δευτέρα, 25 Αυγούστου, 2025

Το χειροκρότηµα δια µέσου των αιώνων 

Γράφει η

Ελένη
Κονιαρέλλη – Σιακή

Το χειροκρότηµα είναι ένας από τους πιο κοινούς και παγκόσµια αναγνωρίσιµους τρόπους για να δείξουµε επιδοκιµασία, ενθουσιασµό ή ευγνωµοσύνη. Αν και σήµερα το θεωρούµε κάτι αυτονόητο και συνηθισµένο, θα δούµε ότι έχει µεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία.

Και θ’ αναρωτηθούµε: «Για ποιο λόγο χειροκροτούµε;» και ακόµα: «Ποια ανάγκη έκαµε τους ανθρώπους να χειροκροτούν όταν τους αρέσει κάτι, όταν για παράδειγµα βλέπουν µια πολύ ωραία και ενδιαφέρουσα ταινία στον κινηµατογράφο, ή όταν µε επιτυχία προσγειώνεται ένα αεροπλάνο;» Και πότε ακριβώς το χειροκρότηµα απέκτησε τον ρόλο του «ως ένδειξη επιδοκιµασίας;» Στη Βίβλο υπάρχουν κάποιες αναφορές, ενώ πιστεύεται ότι και οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν ανάλογες συνήθειες.

Σύµφωνα µε τον ψυχολόγο Alan Crawley, σε πρόσφατη ανασκόπηση του θέµατος, µας εξηγεί πως οι πρόγονοί µας, «πριν την ανάπτυξη της γλώσσας, ίσως αντιλήφθηκαν ότι µπορούσαν να χρησιµοποιήσουν τον ήχο των χειροκροτηµάτων για να προειδοποιήσουν για κινδύνους που πλησιάζουν, για να τροµάξουν τους εχθρούς, ή για να παίξουν, ή για να τραβήξουν την προσοχή σε κάτι που το θεωρούσαν πολύ σηµαντικό».

Το χειροκρότηµα είναι αναπόσπαστο θέµα µε τη ζωντανή εµφάνιση. Έχει ειπωθεί ότι: «Το κοινό και οι ηθοποιοί αλληλοσυµπληρώνονται». Είναι πολύ σπάνιο και απίθανο να χειροκροτούµε εκθέσεις φωτογραφιών, παρουσίαση κτιρίων, βιβλίων, κ.ά., όµως χειροκροτούµε µε ενθουσιασµό τα θεατρικά έργα, µπαλέτα, όπερες, κονσέρτα, και οµιλίες. Μόνο οι πιστοί δεν συνήθιζαν να χειροκροτούν στην εκκλησία, µετά το τέλος της Θρησκευτικής Μουσικής.

Σε σύγκριση µε τους προγόνους µας, φαίνεται ότι εκδηλώνουµε τα αισθήµατά µας για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα, κυρίως όταν θέλουµε να εκφράσουµε την ΑΠΟ∆ΟΚΙΜΑΣΙΑ µας. Για παράδειγµα: Το κοινό του Κόβεντ Γκάρντεν εµπόδισε το 1809 τις παραστάσεις επί 67 συνεχείς ηµέρες διαµαρτυρόµενο για την αύξηση των τιµών των εισιτηρίων.

Το χειροκρότηµα είναι απλό, ηχηρό, και δε χρειάζεται να υπάρχουν λέξεις. Είναι ένας « µη λεκτικός τρόπος επικοινωνίας», και γι’ αυτό έχει διατηρηθεί στο χρόνο, και χρησιµοποιείται σχεδόν σε κάθε κουλτούρα του κόσµου.

Η πρακτική του χειροκροτήµατος εµφανίζεται έντονα στην Αρχαία Ρώµη και στην Αρχαία Ελλάδα.

• Στην ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΜΗ, οι θεατές σε θεάµατα και παραστάσεις, χειροκροτούσαν, χτυπούσαν τα πόδια τους ή κουνούσαν τις άκρες των ενδυµάτων τους για να δείξουν την επιδοκιµασία τους. Οι Ρωµαίοι Αυτοκράτορες, όπως ο Νέρωνας, πλήρωναν οµάδες επαγγελµατιών «χειροκροτητών» για να ενθαρρύνουν το κοινό και να κάνουν τις παραστάσεις να φαίνονται πιο δηµοφιλείς. ∆ιαβάζουµε ότι ο Νέρων, απαγγέλλοντας δικούς του στίχους σε αµφιθέατρο της Νάπολης, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από το ρυθµικό χειροκρότηµα ενός πλήθους Αλεξανδρινών, που διάλεξε µερικούς νέους ιππότες και πάνω από 5.000 γεροδεµένους νέους, για να µάθουν την Αλεξανδρινή µέθοδο χειροκροτήµατος. Οι χειροκροτητές χωρίστηκαν σε οµάδες: Τις «Μέλισσες» (που έκαναν έναν θορυβώδη βόµβο), τα «Κεραµίδια» (που χειροκροτούσαν µε το κοίλο µέρος των χεριών), και τα «Τούβλα» (που χειροκροτούσαν µε τεντωµένα χέρια). Οι ιππότες που τους καθοδηγούσαν πληρώνονταν προς 400 κοµµάτια χρυσού την παράσταση.

• Στην ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ, το απλό χειροκρότηµα χρονολογείται από πολύ παλιά. Στις παραστάσεις του Αρχαίου ∆ράµατος στην Αθήνα το χειροκρότηµα το θεωρούσαν ένδειξη τόσο της επιδοκιµασίας όσο και της συµµετοχής, και οι τραγωδίες του Σοφοκλή, του Ευριπίδη, και του Αισχύλου, συναγωνίζονταν η µία την άλλη. Στο βιβλίο του, «Πλήθη και Εξουσία», ο Ελίας Κανέτι ονοµάζει «λιµνάζον πλήθος» εκείνο το πλήθος που περιµένει παθητικά και ξαφνικά προβαίνει σε µια αυθόρµητη δυνατή συναισθηµατική εκδήλωση.

Οι προσπάθειες να επηρεαστούν οι ηθοποιοί και το κοινό στις παραστάσεις της Αρχαίας Αθήνας, οδήγησαν στις οργανωµένες οµάδες χειροκροτητών ή αλλιώς όπως τους έλεγαν «κλάκες». Οι «κλάκες» άνθισαν στα θέατρα του Λονδίνου και του Παρισιού τον 18ο αιώνα. Είναι φανερό ότι οι οργανωτές των παραστάσεων είχαν αντιληφθεί ότι για να µην οδηγηθούν σε αποτυχία, θα έπρεπε φίλοι και συνάδελφοι των ηθοποιών να είναι έτοιµοι να χειροκροτήσουν θερµά τις συγκεκριµένες στιγµές καλύπτοντας έτσι τις τυχόν αποδοκιµασίες.

Το 1830 είχε ιδρυθεί στο Παρίσι µία «Υπηρεσία ∆ραµατικών Επιτυχιών», και οι «κλάκες» βρίσκονταν πάντα στο προσκήνιο έτοιµοι να παρέµβουν αν θα χρειαζόταν. Στα τέλη του 19ου αιώνα όµως σηµειώθηκε κάποια υποχώρηση. Αλλά στις Όπερες, την έκταση των χειροκροτηµάτων την έγραφαν και την παρακολουθούσαν οι διοργανωτές, που γνώριζαν επακριβώς ποιος χρόνος χειροκροτηµάτων είναι ικανοποιητικός και ποιος όχι.

Στην Αρχαία Ελλάδα αν και δεν υπάρχει πλούσια καταγραφή για το χειροκρότηµα, υπήρχαν διάφορες µορφές δηµόσιας επιδοκιµασίας, όπως έντονες φωνές ή κινήσεις. Οι θεατρικοί αγώνες στις ∆ιονυσιακές γιορτές είχαν και «ψήφο» του κοινού για τον καλύτερο συγγραφέα ή το καλύτερο έργο. Μετά όµως από έρευνες της ιστορίας των χειροκροτηµάτων βλέπουµε ότι µία εκδήλωση χειροκροτηµάτων που µοιάζει αυθόρµητη, συχνά είναι προσχεδιασµένη και χαρακτηρίζεται από τις δικές τους παραδόσεις και στρατηγικές.

Τέλος, ολοκληρώνοντας το θέµα των χειροκροτηµάτων, θα δούµε ποιο είναι το «ρεκόρ» των ανακλήσεων στη σκηνή. Και αυτό το «ρεκόρ» το κατέχει ο ΛΟΥΤΣΙΑΝΟ ΠΑΒΑΡΟΤΙ, που αναγκάστηκε να επιστρέψει στη σκηνή 165 φορές, µετά την ερµηνεία του ρόλου του Νεµορίνο στο «Ελιξήριο του Έρωτα» του Ντονιτσέτι, στην Όπερα του Βερολίνου. Τα χειροκροτήµατα κράτησαν 1 ώρα και 7 λεπτά, µέσα σε ένα πανδαιµόνιο από φωνές ευχαρίστησης, συγκίνησης, και ενθουσιασµού!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ