Μνήμη Λεωνίδα Κουμάκη
Νομικού, Συγγραφέα, Μέλους του International Hellenic Association (IHA)
«Οι εκδηλώσεις αυτές ήταν πολύ καλά οργανωµένη ενέργεια και ωφέλιµη για να καθαρίσει η χώρα µας από το ελληνικό στοιχείο που είναι ένας βραχνάς»
– Ισµέτ Ινονού, Αρχηγός Τουρκικής Αξιωµατικής Αντιπολίτευσης, 9 Σεπτεµβρίου 1955
«Τη νύχτα αυτή η Κωνσταντινούπολη µετατράπηκε σε τόπο της Αποκάλυψης. ∆εν υπάρχουν λέξεις, ούτε συγκρίσεις που να µπορούν να δώσουν µια εικόνα της φρίκης»
Ελβετική Εφηµερίδα Α-Ζ, 15 Σεπτεµβρίου 1955
Τον Απρίλιο του 1955 η Κύπρος ήταν αποικία της Βρετανίας – το 1878 την απέκτησε από την οθωμανική αυτοκρατορία η οποία την είχε υποδουλώσει το 1571.
Την εποχή εκείνη ο κυπριακός λαός διεκδικούσε επίµονα το δικαίωµα αυτοδιάθεσης που είχε παραχωρηθεί σε δεκάδες άλλους λαούς της πάλαι ποτέ βρετανικής αυτοκρατορίας. Η βούληση του κυπριακού λαού είχε ήδη εκφραστεί µε το δηµοψήφισµα του 1950, το οποίο οργάνωσε ο γηραιός μητροπολίτης Κυρήνειας Μακάριος ο Β’ και το αποτέλεσµα του οποίου ζητούσε, σε ποσοστό 95,7%, την ένωση της Κύπρου µε την Ελλάδα.
Η αποικιοκρατική Βρετανία δεν είχε καµιά διάθεση να εγκαταλείψει τις ανεκτίµητης γεωστρατηγικής αξίας βάσεις της στο αβύθιστο αεροπλανοφόρο της Μεσογείου. Από τον Ιούλιο µάλιστα του 1964, η κυνική, ύπουλη και πρόστυχη πολιτική της Βρετανίας στην Κύπρο διακηρύχτηκε πανηγυρικά όταν ο υφυπουργός Αποικιών της Βρετανίας Χένρυ Χόπκινσον δήλωνε µε τον πιο ωµό τρόπο στη βρετανική Βουλή, πως η αρχή της αυτοδιάθεσης για την Κύπρο δεν θα εφαρµοστεί ποτέ.
Μπροστά στην απόλυτη βρετανική αδιαλλαξία, οι Κύπριοι αποφάσισαν να διεκδικήσουν δυναµικά το προφανέστατο δικαίωµα της αυτοδιάθεσής τους, µε τον ένοπλο επαναστατικό αγώνα που κήρυξε η ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου 1955.
Ο αγώνας των Κυπρίων εξαπλώθηκε γρήγορα και όταν το αίτηµα της αυτοδιάθεσης άρχισε να σαρώνει ολόκληρη την Κύπρο, η Βρετανία αφενός µεν κατέφυγε σε κάθε σκληρό ή απάνθρωπο µέσο για να στραγγαλίσει τη θέληση των Κυπρίων, αφετέρου δε άρχισε να µηχανορραφεί σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά εδώ και ολόκληρους αιώνες: διαίρει και βασίλευε.
Έτσι, ενώ η Τουρκία είχε πανηγυρικά παραιτηθεί από οποιοδήποτε δικαίωµα στην Κύπρο µε τα άρθρα 20 και 27 της Συνθήκης της Λωζάνης του 1923 (σχετικό «Κυπριακό: Ο εξευτελισµός της νοµιµότητας»), η Βρετανία όχι µόνο φρόντισε να την επαναφέρει ως ισότιµο συνοµιλητή στο αίτηµα αυτοδιάθεσης της Μεγαλονήσου, οργανώνοντας στο Λονδίνο την τριµερή διάσκεψη για το Κυπριακό (Αύγουστος 1955), αλλά έκανε και επίµονες συστάσεις στους Τούρκους να δείξουν «αποφασιστικότητα».
Η τουρκική βουλιµία δεν χρειαζόταν µεγαλύτερη ενθάρρυνση για να αφυπνιστεί. Ήταν η εποχή που οι Τούρκοι έψαχναν στον χάρτη να ανακαλύψουν πού βρίσκεται η Κύπρος, όταν ξαφνικά ολόκληρη η Τουρκία πληµµύρισε µε τις οργανώσεις «Η Κύπρος είναι τουρκική» οι οποίες σε πολλές περιοχές στελεχωνόταν από µέλη του κυβερνώντος ∆ηµοκρατικού Κόµµατος και χρηµατοδοτούντο απλόχερα από την τουρκική κυβέρνηση. Ο αρχηγός της οργάνωσης Χικµέτ Μπιλ, δηµοσιογράφος της Χουριέτ που ανήκε στον στενό κύκλο του πρωθυπουργού Αντάν Μεντερές [1], αναδείχτηκε σε καταπληκτικό έµπορο του φανατισµού και του κιτρινισµού: Από 11.000 φύλλα ηµερήσιας κυκλοφορίας, τα συνεχή, πύρινα ανθελληνικά άρθρα απογείωσαν τις πωλήσεις της εφηµερίδας σε 600.000 φύλλα ηµερησίως, δείχνοντας τον δρόµο και στον υπόλοιπο τουρκικό Τύπο.
Η τουρκική κυβέρνηση διέβλεψε, µέσα στο ανθελληνικό κλίµα που η ίδια δηµιουργούσε, µια θαυµάσια ευκαιρία να ξεφορτωθεί τον Ελληνισµό της Κωνσταντινούπολης τον οποίο, από την εποµένη της υπογραφής της Συνθήκης της Λοζάνης, θεωρούσε«βραχνά». Επί πλέον, τα µεγάλα προβλήµατα υγείας του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξανδρου Παπάγου την εποχή εκείνη, σε συνδυασµό µε την απροκάλυπτη και δραστήρια βρετανική υποστήριξη, πρόσφεραν επιπρόσθετα πλεονεκτήµατα στα τουρκικά σχέδια.
Οι συνεχείς προσπάθειες της Τουρκίας από το 1923 να«ξεφορτωθεί» τον Ελληνισµό που η ίδια συµφώνησε να κρατήσει στις αλησµόνητες πατρίδες, δεν είχαν φέρει τα επιθυµητά αποτελέσµατα.
Ούτε η σταδιακή απαγόρευση άσκησης δεκάδων επαγγελµάτων ώστε να εξαναγκαστούν να φύγουν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, ούτε ο εµπρησµός που το 1928 αποτέφρωσε τα Ταταύλα, την πιο φηµισµένη συνοικία του Ελληνισµού της Πόλης, ούτε η στρατολόγηση 20 ηλικιών χριστιανών και η αποστολή τους σε τάγµατα καταναγκαστικής εργασίας το 1941 όταν η Ελλάδα πολεµούσε στο πλευρό των συµµάχων για τα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, ούτε το 1942 η επιβολή του αυθαίρετου, κατά την κρίση του κάθε εφόρου, έκτακτου φόρου περιουσίας στους µη µουσουλµανικούς πληθυσµούς της Πόλης, ούτε οι συνεχείς και ποικιλόµορφες διώξεις κατάφεραν να πετύχουν αυτό που επιζητούσαν επίµονα οι Τούρκοι επί ολόκληρες δεκαετίες.
Τώρα όµως υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για ένα µεθοδικό και αποφασιστικό χτύπηµα.
Το σχέδιο της τουρκικής κυβέρνησης καταστρώθηκε προσεκτικά υπό την υψηλή εποπτεία των Βρετανών και τέθηκε σε εφαρµογή τα µεσάνυχτα της 6ης προς την 7η Σεπτεµβρίου 1955:
Ο Χασάν Μεχµέτογλου, φύλακας του χώρου στον οποίο βρίσκονται τόσο το σπίτι που οι Τούρκοι θεωρούν πως γεννήθηκε ο Μουσταφά Κεµάλ όσο και το Τουρκικό Προξενείο στη Θεσσαλονίκη, τοποθετεί ένα εκρηκτικό µηχανισµό µικρής ισχύος τον οποίο παρέλαβε από τον τότε φοιτητή, Έλληνα πολίτη, µουσουλµάνο το θρήσκευµα, Οκτάι Εγκίν [2], γιό παλαιού βουλευτή Ροδόπης του ελληνικού κοινοβουλίου. Ο µηχανισµός εκρήγνυται προκαλώντας το σπάσιµο µερικών τζαµιών χωρίς καµιά άλλη σοβαρή ζηµιά.
Στις 6 το απόγευµα της 6ης Σεπτεµβρίου 1955 άρχισαν να συγκεντρώνονται στην κεντρική πλατεία Ταξίµ της Κωνσταντινούπολης εκατοντάδες αστυνοµικοί µε πολιτικά, µέλη του κυβερνώντος ∆ηµοκρατικού Κόµµατος, οργανωµένοι φοιτητές και απλοί πολίτες εντεταµένοι στο βαθύ κράτος της Τουρκίας, ειδοποιηµένοι µέσα από τα αµέτρητα τζαµιά της Κωνσταντινούπολης.
Την ώρα της συγκέντρωσης άρχισε να διανέµεται στους συγκεντρωµένους το έκτακτο παράρτηµα της εφηµερίδας «Istanbul Express» µε τεράστιους τίτλους παραπληροφόρησης: «Καταστράφηκε το σπίτι του πατέρα µας µε βόµβα» ενώ το κείµενο περιέγραφε µια φανταστική καταστροφή του υποτιθέµενου σπιτιού του Μουσταφά Κεµάλ και του Τουρκικού Προξενείου στην Θεσσαλονίκη, από τους «κακούς Έλληνες».
Η κυκλοφορία της εφηµερίδας ήταν το σύνθηµα της εκκίνησης ενός αδίστακτου, οργανωµένου και φονικού πογκρόµ εναντίον του Ελληνισµού της Κωνσταντινούπολης. Στους γύρω δρόµους της πλατείας Ταξίµ, από τα σταθµευµένα στρατιωτικά αυτοκίνητα και άλλα τροχοφόρα, άρχισαν να κατεβαίνουν άτοµα του τουρκικού υπόκοσµου µαζί µε Λαζούς, Τσέτες και Κούρδους που είχαν µεταφερθεί από τα βάθη της Ανατολής για να συµµετέχουν στο πλιάτσικο. Όλοι κρατούσαν σιδερένιους λοστούς, ρόπαλα, µαχαίρια και διαρρηκτικά εργαλεία. Οι οπλισµένες οµάδες ενώθηκαν µε τους συγκεντρωµένους διαδηλωτές σε ένα τεράστιο ποτάµι εκατό περίπου χιλιάδων ανθρώπων και ξεχύθηκαν στους δρόµους της Κωνσταντινούπολης. Ακολούθησαν ώρες πραγµατικής κόλασης.
Τα συνθήµατα«Yikin, Kirin, Giavourdur» (Σπάστε, Γκρεµίστε, είναι Γκιαούρης) και «Kahrolsun Giavourlar» (Ανάθεµα στους Γκιαούρηδες) άρχισαν να δονούν την ατµόσφαιρα και ένα µέρος του όχλου κινήθηκε στη Λεωφόρο του περίφηµου Πέρα µε τα 700 περίπου καταστήµατα, το συντριπτικό ποσοστό των οποίων ανήκε στους Έλληνες. Από τους πρώτους στόχους που δέχτηκε την επίθεση του παθιασµένου όχλου είναι το καφενείο «Επτάλοφος» στην πλατεία Ταξίµ. Τζάµια, τραπέζια, µπουφέδες γίνονται συντρίµµια και η γιγαντιαία επιδροµή αρχίζει.
Οι οργανωµένοι διαδηλωτές είναι χωρισµένοι σε τρεις οµάδες. Η πρώτη οµάδα σπάει µε λοστούς τα ρολά, τις πόρτες και τα τζάµια των καταστηµάτων. Η δεύτερη αρπάζει και σκορπάει στους δρόµους τα εµπορεύµατα και η τρίτη καταστρέφει και λεηλατεί. Εκατό περίπου οργανωµένες οµάδες εκτελούν το φρικιαστικό τους έργο σε µια τεράστια έκταση από τον Βόσπορο έως τη θάλασσα του Μαρµαρά. Τα ελληνικά σπίτια και καταστήµατα είχαν σηµαδευτεί µε ευδιάκριτα σήµατα από τις προηγούµενες µέρες και οι επικεφαλής των διαδηλωτών, µε καταλόγους στα χέρια τους, καθοδηγούν τον όχλο.
Πρόκειται για ένα οργανωµένο τυφώνα που σαρώνει τα πάντα στο πέρασµά του. Τριάντα επτά νεκροί [3], εκατοντάδες τραυµατίες, περισσότεροι από διακόσιοι βιασµοί και κακοποίηση δεκάδων κληρικών, υπήρξαν τα ανθρώπινα θύµατα του οργανωµένου τυφώνα.
- Κατά το πολύωρο πογκρόµ, λεηλατούνται και παραδίδονται στις φλόγες 73 ελληνικές εκκλησίες. Καταστρέφονται εικόνες, αγιογραφίες και σκεύη ανεκτίµητης ιστορικής αξίας.
- Καταστρέφονται ολοσχερώς και τα 26 ελληνικά σχολεία και οι πίνακες γραµµένοι µε το τελευταίο µάθηµα της µέρας, σκορπάνε στους δρόµους. Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η Μεγάλη του Γένους Σχολή και το Ζάππειο Λύκειο δέχονται την επίθεση του όχλου µε απίστευτη µανία.
- 4.359 ελληνικά καταστήµατα ή επιχειρήσεις και 3.500 χριστιανικά σπίτια καταστρέφονται, λεηλατούνται, πυρπολούνται ή παραδίδονται στο µένος του όχλου. [4]
- Ρηµάζονται κυριολεκτικά και καταστρέφονται τα πιεστήρια και τα γραφεία και των τριών οµογενειακών εφηµερίδων της Κωνσταντινούπολης.
- 21 ελληνικά εργοστάσια καταστρέφονται ολοκληρωτικά και σε όσα βρίσκονται κοντά στα παράλια του Βοσπόρου, οι µηχανές και τα εργαλεία τους πετιούνται στη θάλασσα.
- 110 ελληνικά εστιατόρια και ξενοδοχεία καταστρέφονται, λεηλατούνται και παραδίδονται στις φλόγες.
- Οι Πατριαρχικοί Τάφοι και τα σκηνώµατα των µεγάλων ευεργετών τα οποία από το 1850 τοποθετούνται στον αυλόγυρο της Ιεράς Μονής της Ζωοδόχου Πηγής, δέχονται την επίθεση του όχλου, που µε κανιβαλική µανία σπάει τους τάφους, ξεθάβει οστά νεκρών και τα σκορπάει στους δρόµους.
- Στο µεγάλο ελληνικό νεκροταφείο του Σισλί οµάδα διαδηλωτών επί ώρες καταστρέφει τάφους, σταυρούς, σκάβει τους πιο πρόσφατους µαχαιρώνοντας και τεµαχίζοντας πτώµατα.
Όταν οι οργανωµένες οµάδες του τουρκικού όχλου ολοκλήρωσαν το µακάβριο έργο τους, η τουρκική κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόµο και µε τη συνήθη υποκριτική άνεση των Τούρκων κατηγόρησε τους ανύπαρκτους τότε στην Τουρκία κοµµουνιστές, πως ήταν οι υπεύθυνοι για τα γεγονότα.
Ακόµα και στις µέρες µας, η Τουρκία µε τη διαχρονική υποκριτική της συνήθεια, ισχυρίζεται σε όλους τους ∆ιεθνείς Οργανισµούς πως ο Ελληνισµός της Κωνσταντινούπολης συρρικνώθηκε (από 120.000 που συµφωνήθηκε το 1923, σήµερα υπάρχουν µερικές χιλιάδες που µετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού) επειδή… «έφυγε οικειοθελώς» από τις εστίες του αναζητώντας σε άλλα µέρη µια καλύτερη ζωή, όπως ακριβώς κάνουν όλοι οι οικονοµικοί µετανάστες!
Επίλογος
Ως επίλογο, ας θυµηθούµε ένα σύντοµο κείµενο του ακαδηµαϊκού και συγγραφέα Ηλία Βενέζη (1904-1973) µε τίτλο «Τρίτη 6 Σεπτεµβρίου 1955», γραµµένο την εποµένη των γεγονότων και δηµοσιευµένο στη Νέα Εστία στις 15/9/1955 (τεύχος 677, σελίδα 1184):
Οι απίστευτες βαρβαρότητες του όχλου της αντίπερα όχθης του Αιγαίου εναντίον του Ελληνισµού και της Χριστιανοσύνης ξυπνούνε σε τούτο εδώ το έθνος µνήµη ανατριχιαστική. Η Ελλάδα ξαναθυµάται τις µέρες του 1922, -τις µέρες που ήταν φλόγες, και κραυγή θηρίου, και αίµα και κοπάδια κυνηγηµένων, ξεριζωµένων ανθρώπων, γυναικών και παιδιών και γερόντων. Είχαµε πάρει τότε τους εφέστιους θεούς µας και ξεκινήσαµε γυµνοί απ’ την Ανατολή, αφήνοντας τη γη και τα κόκαλα των πατέρων µας. Και είπαµε να ριζώσουµε στη γη της Ελλάδας και να ξεχάσουµε.
Βάζουµε το χέρι στην καρδιά πως κάναµε το καθετί για να ξεχάσουµε. Στα βιβλία που γράφαµε, όσα δένονταν µε το δράµα του ’22, κοιτάζαµε να βλέπουµε όσο γίνεται λιγότερο το θηρίο της Ασίας, όσο γίνεται λιγώτερο τον «εχθρό». Ανιχνεύαµε να βρούµε τον άνθρωπο, να τα εξηγήσουµε όλα µε τη µοίρα του, να βρούµε µια δικαίωση εκεί που µονάχα το ένστικτο του θηρίου και το πάθος έδιναν τη σωστή εξήγηση και ερµηνεία στα γεγονότα. Προχωρήσαµε ακόµα πιο πολύ. Είπαµε να ξεχάσουµε την Ιστορία – εµείς, ένας λαός που έχει ανάγκη ν’ ακουµπά στην Ιστορία. Και αλλάξαµε τον τόνο των βιβλίων που δίδασκαν στα παιδιά µας. Αµβλύναµε τις σκληρές γραµµές, τα µαρτύρια του Γένους στον καιρό του 1821 και στους µετέπειτα καιρούς, φτάσαµε ακόµα να σβήνουµε περιστατικά, ονόµατα, θηριωδίες. Όλα αυτά, ίσως συναντηθούµε µε την αντίπερα χώρα, ίσως επιτέλους γίνουµε φίλοι.
Οι µέρες του Σεπτεµβρίου του 1955 µας γυρίζουν στις µέρες του 1922. Βλέπουµε τώρα πως είχαµε λάθος λέγοντας πως απ’ τη µια στιγµή στην άλλη το θηρίο γίνεται άνθρωπος. Όχι, φαίνεται πως δεν γίνεται. Γι’ αυτό από τη σκοπιά τούτη εδώ που εκφράζει το ελληνικό πνεύµα, θέλουµε να πούµε την πικρία µας γιατί απατηθήκαµε.
Θα πρέπει τώρα να ξανακοιτάξουµε τον εαυτό µας. ∆ε θ’ αποφασίσουµε να διδάξουµε τώρα στα παιδιά µας το µίσος. Αλλά θ’ αποφασίσουµε πως το χρέος µας, ως Ελλήνων συγγραφέων, είναι αυτό: να ξαναθυµηθούµε πάλι, να µην πάψουµε να θυµόµαστε, να µάθουµε στα παιδιά µας να θυµούνται.
[1] Ο Αντάν Μεντερές ανατράπηκε από στρατιωτικό πραξικόπηµα το 1960 και απαγχονίστηκε στις 17 Σεπτεµβρίου 1961 για πλήθος σκανδάλων και αποκρουστικών πράξεων – µεταξύ των οποίων και τα Σεπτεµβριανά.
[2] Ο Οκτάι Ενγκίν το 1956 διέφυγε στην Τουρκία όπου υπηρέτησε στην τουρκική ΜΙΤ και αργότερα έγινε νοµάρχης της πόλης Nevşehir.
[3] Ο αριθµός των νεκρών του πογκρόµ ήταν µικρός (37 νεκροί σύµφωνα µε τον «κατάλογο νεκρών» που συνέταξε ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης, στη σελίδα 677 του µνηµειώδους έργου του «Ο Μηχανισµός της καταστροφής», εκδόσεις Εστία, 2007) επειδή είχαν δοθεί ρητές εντολές να αποφευχθεί η αιµατοχυσία ώστε να µην καταγγελθεί η τουρκική κυβέρνηση σαν ανεχόµενη σφαγές πολιτών της.
[4] «Ο Μηχανισµός της Καταστροφής» Καθηγητή Σπύρου Βρυώνη, σελίδες 299 και 313.