Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις και προβλέψεις πολιτικών αναλυτών ο πιθανός χρόνος για τη διενέργεια των εθνικών εκλογών είναι είτε το Φθινόπωρο του τρέχοντος έτους, είτε η Άνοιξη του επόμενου. Οι αναλύσεις των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ εκτός του χρόνου των εκλογών, εστιάζονται κυρίως στα μέσα, τους τρόπους και τις μεθόδους που θα εξασφαλίσουν την αυτοδυναμία της Ν.Δ. με το σύστημα όμως της ενισχυμένης αναλογικής… Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα πρόσφατο άρθρο της «Καθημερινής» με τον τίτλο «Πού θα κριθεί η αυτοδυναμία για τη Ν.Δ.», το οποίο αναφέρεται σε συγκεκριμένες εκλογικές περιφέρειες και κοινωνικές ομάδες, που θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την αυτοδυναμία με το σύστημα βεβαίως της ενισχυμένης αναλογικής… Σε όλες αυτές τις αναλύσεις αγνοείται σαν να μην υπάρχει το εκλογικό σύστημα – απλή αναλογική – με το οποίο θα διεξαχθούν οι επόμενες εκλογές. Η εξουσιομανία δεν επιτρέπει αναλύσεις για τα θετικά στοιχεία της απλής αναλογικής, αλλά και για το μεγάλο κόστος σε πολλούς τομείς που θα προκαλέσει η άμεση διενέργεια δεύτερων εκλογών με το ευνοϊκό για τη συντηρητική παράταξη εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Γιατί όμως η απλή αναλογική προκαλεί φόβο στη ΝΔ και την αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι; Κάποια από τα εναντίον της επιχειρήματα είναι τα ακόλουθα:
Οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν σε μια sui generis χώρα όπως η Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν είναι Ολλανδία ή Γερμανία, ούτε οι καιροί είναι κατάλληλοι για πειραματισμούς και φροντιστήρια συνεργασίας του πολιτικού προσωπικού.
Η χώρα με τη δεδομένη και ανεπαρκή δημόσια διοίκηση δεν αντέχει να περιμένει εβδομάδες ή μήνες μέχρις ότου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για μια προγραμματική συμφωνία σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας.
Οι Έλληνες δεν διαθέτουν κουλτούρα συνεργασίας και τόσο στο πολιτικό πεδίο, όσο και στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης και του συνδικαλισμού δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν συμβιβασμούς και να συνεννοηθούν.
Με τα συγκεκριμένα επιχειρήματα όμως οι πολέμιοι της απλής αναλογικής δεν κάνουν τίποτα άλλο, από το να υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα είναι μια προ-νεωτερική χώρα και οι Έλληνες ένας ανώριμος λαός που σκέπτεται και δρα συναισθηματικά και ανορθολογικά. Και εφόσον είμαστε προ-νεωτερικοί, συναισθηματικοί και ανώριμοι, μόνο οι «ώριμοι», οι «ορθολογιστές» και βεβαίως οι «άριστοι» της συντηρητικής παράταξης – μέσω της ενισχυμένης αναλογικής – μπορούν να μας σώσουν… Αναρωτιέμαι όμως αν θα προβάλλονταν από συντηρητικούς κύκλους τα συγκεκριμένα επιχειρήματα στην περίπτωση που η ΝΔ δεν κυριαρχούσε στους θεσμούς, γεγονός που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αναπαραγωγή της εξουσιαστικής δυναμικής της. Και επιπλέον αν θα υποστήριζαν τις ίδιες απόψεις στην περίπτωση που η ΝΔ δεν ήταν πρώτο Κόμμα στις δημοσκοπήσεις. Οι συγκεκριμένες σκέψεις είναι εκείνες που με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι κατά της απλής αναλογικής είναι προσχηματικοί… Οι βαθύτεροι πραγματικοί λόγοι του φόβου της ΝΔ απέναντι στην απλή αναλογική έχουν σχέση με την άρνησή της να μοιραστεί την εξουσία με άλλες πολιτικές δυνάμεις. Ειδικότερα η συντηρητική παράταξη, τα πολιτικά στελέχη της, αλλά και οι ψηφοφόροι της, έχουν ταυτιστεί διαχρονικά με την κατοχή και την άσκηση εξουσίας. Εκτός εξουσίας αισθάνονται όπως το ψάρι έξω από το νερό… Άλλωστε βασικό χαρακτηριστικό του συντηρητικού ανθρώπου είναι η συνεχής προσπάθειά του για τη δημιουργία σχέσεων με κέντρα εξουσίας. Για τον λόγο αυτό – σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις – κύριος στόχος της στρατηγικής της συντηρητικής παράταξης, είναι η κατοχή και αναπαραγωγή της εξουσίας της διαχρονικά. Για την επίτευξη αυτού του στόχου έχει στη διάθεσή της τρία σημαντικά εργαλεία: α) κυριαρχία στους θεσμούς και τα ΜΜΕ μέσω ιδιοτελών εμπρόσωπων δεσμών και σχέσεων αλληλεξάρτησης β) ένα σταθερό – μπετόν αρμέ ποσοστό (20% – 25%) ψηφοφόρων (ακραιφνείς δεξιοί και νεο-δεξιοί), με πυξίδα τους στην πολιτική και τη ζωή το βόλεμα και/ή τον φόβο και γ) την ενισχυμένη αναλογική που μετατρέπει την κοινωνική μειοψηφία σε πολιτική πλειοψηφία.
Παρά τον φόβο της ΝΔ για την απλή αναλογική, αυτή είναι αναγκαία για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, όχι στο επίπεδο του ουδέτερου τεχνικού εκσυγχρονισμού, αλλά στο πεδίο της αλλαγής νοοτροπιών και συμπεριφορών που είναι και το πλέον δύσκολο. Εξασφαλίζει την ισότητα τόσο της ψήφου, όσο και των Ελλήνων πολιτών και θα έπρεπε να υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο Σύνταγμα, ώστε οι εκλογές να διεξάγονται με το συγκεκριμένο σύστημα. Η απλή αναλογική δεν έχει δοκιμαστεί αρκετά, γιατί μεταπολεμικά εφαρμόστηκε μόνο σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις (1946, 1950), ενώ στις υπόλοιπες είκοσι πέντε εφαρμόστηκε το πλειοψηφικό ή η ενισχυμένη αναλογική. Επιχειρήματα υπέρ της απλής αναλογικής, υποστηριζόμενα από προοδευτικούς πολιτικούς αναλυτές είναι και τα ακόλουθα:
Η απλή αναλογική καλλιεργεί πνεύμα συνεργασίας, ενώ οι μονοκομματικές κυβερνήσεις υποδαυλίζουν την αλαζονική συμπεριφορά και οξύνουν τα πάθη στην πολιτική σκηνή και στην κοινωνία.
Οι μονοκομματικές κυβερνήσεις και ειδικά στις περιπτώσεις μακρόχρονης παραμονής στην εξουσία είναι περισσότερο επιρρεπείς από τις κυβερνήσεις συνεργασίας στη διαφθορά και τη διαπλοκή (πελατειακό κράτος, χειραγώγηση των θεσμών, σχέσεις αλληλεξάρτησης με ΜΜΕ και επιχειρηματίες κ.τλ.).
Στις περισσότερες προηγμένες χώρες της Ευρώπης έχει επικρατήσει ο πολυκομματισμός και οι κυβερνήσεις συνεργασίας.
Η απλή αναλογική μπορεί να αποδώσει σταθερές κυβερνήσεις, αρκεί τα πολιτικά Κόμματα να μην είναι θηρευτές εξουσίας και να έχουν ως πρώτο στόχο τους το καλό της χώρας.
Συμπερασματικά αν ο κύριος στόχος της Πολιτικής είναι ο εκσυγχρονισμός της χώρας με την έννοια της μετάβασης από την προ-νεωτερικότητα στη νεωτερικότητα, η καθιέρωση της απλής αναλογικής ως πάγιου εκλογικού συστήματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Αυτή τη βασική τομή δεν μπορούμε βέβαια να την αναμένουμε από τη συντηρητική παράταξη, διότι αυτή καταλαμβάνει την εξουσία και αναπαράγει την εξουσιαστική δυναμική της με τη χρήση προ-νεωτερικών εργαλείων (κλεπτο-καπιταλισμός, δεσπόζουσα θέση της Εκκλησίας, χειραγώγηση των θεσμών, πελατειακό κράτος, έλεγχος ΜΜΕ, κ.τλ.).