Γράφει ο Δημήτρης Μάρδας Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ, π. αν. υπουργός Οικονομικών και π. βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά τα όσα συνέβησαν στην Πύλο με τη βύθιση του πλοίου γεμάτο πρόσφυγες, μια παράξενη σιωπή πλανάται για το προσφυγικό, ενώ καθημερινά βλέπουμε εισροή προσφύγων από την Τουρκία. Ήταν αναμενόμενη η εξέλιξη αυτή μετά το με πολλά ερωτηματικά πολυσυζητημένο δυστύχημα.
Ο Ερντογάν δεν χάνει τέτοιες ευκαιρίες, παρά τις υφιστάμενες συμφωνίες με την ΕΕ περί μη εισροής προσφύγων από την Τουρκία. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι εμείς μένουμε αδρανείς και άπραγοι. Από την άλλη, οι προτάσεις της Επιτροπής επί του θέματος οτιδήποτε άλλο παρά σοβαρές μπορούν να χαρακτηριστούν, κινούμενες σε ένα περιβάλλον μακριά από τις σαφείς προβλέψεις των Συνθηκών της ΕΕ.
Τα σύνορά μας, χερσαία – θαλάσσια, οφείλουν να παραμείνουν κλειστά ως την πλήρη εφαρμογή των σχετικών με το θέμα προβλέψεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ) στα κράτη-μέλη. Το Άρθρο 80 γράφει χωρίς αστερίσκους:
«Οι πολιτικές της Ένωσης που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο (σχετικό με άσυλο, πρόσφυγες, μετανάστες)…διέπονται από την αρχή της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών – μελών, μεταξύ άλλων και στο οικονομικό επίπεδο. Οπότε απαιτείται οι πράξεις της Ένωσης που θεσπίζονται… να περιέχουν κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή της εν λόγω αρχής». Οι Αποφάσεις των διαφόρων Συμβουλίων (Δουβλίνο και οι πρόσφατες) είναι αντίθετες και παραβιάζουν κατάφορα τις προβλέψεις της Συνθήκης .
Στην περίπτωση μη εφαρμογής Άρθρων της Συνθήκης ή των παραβάσεών τους, τον λόγο έχει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το θεσμικό αυτό όργανο δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο ούτε έχει περιθώρια μη εφαρμογής των διατάξεων των Συνθηκών της ΕΕ.
Σημειώνεται, ότι τα ανοιχτά σύνορα είναι μια πάγια επιδίωξη των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων του πλανήτη, που επιδιώκουν, μέσω των μετακινήσεων μεταναστών – προσφύγων και την άφθονη προσφορά της εργασίας τους (ακόμη και επιστημόνων, βλ. πολυμερή γύρο διαπραγματεύσεων «Γύρο της Ντόχα»), την αλλαγή των όρων απασχόλησης στα ανεπτυγμένα κράτη.
Ειδικότερα, μέρος της ατζέντας της παγκοσμιοποίησης είναι και το άνοιγμα των συνόρων σε μετανάστες – πρόσφυγες, καθώς η άφθονη φθηνή εργασία πιέζει προς τα κάτω ή εμποδίζει την άνοδο των μισθών στις χώρες υποδοχής, ευνοώντας τα κέρδη. Η μεταβλητή αυτή συνήθως υποβαθμίζεται ή αγνοείται από τους υποστηρικτές των ανοικτών συνόρων, (συνήθως κάποιων ανορθόδοξων – ριζοσπαστών) πλην όσων συνειδητά λειτουργούν υπέρ της ενίσχυσης των κερδών και εις βάρος των μισθών (συνήθως των συντηρητικών – νεοφιλελεύθερων).
Συγκράτηση όμως των μισθών σημαίνει συνέχιση της εξόδου των Ελλήνων προς άλλες χώρες και μη προσφορά εργασίας εκ μέρους των νέων κυρίως. Και δεν μεταναστεύουν μόνο οι Έλληνες επιστήμονες. Στο τελευταίο Φόρουμ των Δελφών, κυβερνητικοί υπουργοί τάχθηκαν υπέρ της ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία ενώ και ο πρωθυπουργός τόνισε κατ’ επανάληψη ότι με τον τρόπο αυτόν λύνεται το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, απόψεις συμβατές με τα προαναφερθέντα και υποκριτικές φυσικά ως προς τα κλειστά σύνορα.
Δεν είναι ο εχθρός το χρώμα του δέρματος ή η καταγωγή των ανθρώπων. Ο εχθρός είναι αλλού, τον βλέπουμε στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό του Ισλάμ, τη χυδαιότερη ίσως μορφή φασισμού, που κηρύσσει το μίσος και επιβάλλεται με την καταπίεση και τη βία. Επίσης τον βλέπουμε είτε στις σκοπιμότητες γεωπολιτικού χαρακτήρα που μετατρέπουν τους ταλαίπωρους πρόσφυγες και μετανάστες σε πιόνια, είτε στα αρρωστημένα μυαλά όλων όσων εκμεταλλεύονται τις ευαισθησίες του κόσμου για ανθρωπιά και αλληλεγγύη υπέρ κάθε κατατρεγμένου.
Το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη πολυπλοκότητα. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα λοιπόν, οι παράγοντες που την προσδιορίζουν δεν περιορίζονται μόνο στον σεβασμό της ζωής και την προστασία των προσφύγων, κάτι φυσικά αδιαμφισβήτητο. Υπάρχουν και άλλοι, οι οποίοι όταν αγνοούνται και υποβαθμίζονται, τότε οι λύσεις που δίνονται είναι είτε λάθος είτε ανεπαρκείς ή ακόμη και μοιραίες.
Οι υποστηρικτές λοιπόν των ανοικτών συνόρων, από όπου και να προέρχονται, απλώς γίνονται φερέφωνα των επιλογών της παγκοσμιοποίησης, κινούμενοι πίσω από σωρεία συνθημάτων. Επίσης, η εργαλειοποίηση του ζητήματος από διάφορες κυβερνήσεις, οι πολιτικές επιλογές που κρύβονται πίσω από τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών φτωχών κρατών, το ερώτημα της ένταξης ή της ενσωμάτωσης όλου αυτού του κόσμου ή μέρους του στην ελληνική κοινωνία και άλλα πολλά έρχονται να συμπληρώσουν το παζλ της πολυπλοκότητας.
Αυτό επιζητεί απλές λύσεις, που φυσικά κινούνται στο πλαίσιο των αρχών του ανθρωπισμού, αλλά και άλλων αρχών και αξιών που επηρεάζουν την πολιτικοοικονομική ζωή των χωρών υποδοχής. Λάθος επιλογές, μπορούν να αποβούν μοιραίες. Οι 2,2 εκατ. Τούρκοι μετανάστες στη Γερμανία με γερμανική πλέον υπηκοότητα που εύκολα χειραγωγούνται από τις τουρκικές κυβερνήσεις -το βλέπουμε παραμονές εκλογών στην Τουρκία- και η αμφισβήτηση από τους ίδιους τους Σουηδούς των αποτελεσμάτων της μεταναστευτικής πολιτικής των ανοιχτών συνόρων που ακολουθεί χρόνια η χώρα τους, ας μας προβληματίσουν.
Τέλος, όπως τονίστηκε, ακούγεται η θέση κατά την οποία οι πρόσφυγες και οι μη προσκεκλημένοι μετανάστες θα καλύψουν μέρος του δημογραφικού κενού της χώρας. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι το ακόλουθο: Είναι προτιμότερη αυτή η λύση ή χρειάζεται μια προσπάθεια επαναπατρισμού των Ελλήνων της διασποράς; Επιτυχημένα παραδείγματα τέτοιων πολιτικών υπάρχουν πολλά. Το πιο αποτελεσματικό δίνεται ίσως από το Ισραήλ και τον θεσμό που έκτισε για τον σκοπό αυτόν, τον Jewish Agency for Israel. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της χώρας αυτής από 5 εκατ. άτομα στη δεκαετία του 1980 σήμερα ανέρχεται σε 9,2 εκατ. Ισραηλινούς πολίτες, εν πολλοίς επαναπατρισθέντες.