Γράφει ο Τίτος Αθανασιάδης.
Μια από τις μεταρρυθμίσεις που επαγγέλλεται η κυβέρνηση αφορά την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Είναι κάτι που οφείλεται στις μελλοντικές γενιές, προκειμένου να σταματήσει η τρομερή εκροή νέων για σπουδές στο εξωτερικό, αλλά και να δοθεί η δυνατότητα σε νέους άλλων εθνοτήτων να έλθουν στην Ελλάδα για σπουδές, οπότε το κέρδος της πατρίδας μας θα είναι διπλό.
Το παράδειγμα της Κύπρου είναι εντυπωσιακό και πειστικότατο. Άλλωστε, δωρεάν παιδεία στην Ελλάδα, έτσι όπως έχει εξελιχθεί η εκπαίδευση στη χώρα μας, στην ουσία δεν υπάρχει, αφού ακόμη και για την περάτωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πολλοί μαθητές καταφεύγουν σε φροντιστήρια. Ενώ τα τελευταία είναι απαραίτητα για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, αλλά και για την επιτυχή πορεία σ’ αυτά, των επιτυχόντων στις εισαγωγικές εξετάσεις τους.
Ιδιωτικά εκπαιδευτήρια δευτέρου και τρίτου, κυρίως τρίτου, ανωτάτου δηλαδή βαθμού, λειτουργούν ακόμη και σε σοσιαλιστικές χώρες, όπως η Κίνα ή η Βόρειος Κορέα και η Κούβα.
Το μεγάλο ζητούμενο είναι να μην υποβαθμιστεί η κρατική ανωτάτη εκπαίδευση. Σ’ αυτό η κυβέρνηση θα κριθεί. Και με αυστηρότητα.
Με αφορμή τη μεταρρύθμιση στην ανωτάτη εκπαίδευση για τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων, ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Αριστοτέλης Ράπτης (φωτό αριστερά) προέβη σε μία άκρως τεκμηριωμένη επιστημονική εργασία, η οποία έχει εκδοθεί σε βιβλίο, με τίτλο «Κρατικά και Ιδιωτικά Πανεπιστήμια», που νομίζω ότι πρέπει να διαβαστεί από την πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά και τον πολιτικό κόσμο και όλους όσους ενδιαφέρονται για την πρόοδο και ανάπτυξη της παιδείας στην Ελλάδα. Δίδω ιδιαίτερη σημασία στην εργασία του καθηγητή Αριστοτέλη Ράπτη, διότι, συμπτωματικά, γνωρίζω την περίπτωσή του. Ένα πάμπτωχο Ελληνόπουλο, που μέσα από πρωτοφανείς στερήσεις, σε εποχές δύσκολες για την Ελλάδα (αμέσως μετά τον πόλεμο) και σε περιοχή στην οποία οι συνθήκες ήταν τραχύτατες, μπόρεσε να σπουδάσει, εργαζόμενο σκληρά και καθημερινά και κατόπιν να φορέσει την καθηγητική τήβεννο και να διδάξει στο Καποδιστριακό και άλλα Πανεπιστήμια. Πέραν αυτού, μία μέθοδος σχετική με την επιστήμη των υπολογιστών φέρει το όνομά του, όπως και ενός Βρετανού επιστήμονα, και θεωρείται από τις είκοσι επικρατέστερες, παγκοσμίως, στην εποχή μας.
Ως επιστήμων, ο Αριστοτέλης Ράπτης είναι δημιούργημα της δημόσιας εκπαίδευσης, Γι’ αυτό και η θέση του υπέρ της καθιέρωσης ιδιωτικών πανεπιστημίων έχει ξεχωριστή σημασία. Διότι εάν ήθελε υποτεθεί ότι λειτουργούσαν ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, αυτό σε τίποτα δεν θα απέβαινε σε βάρος της προσωπικής προόδου και εξέλιξής του.
Αντίθετα, λόγω της συνήθους, εκ μέρους των ιδιωτικών, ή καλύτερα μη κρατικών πανεπιστημίων, αρχής, να παρέχουν τη δυνατότητα σε πολύ πτωχά παιδιά να σπουδάσουν, δεν αποκλείεται να ετύγχανε του ευεργετήματος αυτού και να μην εφθείρετο τόσο πολύ η υγεία του από τις σκληρές εργασίες στις οποίες κατέφευγε για να ζήσει.
Η υπέρ της καθιέρωσης μη κρατικών πανεπιστημίων επιχειρηματολογία του Αριστοτέλη Ράπτη στηρίζεται στα εξής σημεία, κυρίως:
1. Θα σταματήσει η απώλεια, με τη φυγή στο εξωτερικό, τεραστίων οικονομικών πόρων για σπουδές και διαβίωση 40.000 Ελλήνων φοιτητών, κατ’ έτος. Πολλοί από τους Ελληνόπαιδες αυτούς σπουδάζουν σε κατωτέρου επιπέδου πανεπιστήμια στις βαλκανικές ή τέως σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ενώ τα μη κρατικά πανεπιστήμια που θα ιδρυθούν στη χώρα μας θα είναι παραρτήματα ξένων μεγάλων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, εγνωσμένου κύρους και ακτινοβολίας.
2. Η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων θα είναι εφικτή, προφανώς, με όρους και αυστηρές προδιαγραφές που θα εγγυώνται την ομαλή λειτουργία τους, από αξιόπιστους οργανισμούς, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Η επιτυχία της όλης προσπάθειας -επισημαίνει ο καθηγητής Αριστοτέλης Ράπτης- θα εξαρτηθεί και από τη σύνδεση του όλου σχεδίου με την παραγωγική ανασυγκρότηση και τον διορθωτικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, ώστε να αποφευχθεί και ο κίνδυνος πληθωρισμού των πτυχίων. Αναγκαίες είναι γι’ αυτό και ορισμένες αλλαγές που πρέπει να επέλθουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
3. Με τη δημιουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, θα επέλθει σημαντική αποσυμφόρηση των δημοσίων πανεπιστημίων και απελευθέρωση θέσεων για την υποδοχή πολλών υποψηφίων, οι οποίοι τώρα, μένουν εκτός. Ιδιαίτερα εκείνων που σήμερα σπουδάζουν αντικείμενα εκτός του ενδιαφέροντός τους, με αρνητικές συνέπειες για τους ίδιους και για την αγορά εργασίας.
4. Η λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων θα προσφέρει απασχόληση σε μεγάλο αριθμό διδασκόντων και θα προσελκύσει προσοντούχους Έλληνες επιστήμονες και ερευνητές του εξωτερικού, που τώρα εργάζονται προς όφελος άλλων χωρών. Κυρίως όμως θα αμβλύνει την πολιτιστική απομόνωση της χώρας.
5. Η λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, πανεπιστημίων στη χώρα μας κατ’ ουδένα λόγο θα υποβαθμίσει την παρεχομένη από το κράτος ανωτάτη εκπαίδευση, διότι το τελευταίο θα συνεχίσει την εκ μέρους του στήριξη της λειτουργίας της. Αντίθετα, η ανώμαλη κατάσταση που παρατηρείται στα πανεπιστήμιά μας, λόγω της κυριαρχίας μετά το 1974, σ’ αυτά, μιας μικρής μειονότητας φοιτητών, η οποία προβαίνει σε καταλήψεις και άλλου είδους αυθαιρεσίες και αθλιότητες, τρομοκρατώντας το διδακτικό προσωπικό και τους φιλήσυχους και επιμελείς φοιτητές, είναι εκείνη που υποβαθμίζει τις σπουδές των εν Ελλάδι πανεπιστημίων και αναγκάζει πολλούς να φύγουν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν. Συνήθως οι ανήκοντες στη μικρή αυτή μειονότητα αποκτούν τον τίτλο του «αιώνιου φοιτητή», αδιαφορούν για τις σπουδές τους και παρέχουν την ευκαιρία σε παράνομα, εξωπανεπιστημιακά άτομα να μεταφέρουν τη δράση τους εντός των χώρων των δημοσίων ΑΕΙ.
6. Η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στα οποία θα λειτουργεί και ξενόγλωσσο τμήμα, θα αποτελέσει κίνητρο για πάρα πολλούς νέους από τη Μέση Ανατολή και Αφρική, αλλά και από τις βαλκανικές χώρες, και από τις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ (ως προς τις τελευταίες σε ορισμένους τομείς και ιδίως των ανθρωπιστικών σπουδών) να έλθουν για σπουδές στην Ελλάδα, μητέρα του πολιτισμού. Οι νέοι αυτοί μετά την ολοκλήρωση των σπουδών, επισημαίνει ο Αριστοτέλης Ράπτης, θα γίνουν πολιτισμικοί πρεσβευτές της χώρας μας και του ελληνικού πνεύματος.
Παράδειγμα κέρδους (πολιτισμικού, εκπαιδευτικού και οικονομικού) που θα έχει η Ελλάδα από τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων, ο καθηγητής Αριστοτέλης Ράπτης, φέρει την Κύπρο, όπου εισήχθη ο θεσμός των εκπαιδευτηρίων αυτών, προ ολίγων ετών. Οι σπουδάζοντες στα κυπριακά αυτά ΑΕΙ προέρχονται κατά 40% από χώρες της ΕΕ και τρίτες χώρες γενικά.
Στην Κύπρο, όπου η εκπαίδευση συμβάλλει στο 2% του ΑΕΠ, λειτουργούν σήμερα έξι μη κρατικά πανεπιστήμια και επίκειται η λειτουργία ενός ακόμη.
Ο καθηγητής Αριστοτέλης Ράπτης επισημαίνει ότι επτά μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Λευκωσίας είναι μεταξύ των κορυφαίων επιστημόνων παγκοσμίως, ενώ στην Ιατρική Σχολή του ιδιωτικού «Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου» δυο μέλη του διδακτικού προσωπικού του έχουν τιμηθεί με βραβείο Νόμπελ.
Κλείνοντας από την πλευρά μας, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι κατά την ελληνική αρχαιότητα η εκπαίδευση ήταν ιδιωτική, όπως και κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, σε μεγάλο βαθμό, παρ’ ότι το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που είχε το προνόμιο της παροχής εκπαίδευσης στους Ελληνόπαιδες, λειτουργούσε παράλληλα ορισμένου υψηλού επιπέδου εκπαιδευτήρια, όπως η μεγάλη του Γένους Σχολή, το Φροντιστήριο Τραπεζούντας κ.λπ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότεροι από τους διαπρεπείς Έλληνες των Γραμμάτων, κατά τους αιώνες της σκλαβιάς, είχαν τύχει σχεδόν αποκλειστικά ιδιωτικής εκπαίδευσης, η δαιμονοποίηση της οποίας, στις μέρες μας, από ορισμένους κύκλους, μάλλον εξωεκπαιδευτικούς σκοπούς εξυπηρετεί.