Γράφει ο Νίκος Παπαθανάσης
Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Οικονοµίας και Οικονοµικών
Η ελληνική οικονοµία, από το 2019, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις σε γεωπολιτικό, οικονοµικό, ενεργειακό και κλιµατικό επίπεδο, αναπτύσσεται συνεχώς, µε ρυθµούς πολύ υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό µέσο όρο, συνδυάζοντας τη δηµοσιονοµική σύνεση µε την κάλυψη του επενδυτικού κενού και µε την ταυτόχρονη ενίσχυση της κοινωνίας.
Μέσα σε ένα περιβάλλον εσωτερικής πολιτικής σταθερότητας, µε το σωστό µείγµα οικονοµικής πολιτικής, η Ελλάδα, τα πέντε χρόνια των κυβερνήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη, µεταξύ άλλων, πέτυχε: Αυξήσεις υπερδιπλάσιες του ευρωπαϊκού µέσου όρου στο πραγµατικό κατά κεφαλήν εισόδηµα. Τη µεγαλύτερη µείωση φόρων στην Ε.Ε. Μείωση της φοροδιαφυγής στον ΦΠΑ κατά 50% συγκριτικά µε το 2017 χάρη στη ραγδαία ψηφιοποίηση των φορολογικών ελέγχων και διασταυρώσεων. Αύξηση των εξαγωγών, µε µεγαλύτερη παρουσία αγαθών υψηλής τεχνολογίας και υπηρεσιών. Άµεσες ξένες επενδύσεις 25 δισ. ευρώ σωρευτικά στην τετραετία, µε δραστηριοποίηση στη χώρα παγκόσµιων πρωταθλητών, όπως η Microsoft, η Pfizer, η Cisco. Ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας µετά από 14 χρόνια, µε µείωση του κόστους δανεισµού για τράπεζες, επιχειρήσεις αλλά και για το κράτος. Και βεβαίως, αυτά τα χρόνια, πετύχαµε τη µεγαλύτερη µείωση της ανεργίας µεταξύ των «27», από 17,9% το 2019 στο 9,3% τον Σεπτέµβριο του 2024, γεγονός που µεταφράζεται στη δηµιουργία µισού εκατοµµυρίου νέων θέσεων εργασίας.
Επίσης, παράλληλα µε τη συνέχιση της αναπτυξιακής πορείας των ανωτέρω µεγεθών, στον Προϋπολογισµό του 2025 -έναν αναπτυξιακό προϋπολογισµό µε κοινωνικό πρόσηµο- περιλαµβάνονται µόνιµες, θετικές παρεµβάσεις για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις που είναι αυξηµένες κατά 1,1 δισ. ευρώ σε σχέση µε τον προϋπολογισµό του 2024, 12 περαιτέρω αυξήσεις αποδοχών και 12 νέες µειώσεις φόρων.
Ακόµα, προβλέπεται ανάπτυξη 2.3% -σηµαντικά υψηλότερη για µια ακόµη χρονιά του µέσου όρου της Ε.Ε.- το τέταρτο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασµα σε ολόκληρη την Ε.Ε., ένα συνολικό έλλειµµα που θα αγγίξει το µηδέν και οι ταχύτεροι ρυθµοί µείωσης του δηµόσιου χρέους στο σύνολο των «27» -θα υποχωρήσει στο 147% του ΑΕΠ, στο χαµηλότερο επίπεδο από την έναρξη της οικονοµικής κρίσης το 2010- που σηµαίνει χαµηλότερα επιτόκια δανεισµού για το κράτος, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. ∆ηλαδή, περισσότερες επενδύσεις, µεγαλύτερη απασχόληση και υψηλότερους µισθούς.
Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων
Παράλληλα, το Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων, το οποίο έχει υπερδιπλασιαστεί από το 2019, αναµένεται να αυξηθεί από 13,1 δισ. ευρώ το 2024 σε 14,1 δισ. ευρώ το 2025, πλέον των πόρων του δανειακού σκέλους του Ταµείου Ανάκαµψης. Χάρη στη συντονισµένη δουλειά όλων των εµπλεκόµενων φορέων, η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της Ε.Ε. ως προς την απορρόφηση πόρων του ΕΣΠΑ και του Ταµείου Ανάκαµψης.
Συγκεκριµένα, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2021-2027, έχουν ήδη εξειδικευτεί δράσεις ύψους άνω των 22 δισ. ευρώ, επί συνολικού προϋπολογισµού 26,3 δισ. ευρώ. Ενώ, οι συνολικές προσκλήσεις που έχουν εκδοθεί ανέρχονται στα 16,3 δισ. ευρώ, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 62,3% του συνολικού προϋπολογισµού του ΕΣΠΑ.
Την ίδια ώρα, οι εκταµιεύσεις από το Ταµείο Ανάκαµψης, µετά από τις θετικές αξιολογήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το σύνολο των ελληνικών αιτηµάτων πληρωµής, ανέρχονται στα 18,2 δισ. ευρώ, ήτοι στο 50,5% του συνολικού προϋπολογισµού του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0».
H βελτίωση της καθηµερινότητας των πολιτών, βασική µας επιδίωξη
Πόσο σχετίζονται όλα αυτά µε την καθηµερινότητα των πολιτών; Την απάντηση δίνουν ενδεικτικές δράσεις του Ταµείου Ανάκαµψης και του ΕΣΠΑ, όπως:
Το Πρόγραµµα «Προλαµβάνω» µε τις προληπτικές εξετάσεις για καρκίνο του µαστού, του παχέος εντέρου, του τραχήλου της µήτρας, και καρδιαγγειακών παθήσεων στο αµέσως προσεχές διάστηµα. Το νέο «Σπίτι µου ΙΙ», ύψους 2 δισ. ευρώ, µέσω του οποίου 20 χιλιάδες συµπολίτες µας, έως 50 ετών και µε διευρυµένα εισοδηµατικά κριτήρια -έως 34 χιλιάδες ευρώ για 4µελή οικογένεια- θα µπορέσουν να αποκτήσουν κατοικία, µε επιτόκιο µειωµένο κατά 50%. Το πρόγραµµα «Αναβαθµίζω το Σπίτι µου», ανοιχτό σε όλα τα φυσικά πρόσωπα, µε 100% επιδότηση του επιτοκίου τραπεζικού δανείου για ενεργειακή αναβάθµιση κατοικιών. Το Πρόγραµµα «Smart readiness», για εγκατάσταση οπτικής ίνας σε 120 χιλιάδες κτίρια. Το «Gigabit voucher», µε το οποίο περισσότερα από 379 χιλιάδες νοικοκυριά και µικροµεσαίες επιχειρήσεις αποκτούν ευρυζωνικές συνδέσεις.
Η υποστήριξη της λειτουργίας του ολοήµερου σχολείου και οι διαδραστικοί πίνακες. Η δέσµη µέτρων για τον Ψηφιακό Μετασχηµατισµό των µικροµεσαίων επιχειρήσεων, για την ενίσχυση της ίδρυσης και λειτουργίας νέων ΜµΕ και τουριστικών ΜµΕ. Τα ευνοϊκά δάνεια και η ενίσχυση της εγγυοδοσίας των µικροµεσαίων µέσα από το Ταµείο Επιχειρηµατικότητας ΙΙΙ. Τα Προγράµµατα µαθητείας, απόκτησης εργασιακής εµπειρίας και κατάρτισης για ανέργους. Τα έργα αντιπληµµυρικής προστασίας και η διαχείριση αστικών λυµάτων. Το πρόγραµµα «Αιγίς», η προµήθεια Canadair νέας γενιάς και άλλων κρίσιµων εργαλείων για την ευρύτερη αντιµετώπιση των συνεπειών της κλιµατικής κρίσης. Η γραµµή 4 του ΜΕΤΡΟ. Η κατασκευή και οι επεκτάσεις οδικών δικτύων, όπως το Πάτρα – Πύργος ή η επέκταση της Ιόνιας Οδού έως την Κακαβιά. Οι ενεργειακές αναβαθµίσεις δηµοσίων και δηµοτικών κτιρίων, και δεκάδες παρεµβάσεις που αλλάζουν την εικόνα της χώρας και την καθηµερινότητα των πολιτών.
Ωστόσο, δεν εφησυχάζουµε. Οι πόροι από την συνετή δηµοσιονοµική πολιτική και από τον περαιτέρω περιορισµό της φοροδιαφυγής, θα κατευθυνθούν σε νέα αύξηση των δαπανών για την Υγεία, που, το 2025, θα είναι κατά 74% περισσότερες από το 2019. Σε περαιτέρω αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, την προστασία του Περιβάλλοντος και την αντιµετώπιση της Κλιµατικής Κρίσης.
Συνεχίζουµε την απαρέγκλιτη εφαρµογή των µεταρρυθµίσεων και των δεσµεύσεών µας προς τους πολίτες, µε στόχο την διπλή σύγκλιση, τόσο σε επίπεδο εισοδηµάτων µε την υπόλοιπη Ευρώπη, όσο και σε επίπεδο ισόρροπης ανάπτυξης µεταξύ των Περιφερειών της χώρας. Εντείνουµε την προσπάθεια για καλύτερες προοπτικές στον οικογενειακό προϋπολογισµό, για ακόµα περισσότερες και καλύτερα αµειβόµενες θέσεις εργασίας για όλους, πρωτίστως για τις νέες και τους νέους, που θα µπορούν, επιτέλους, να µένουν, να δηµιουργούν, να επενδύουν και να ελπίζουν, στον τόπο τους.