Από τότε που συνειδητοποίησα την ύπαρξή μου, θυμάμαι τους χαρακτηρισμούς: «Ψωροκώσταινα», «Ελλαδίτσα», «Πότε θα γίνουμε Ευρωπαίοι!», κ.λπ., για την Πατρίδα μας.
1. 1962. Μόλις είχα τελειώσει το εξατάξιο Γυμνάσιο Αμαρουσίου και βρέθηκα -σε προγραμματισμένη μετάβαση σπουδών- στο Λονδίνο.
Σε μια συγκέντρωση συμφοιτητών, και συζητώντας τα της χώρας του καθενός μας, ο Ούγγρος, Λάζλο, γυρίζει και μου λέει: «Έχετε τα καλύτερα κασμήρια στον κόσμο». Χαμογέλασα κι αντέλεξα: «Όταν ο πατέρας μου θέλει να «ράψει» κουστούμι, αγοράζει αγγλικό κασμήρι και το πάει στον ράφτη». «Τα κασμήρια “Μηναΐδης – Φωτιάδης” και τα “3Δ του Δημητριάδη”, είναι τα καλύτερα στον κόσμο». Τον αμφισβήτησα και αναγκάστηκε να πει: «Έχω σπουδάσει υφαντουργική και ήμουν τέσσερα χρόνια εμπορικός ακόλουθος της Ουγγρικής Πρεσβείας στην Αθήνα». Τα’ χασα, δεν σήκωνε αντίλογο. Και συμπλήρωσε: «Σας αποκοιμίζουνε και σας αποκρύβουνε τα θετικά που έχετε!».
Τριάντα χρόνια μετά, ο φοιτητής Ιατρικής στη Λιέγη (Βέλγιο) ανηψιός μου βρίσκεται στο Λονδίνο, για λίγες μέρες.
Μπαίνει στο John Lewis, στην Oxford Street, και πηγαίνει στα υφάσματα με σκοπό ν’ αγοράσει ύφασμα για κουστούμι του πατέρα του. Του δείχνουν δύο-τρία «τόπια» και ζητά, «μήπως υπάρχει κάτι καλύτερο;» του κατεβάζουν δύο «τόπια» της “3Δ-Δημητριάδης”!
2. 1995. «Τι λες, βρε, Κάτια! Εκεί, πίσω από το άγαλμα του Λεωνίδα, στις Θερμοπύλες, υπάρχει πινακίδα που δείχνει “προς κεραίες του Ο.Τ.Ε.”».
Η Κάτια είναι το «βαρύ χαρτί» στον Ο.Τ.Ε. (ακόμα, τότε, ελληνικός) ως αριστούχος δορυφορικών τηλεπικοινωνιών απ’ το Παν/μιο της Σορβώνης.
«Δεν είναι δικές μας». «Ποιες;». «Οι κεραίες». «Και τίνος είναι;». «Των Αμερικανών. Εμείς οι Έλληνες δεν γνωρίζουμε ότι έχουμε ένα από τα καλύτερα ηλεκτρομαγνητικά πεδία του πλανήτη. Αυτοί, το ξέρουν. Από τις κεραίες αυτές παρακολουθούν τη σταθερή και κινητή τηλεφωνία της Ινδίας».
3. Ο Ηρόδοτος (445 π.τ.ε.μ. -πριν την εποχή μας, Κεφάλαιο Δ. 195), αναφέρει την ύπαρξη αυτο-αναβλύζοντος (δηλ. «κεφαλάρι») «μαύρου υγρού», σ’ ορισμένο σημείο της Ζακύνθου.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι οι Βρετανοί συνέλεγαν αυτό το «μαύρο υγρό» και το κατηύθυναν σε μια μεγάλη δεξαμενή στην κορυφή λόφου. Όταν η δεξαμενή αυτή γέμιζε, ερχόταν δεξαμενόπλοιο και, με φυσική ροή κατηφοριάς, έπαιρνε το «μαζούτ» (γιατί, αυτό ήταν το «μαύρο υγρό») κι έφευγε. Αυτά, μέχρι το 1938, οπότε οι Βρετανοί, γνωρίζοντας τον επικείμενο πόλεμο, ανατίναξαν τη δεξαμενή και «τάπωσαν» το «κεφαλάρι». Έκτοτε, αγνοείται η μοίρα του «crude oil» της Ζακύνθου. Αποτελεί μεγάλη πηγή; Μικρή; Είναι εμπορεύσιμη η ανόρυξή του; Πρέπει να ρωτήσουμε… Αμερικανίδα τσιγγάνα. [Η «Χρωπεί (Σοφιανόπουλοι) είχε πάρει άδεια, επί χούντας, για τη διερεύνηση του θέματος. Της αφαιρέθηκε η άδεια από υπουργούς της πρώτης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης, που ο Σωτήρης Σοφιανόπουλος έλεγε ότι έπρεπε να δικαστούν για «εθνική προδοσία»].
4. Πάμε κάπου σαραντακάτι χρόνια πίσω. Η ένωση των Αυστριακών λογοτεχνών είχε καλέσει, επισήμως, τον μακαρίτη Γιάννη Μαγκλή (πατέρα μου). Τον υποδέχτηκαν στο αεροδρόμιο της Βιέννης και τον οδήγησαν μ’ αυτοκίνητο προς τα γραφεία τους. Σε κάποιο, κατάκεντρο της πόλης σημείο, ο πρόεδρος των Αυστριακών Λογοτεχνών του λέει: «Από εδώ αρχίζουν οι ιδιοκτησίες της πρώην βασίλισσάς σας». Μετά από περίπου μισό χιλιόμετρο, ξαναείπε: «Εδώ, τελειώνουν».
Ο Γ. Μαγκλής, είπε: «Μα, ήταν μικρανηψιά του Κάιζερ». «Όχι, όχι!… Όλα αυτά είναι μεταπολεμικές (του Β’ Π.Π.) αγορές».
Πέρασαν κάποια χρόνια για να ξεσπάσει -από λάθος- το σκάνδαλο της παιδούπολης της Πάτρας, όπου η Φρειδερίκη πουλούσε σ’ αμερικάνικες οικογένειες, παιδάκια προς 2.500-5.000, τότε, δολλάρια, το καθένα. Όσο για τα «δακρύβρεχτα» του Κοκού ότι «ευτυχώς που είχαμε ευκατάστατο θείο», μπορώ να πω ότι ο «θείος» του, Χριστιανός (Christian), ήταν αργόμισθος στο Ναυτιλιακό Γραφείο του Ευάγγελου Νομικού, στο Λονδίνο, και καθόλου «ευκατάστατος». Ας όψεται κι ο Έρανος της Φανέλλας του Στρατιώτη!
Λεωνίδας Μαγκλής