Γράφει ο
Φώτης Αλεξόπουλος
Οικονοµολόγος
Μέλος του ΙΝΚΑ/Γενική Οµοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδος
Η Αττική, η µεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας και η καρδιά της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής της Ελλάδας, παράγει περίπου το 45% των αστικών αποβλήτων σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, τα στοιχεία για την ανακύκλωση παραµένουν απογοητευτικά, µε την κατάσταση να αγγίζει τα όρια του αδιεξόδου. Ο ΧΥΤΑ της Φυλής, που εδώ και δεκαετίες αποτελεί τον µοναδικό σχεδόν χώρο διάθεσης απορριµµάτων, έχει φτάσει σε κατάσταση κορεσµού. Το αποτέλεσµα είναι µια διαρκής πίεση στο περιβάλλον, στην υγεία των πολιτών και στην ίδια τη βιωσιµότητα του συστήµατος διαχείρισης αποβλήτων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως στόχο το 50% της ανακύκλωσης έως το 2030. Ωστόσο, µε τους σηµερινούς ρυθµούς αύξησης – που δεν ξεπερνούν το 0,3% ανά έτος – ο στόχος αυτός δεν είναι απλώς δύσκολος· είναι πρακτικά ανέφικτος. Η Ελλάδα, και ιδιαίτερα η Αττική, κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πρόστιµα, αλλά και σε απώλεια αξιοπιστίας.
Η χαµηλή συµµετοχή των πολιτών στην ανακύκλωση, τα κενά στον σχεδιασµό, οι ανεπαρκείς υποδοµές και η αποτυχία εφαρµογής σύγχρονων συστηµάτων όπως η διαλογή στην πηγή και η κυκλική οικονοµία, έχουν οδηγήσει σε ένα φαύλο κύκλο. Τα απορρίµµατα συσσωρεύονται, οι λύσεις καθυστερούν και η κοινωνία παραµένει εγκλωβισµένη σε µια λογική «µπάλωµα στο πρόβληµα».
Αντί να µιλάµε για µείωση απορριµµάτων και ανάκτηση πρώτων υλών, συνεχίζουµε να εξαρτόµαστε από τη λογική του ΧΥΤΑ. Και αυτό σε µια εποχή που οι περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις επενδύουν σε έξυπνα συστήµατα διαχείρισης, στην ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων και στην ουσιαστική συµµετοχή των πολιτών.
Η κρίση της Φυλής πρέπει να εκληφθεί ως µια ύστατη προειδοποίηση: χωρίς γενναίες αποφάσεις, χωρίς αποκέντρωση των υποδοµών, χωρίς εκπαίδευση και κίνητρα προς τους πολίτες και χωρίς πραγµατικές επενδύσεις, η Αττική δεν θα µπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες του αύριο.
Η ανακύκλωση δεν είναι απλώς µια οικολογική υποχρέωση. Είναι δείκτης πολιτισµού, ποιότητας ζωής και σεβασµού στις µελλοντικές γενιές. Αν συνεχίσουµε µε τους σηµερινούς ρυθµούς, το 2030 θα µας βρει όχι µόνο µακριά από τους ευρωπαϊκούς στόχους, αλλά και αντιµέτωπους µε ένα αβίωτο περιβαλλοντικό και κοινωνικό πρόβληµα.