Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Τάσος Γιαννόπουλος: «Ο κίνδυνος για τον ηθοποιό είναι η τυποποίηση»

Ο δημοφιλής ηθοποιός μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για το υπέροχο θεατρικό έργο «Good People» στο οποίο πρωταγωνιστεί, το ελληνικό θέατρο στην πανδημία και στη μετά «Me too» εποχή και τους κινδύνους που ενέχει η μαζική αναγνωρισιμότητα.

Το βαθιά ανθρώπινο και άγρια χιουμοριστικό θεατρικό έργο του βραβευμένου με Pulitzer Αμερικάνου συγγραφέα David Lindsay-Abaire «Good People», παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο θέατρο Αποθήκη.

Η πρεμιέρα του έγινε το 2011 στο Samuel J. Friedman Theatre  στο Broadway της Νέας Υόρκης. Το έργο που ήταν υποψήφιο για το βραβείο Tony την ίδια χρονιά και έχει κερδίσει επίσης το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης, έχει παρουσιαστεί σε θέατρα σε όλο τον κόσμο με εξαιρετική επιτυχία και διθυραμβικές κριτικές.

Στο έργο, ο Τάσος Γιαννόπουλος υποδύεται με μαεστρία τον Μάικ, τον εφηβικό έρωτα της Μάργκι Γουόλς (η Άννα – Μαρία Παπαχαραλάμπους στην πρώτη της σκηνοθετική απόπειρα) που είναι πλέον μεγαλογιατρός και ζει με τη γυναίκα του σε ένα πολυτελές σπίτι στα προάστια. Προσπαθεί να ξεφύγει από το παρελθόν του, αλλά χωρίς να το επιδιώκει… έρχεται σε μετωπική σύγκρουση μαζί του.

Ποιος είναι τελικά ο πιο σημαντικός παράγοντας που καθορίζει το μέλλον μας; Η μοίρα ή οι επιλογές μας; Με αφορμή το θεμελιώδες αυτό ερώτημα της ζωής που αυτομάτως γεννιέται επί σκηνής, ξεκινήσαμε την κουβέντα μας με τον αγαπημένο ηθοποιό, τον οποίο έχουμε απολαύσει σε δεκάδες τηλεοπτικές και θεατρικές επιτυχίες.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ

Μπορείς να μας συστήσεις τον Μάικ, τον ήρωα του έργου;

Ο Μάικ μεγάλωσε σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά της Βοστώνης με έναν πολύ αυστηρό πατέρα. Προσπαθώντας να ξεφύγει από αυτό το πνιγηρό περιβάλλον της φτώχιας και της εγκληματικότητας, βρίσκει διέξοδο στις σπουδές του στην Ιατρική. Προσπαθεί να ανελιχθεί κοινωνικά και να εγκλιματιστεί μέσα στη νέα ζωή που έχει χτίσει, ώσπου κάποια στιγμή όλο το παρελθόν του έρχεται μπροστά του.

Στην ίδια κακόφημη γειτονιά μεγάλωσε και η Μάργκι Γουόλς, η έτερη ηρωίδα του έργου, η οποία πήρε εντελώς διαφορετικό δρόμο. Και εδώ γεννιέται το θεμελιώδες ερώτημα σχετικά με το τι είναι τελικά η ζωή. Είναι μια σειρά από επιλογές τις οποίες κάνουμε ή η θεά Τύχη – μοίρα που τα καθορίζει όλα; Ποια είναι η δική σου γνώμη;

Αυτό το ερώτημα διακυβεύεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου και νομίζω πως τελικά η απάντησή του συμπεριλαμβάνει και τα δυο. Και την τύχη (η Μάργκι υπενθυμίζει στον Μάικ ότι εάν δεν τον κοιτούσε ο πατέρας του από το παράθυρο, θα είχε σκοτώσει ένα αγόρι με το οποίο είχαν τσακωθεί και η ζωή του θα είχε εξελιχθεί αλλιώς), αλλά και τις επιλογές που οι άνθρωποι κάνουν. Ο Μάικ επέλεξε να ασχοληθεί με τις σπουδές του, η Μάργκι όχι.

Παλιότερα, όταν οι Έλληνες έφευγαν στο εξωτερικό ως μετανάστες καθώς έβλεπαν ότι δεν υπήρχε ελπίδα σ’ αυτόν τον τόπο, έλεγαν τη φράση «πάω να βρω την τύχη μου». Δεν ήταν γι’ αυτούς μια τυχαία φράση.

«Έχω δουλέψει πραγματικά σκληρά στη ζωή μου. Ξέρω όμως κι άλλους που δούλεψαν πιο σκληρά απ’ ό, τι εγώ και δεν τους δόθηκαν οι ίδιες ευκαιρίες» έχει πει ο συγγραφέας του έργου David Lindsay – Abaire. Εσύ σε ποια από τις δυο κατηγορίες ανήκεις;

Και στις δυο. Και έχω δουλέψει σκληρά στη ζωή μου, αλλά μου δόθηκαν και οι κατάλληλες ευκαιρίες. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι εάν δουλεύεις πολύ, κάποια στιγμή θα φανεί η δουλειά σου και θα σου δοθούν οι κατάλληλες ευκαιρίες. Τα πρώτα χρόνια που ασχολήθηκα με την υποκριτική έτρεχα από οντισιόν σε οντισιόν. Πήγαινα σε σεμινάρια, έκανα μαθήματα φωνητικής, έψαχνα οτιδήποτε αφορά το επάγγελμά μου που θα μπορούσε να μου δώσει επιπλέον δεξιότητες και γνώσεις. Θέλω να πω ότι δεν καθόμουν στ’ αυγά μου, το κυνηγούσα.

Υπάρχει ηθικό δίδαγμα στο έργο;

Θεωρώ ότι το «Good People» είναι ένα μεγάλο από καλλιτεχνικής αξίας έργο. Μοιάζει τόσο απλό, αλλά η γραφή του είναι τόσο πυκνή που τίποτα απ’ όλα λέγεται δεν είναι περιττό. Θεωρώ ότι τα διδάγματα των σπουδαίων έργων είναι ανοικτά σε αναγνώσεις.

Το έργο είναι σκληρό αλλά ταυτόχρονα και τρυφερό. Tι σχόλια ακούτε από τους θεατές;

Μπορεί να μην επιτρέπεται λόγω κορωνοϊού να μας επισκεφτούν στα καμαρίνια, αλλά από την ανταπόκριση του κοινού την ώρα της παράστασης καταλαβαίνουμε ότι φτάνει το χιούμορ (γιατί εκτός από τις δραματικές σκηνές υπάρχει και αυτό) στην πλατεία. Οι θεατές απολαμβάνουν την παράσταση και περνάνε πολύ όμορφα.

Πώς κρίνεις τη φετινή θεατρική σεζόν;

Είναι ένας δύσκολος χειμώνας φέτος. Η πανδημία εξακολουθεί να υπάρχει στη ζωή μας. Ελπίζουμε να αντέξουμε και να τα καταφέρουμε και αναφέρομαι σε όλους τους ηθοποιούς, καθώς έχουν ανέβει ήδη πολλές παραστάσεις και προγραμματίζονται και άλλες.

Από τον κόσμο θεωρώ ότι έλειψε το θέατρο και αυτό φάνηκε και από την ανταπόκριση του κοινού στις παραστάσεις που ανέβηκαν το καλοκαίρι, όσο και από την μέχρι τώρα προσέλευσή του στις θεατρικές σκηνές.

Ζεις με τον φόβο ενός νέου lockdown;

Όλοι οι ηθοποιοί της παράστασης – αν και είμαστε εμβολιασμένοι – ζούμε και με τον φόβο ενός νέου lockdown, αλλά και τον φόβο μιας ενδεχόμενης νόσησης, γιατί σ’ αυτήν την περίπτωση το θέατρο πρέπει να παραμείνει κλειστό για δέκα ημέρες.

Πώς προέκυψε η υποκριτική στη ζωή σου;

Ήταν κάτι που άρχισε να με ενδιαφέρει από μικρός. Πάντα μου άρεσε να φτιάχνω ιστορίες και να τις ενσαρκώνω με τα αδέρφια και τα ξαδέρφια μου. Στη συνέχεια συμμετείχα σε παραστάσεις στο σχολείο και, τελικά, όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσω τι θα κάνω στη ζωή μου και αφού η απόφαση αυτή είχε ωριμάσει μέσα μου, αποφάσισα να σπουδάσω στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου.

Ποια ήταν η χειρότερη στιγμή σου στο θέατρο;

Δεν είναι μυστικό ότι στον χώρο μας υπάρχει μεγάλο ποσοστό ανεργίας. Υπήρξαν, λοιπόν, στιγμές που έμεινα χωρίς δουλειά. Έκανα, όμως, υπομονή και τελικά κάτι βρέθηκε.

Κακές συνεργασίες σού έχουν τύχει;

Τις κακές συνεργασίες επιλέγω να τις ξεχνάω και ούτε καν τις αναφέρω. Προτιμώ να θυμάμαι τις καλές στιγμές, όπως είναι η φετινή παράσταση ή οι συνεργασίες που έκανα στο παρελθόν με τον Γιάννη Μπέζο.

Αν και η σειρά «Ευτυχισμένοι μαζί» με την οποία έγινες γνωστός στο ευρύ κοινό γυρίστηκε το 2007, όποτε προβάλλεται σημειώνει υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Τι σημαίνει αυτό για εσένα;

Αυτή η σειρά προβάλλεται συνέχεια γιατί υπάρχει ακόμα το ενδιαφέρον του κοινού να την παρακολουθήσει. Ακόμα και σήμερα με φωνάζουν στον δρόμο με το όνομα του ρόλου («Μάκης»). Υπάρχουν τηλεθεατές που μου λένε «μεγαλώσαμε μαζί σας» -ακόμα και νεαρής ηλικίας παιδιά που σήμερα είναι στο Λύκειο!

Σε πειράζει που έγινες γνωστός στο ευρύ κοινό μέσα από την τηλεόραση, τη στιγμή που είχες μια μακρά θεατρική πορεία πίσω σου;

Δεν με πειράζει καθόλου, γιατί στον χώρο μας πρώτα σε αποδέχονται οι συνάδελφοι και μετά το κοινό. Ένα μεγάλο μέρος του θεατρικού κοινού με γνώριζε, απλώς μέσα από την τηλεόραση μπόρεσαν και με γνώρισαν άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, που ενδεχομένως δεν με είχαν δει στο θέατρο.

Ενέχει κινδύνους η μαζική αναγνωρισιμότητα;

Ο κίνδυνος είναι η τυποποίηση. Το κοινό μπορεί να θέλει να βλέπει έναν ηθοποιό ουσιαστικά να παίζει τον ίδιο ρόλο ακόμα και στο επόμενο σίριαλ. Αλλά είναι στο χέρι του να μην το κάνει. Είμαστε και οι επιλογές μας, όπως λέει και το έργο του David Lindsay – Abaire.

Οι αποκαλύψεις της ελληνικής εκδοχής του «Me too» πλήγωσαν το θέατρο;

Το πλήγωσαν, αλλά θα θεραπευτεί. Υπάρχει ο χρόνος να το κάνει. Τα πράγματα δεν αλλάζουν από την μια ημέρα στην άλλη, αλλά η αλλαγή αυτή θα έρθει. Το θέμα είναι να καταλάβουμε το τι έγινε, γιατί δεν είναι μόνο οι ακραίες και ποινικά κολάσιμες περιπτώσεις, αλλά και συμπεριφορές που μπορούν να χαρακτηριστούν ως «bullying». Πόσο σέβεται ένας σκηνοθέτης τους ηθοποιούς του και ο ένας συνάδελφος τον άλλον. Τα πράγματα δεν εξελίσσονται μέσα από τη σκληρότητα και τη βιαιότητα. Δυστυχώς είχε πάρει έναν τέτοιο δρόμο η δουλειά μας.

Έχεις υπάρξει μάρτυρας παραβατικών συμπεριφορών;

Φυσικά. Μα και σε εμένα έχει τύχει μια τέτοια συμπεριφορά και την αντιμετώπισα με τον τρόπο μου. Εκεί επιστρατεύεις και το χιούμορ σου (που πάντα χρειάζεται στη ζωή), αλλά φροντίζεις με ωραίο τρόπο να θέτεις τα όριά σου. Εάν όλα αυτά δεν είναι αρκετά, τότε φεύγεις από τη συγκεκριμένη δουλειά.

Σε βλέπουμε στην καθημερινή σειρά της ΕΡΤ 1 «Σε ξένα χέρια». Είναι η πρώτη φορά που κάνεις καθημερινό. Πώς είναι η εμπειρία;

Ο όγκος της δουλειάς είναι μεγάλος με καθημερινά δεκάωρα γυρίσματα, αλλά περνάμε πολύ ωραία. Εγώ υποδύομαι τον Λουδοβίκο, έναν γλυκό άνθρωπο που διατηρεί κατάστημα μπαχαρικών και είναι ερωτευμένος σφόδρα με τη Σούλα, την οποία υποδύεται η Ρένια Λουιζίδου. Η πρωτότυπη ιδέα ανήκει στον Γιώργο Κρητικό, η σκηνοθεσία είναι του Στέφανου Μπλάτσου και όλο το καστ είναι εξαιρετικό.

Πρόλαβες τις υψηλές αμοιβές της τηλεόρασης;

Όχι, δεν τις πρόλαβα. Όταν έπαιζα στο «Ευτυχισμένοι μαζί» (2007-2009), ήταν οι τελευταίες καλές από οικονομική άποψη χρονιές, αλλά δεν είχα μεγάλο «κασέ».

Θέατρο ή τηλεόραση; Αν για κάποιο λόγο είχες μόνο μια επιλογή, ποια θα ήταν αυτή;

Δεν μπαίνω σε αυτό το δίλημμα. Η υποκριτική είναι μια, απλώς αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο γυρίζεται μια τηλεοπτική ή κινηματογραφική δουλειά και πού ανεβαίνει μια θεατρική παράσταση.

Συμμετείχες στην εξαιρετική ταινία του Αντώνη Κόκκινου «Τέλος εποχής» (1994). Σου λείπει η εμπειρία των κινηματογραφικών γυρισμάτων;

Από τότε έχω κάνει μόνο δυο μικρού μήκους ταινίες. Ναι, ο κινηματογράφος είναι κάτι που μου λείπει. Θα ήθελα πολύ να ξανακάνω.

 

«Good people»

Θέατρο Αποθήκη: Σαρρή 40, Ψυρρή

Τηλέφωνο : 210.3253153

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους

Σκηνικά: Νατάσσα Παπαστεργίου

Κοστούμια: Νινέττα Ζαχαροπούλου

Μουσική Επιμέλεια: Ηλίας Παπαχαραλάμπους

Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελένη Τσιμπρικίδου

Φωτογραφίες: Γιώργος Αλεξανδράκης

 

Πρωταγωνιστούν (με αλφαβητική σειρά):

Τάσος Γιαννόπουλος, Παύλος Λουτσίδης, Aurora Marion, Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, Ζωή Ρηγοπούλου, Σωσώ Χατζημανώλη.

 

ΗΜΕΡΕΣ & ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ

Τετάρτη & Κυριακή: 20:00

Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο: 21:00

Σάββατο απογευματινή: 18:00

 

ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ:

Γενική είσοδος : 18 ευρώ, απογευματινή Σαββάτου: 16 ευρώ

Αγορά εισιτηρίων: Viva.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ