Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

Manolis Emmanouel (Μανώλης Εμμανουήλ): «Η κοσμοθεωρία μου άλλαξε ριζικά μετά την περιπέτεια της υγείας μου»

Σε ένα διάλειμμα από τα απαιτητικά γυρίσματα της νέας τηλεοπτικής σειράς της ΕΡΤ «Όρκος» (πρεμιέρα το Σάββατο 5 Φεβρουαρίου στις 10 το βράδυ στην ΕΡΤ-1), ο Έλληνας ηθοποιός μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για τα όνειρα και τους στόχους του καθώς και την εμπειρία του από τη ζωή του στο Λονδίνο, στο οποίο σπούδασε και συμμετείχε σε πλήθος διεθνών παραγωγών

Tι σχέση μπορεί να έχει η γνωστή διεθνής παραγωγή «The Durrells» με την νέα ελληνική σειρά «Όρκος» που ετοιμάζεται πυρετωδώς για λογαριασμό της ΕΡΤ και τη διεθνή καμπάνια «Reunite Parthenon» για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα;

Σε όλα τα παραπάνω έχει τη δική του ανάμιξη ο Manolis Emmanouel (Μανώλης Εμμανουήλ), ο οποίος πριν κάποια χρόνια μπήκε σε μια πτήση από την Αθήνα με προορισμό το Λονδίνο και από τότε το βιογραφικό του εμπλουτίζεται διαρκώς με συμμετοχές σε πολύ αξιόλογα project.

Σε μια από τις πρώτες συνεντεύξεις του σε ελληνικό Μέσο, ο Έλληνας ηθοποιός μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για το πώς έζησε το «βρετανικό όνειρο», θυμάται τησοβαρή περιπέτεια υγείας που πέρασε όταν χειρουργήθηκε για αφαίρεση όγκου στον εγκέφαλο και αποκαλύπτει τα στερεότυπα που κυριαρχούν στη Μεγάλη Βρετανία για τους Έλληνες ηθοποιούς.

Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης

Στην καριέρα σας όλα ξεκίνησαν όταν γίνατε δεκτός σε μια από τις πιο γνωστές δραματικές σχολές του κόσμου (Central School of Speech and Drama). Tι σκεφτόσασταν την ώρα της πτήσης με προορισμό το Λονδίνο όταν πηγαίνατε εκεί για μόνιμη εγκατάσταση;

Ήταν μια πτήση της Virgin Atlantic που έφευγε πρωί-πρωί, την ώρα που ξημέρωνε. Καθόμουν στο παράθυρο κατά την απογείωση και βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει, σκεφτόμουν πως συμβολικά ξημερώνει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή μου. Μέχρι εκείνη τη μέρα είχα μείνει μόνο στο πατρικό μου στην Κηφισιά· ποτέ εκτός Αθηνών, ποτέ εκτός Ελλάδας. Και πήγαινα στο Λονδίνο, μια μητρόπολη που προσφέρει τόσες δυνατότητες και ευκαιρίες, να σπουδάσω αυτό που πάντα ήταν το όνειρό μου. Η σκέψη δεν ήταν όμως ότι η εγκατάσταση θα ήταν μόνιμη· αυτό που είχα στο μυαλό μου ήταν να μείνω εκεί όσο είμαι στη δραματική σχολή. Τα πράγματα φυσικά εξελίχθηκαν διαφορετικά. Αν ήταν να γνωρίζω πόσα χρόνια θα έμενα Λονδίνο, μάλλον θα με έπιανε πανικός για όσους και όσα άφηνα πίσω μου.

Στη βρετανική πρωτεύουσα ξεκινήσατε μια γεμάτη σταδιοδρομία , παίζοντας συνέχεια σε θέατρο, μικρή και μεγάλη οθόνη. Τι σας βοήθησε περισσότερο για να το καταφέρετε; Το ταλέντο, η εμφάνιση, η τύχη, ένας καλός ατζέντης; Όλα αυτά μαζί;

Σωστά το είπατε – όλα αυτά μαζί. Συν επιμονή και υπομονή! Τα χρόνια που έζησα στο Λονδίνο ήταν γεμάτα σκαμπανεβάσματα. Κάποιες χρονιές ήταν υπέροχες και πραγματικά πίστευα ότι τα είχα καταφέρει και εκπληρώσει τα όνειρά μου. Κάποιες άλλες με έπιανε απελπισία και ανυπομονησία. Αλλά νομίζω πως το μεγαλύτερο ποσοστό των ηθοποιών σε όλο τον κόσμο, μοιράζεται παρόμοιες εμπειρίες.

Δεν είναι μια δουλειά που προσφέρει συχνά σταθερότητα· το να μάθεις να διαχειρίζεσαι τις περιόδους όταν τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά, είναι από τα βασικά εργαλεία που χρειάζεσαι για να επιζήσεις στο επάγγελμα.

Έχετε σκεφτεί τι θα γινόταν σε περίπτωση που αποφασίζατε να παραμείνετε στην Ελλάδα και να μην κυνηγήσετε το «βρετανικό όνειρο»;  

Πολλές φορές. Δεν θα μάθουμε ποτέ είναι η αλήθεια, αλλά φαντάζομαι πως θα είχα καταφέρει να παίξω στην τηλεόραση πιο νωρίς και να μου δοθούν θεατρικοί ρόλοι που δεν θα μπορούσα να παίξω στο Λονδίνο (λόγω συγκεκριμένης εμφάνισης, προφοράς, κ.ά.). Από την άλλη πλευρά, το πιο πιθανό είναι πως δεν θα μου είχε δοθεί ποτέ η ευκαιρία να παίξω σε τεράστιες διεθνείς παραγωγές και να συνεργαστώ με πολυβραβευμένους σε παγκόσμιο επίπεδο ηθοποιούς και σκηνοθέτες.

Πώς βλέπουν οι Βρετανοί τον Έλληνα ηθοποιό; Υπάρχει κάποιο στερεότυπο το οποίο επικρατεί γι’ αυτόν;

Ναι, ξεκάθαρα υπάρχουν στερεότυπα. Αυτό του Έλληνα ηθοποιού πάει μαζί με τα στερεότυπα που έχουν για τους Ισπανούς, τους Ιταλούς, τους Πορτογάλους, τους Λατινοαμερικάνους. Σε σκέφτονται δηλαδή για ρόλους αυτού του στυλ, του μεσογειακού ή λατίνου εραστή, του «ξελιγωμένου» που θέλει να «γκομενίζει», του απατεωνάκου και συχνά και του τρομοκράτη. Αυτό σιγά σιγά αλλάζει, αλλά επί χρόνια, έπαιζα συνέχεια τον «γκόμενο», τον κακό που οργανώνει ληστείες, τον ιδιοκτήτη εστιατορίου.

Αυτό βέβαια ισχύει κυρίως στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο. Στο θέατρο, και κυρίως στα μικρότερα θέατρα, οι σκηνοθέτες είναι πιο ανοιχτόμυαλοι και δεν σκέφτονται πάντα με βάση τα στερεότυπα. Θα είναι δίκαιο, όμως, να αναφέρω πως όντως τα τελευταία χρόνια βλέπω μια μεγάλη στροφή από αυτόν τον τρόπο σκέψης και αρχίζει να λειτουργεί περισσότερο αυτό που λέμε blind casting, οι ρόλοι δηλαδή που σου δίνουν να μην εξαρτώνται κυρίως από την προέλευση, τη φυλή, την προφορά σου.

Για ποιον λόγο θελήσατε να ασχοληθείτε με την υποκριτική;

Δεν θυμάμαι να υπήρξε στιγμή που να μην ήθελα να γίνω ηθοποιός. Από νήπιο, ήταν αυτό που πάντοτε έλεγα ότι ήθελα να κάνω όταν μεγαλώσω· ποτέ δεν άλλαξα γνώμη. Ήμουν εντελώς το κλισέ του παιδιού που μάζευε τα γειτονόπουλα τα καλοκαίρια και τα σκηνοθετούσε σε παραστάσεις που ανέβαζε στην αυλή του σπιτιού του. Πάντα συμμετείχα στις θεατρικές παραστάσεις του σχολείου, έγραφα σενάρια…

Ένα από τα καλύτερα δώρα που μου έκαναν οι γονείς μου, ήταν μια βιντεοκάμερα όταν ήμουν 10 χρονών. Επί χρόνια δεν την αποχωριζόμουν ποτέ. Και ταλαιπωρούσα και την καημένη την αδερφή μου με το να την υποχρεώνω πότε να είναι πίσω από την κάμερα και πότε να πρέπει να υποδύεται τους ρόλους που της ανέθετα.

Κατά πόσο έχουν επιτευχθεί σήμερα οι στόχοι και τα όνειρά σας;

Σε μεγάλο βαθμό έχουν επιτευχθεί οι στόχοι και όνειρά μου. Έχω καταφέρει να παίξω πολύ αγαπημένους ρόλους στο θέατρο, να συνεργαστώ με τεράστια ονόματα του Χόλιγουντ και με σκηνοθέτες όπως ο Γουίντερμποτομ, να δουλέψω επιτέλους στα ελληνικά. Αλλά φυσικά τα όνειρα δεν σταματούν ποτέ, κυρίως στο επάγγελμά μας. Και όσο μεγαλώνουμε αλλάζει και η γκάμα των ρόλων που μπορούμε να υποδυθούμε, επομένως ανοίγουν και διαφορετικές πιθανές δουλειές (και κλείνουν, φυσικά, παράλληλα και άλλες). Ένα από τα πράγματα που θα ήθελα να κάνω κάποια στιγμή πάντως είναι να παίξω και θέατρο στα ελληνικά. Φέτος με τον «Όρκο» εκπληρώνεται η επιθυμία μου το να κάνω τηλεόραση στη μητρική μου γλώσσα.

Συμμετείχατε στο «The Durrells», μια από τις πιο αναγνωρίσιμες σειρές των τελευταίων ετών στη βρετανική τηλεόραση και την οποία είδαμε και στην Ελλάδα. Τι γεύση σας άφησε αυτή η δουλειά;

Πραγματικά δεν είχα ιδέα πόσο δημοφιλής θα γινόταν η σειρά, σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Αγγλία παιζόταν Κυριακές βράδυ και «χτύπαγε» τηλεθεάσεις 11-12 εκατομμυρίων! Απίστευτα νούμερα. Πραγματικά είναι από τις πολύ αγαπημένες μου επαγγελματικές εμπειρίες. Περάσαμε υπέροχα στα γυρίσματα.

Το ότι για πρώτη φορά δούλεψα σε ελληνικό έδαφος (τα γυρίσματα έγιναν στην Κέρκυρα), με υπέροχους συνεργάτες, τόσο Βρετανούς (Keeley Hawes, Josh O’Connor- που έχει γίνει διεθνής σταρ τώρα λόγω του «Στέμματος»), όσο και Έλληνες (Αλέξης Γεωργούλης, Γιώργος Καραμίχος), σε μια άρτια παραγωγή που αγαπήθηκε τόσο μα τόσο πολύ, με κάνει να θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που είναι μέρος του βιογραφικού μου.

Πρωταγωνιστείτε σε βίντεο-mockumentary (παρωδιακό ντοκιμαντέρ) με στόχο την επιστροφή των Ελγίνειων Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Τους τελευταίους μήνες το θέμα έχει επανέλθει στην επικαιρότητα λόγω της πίεσης που ασκεί τόσο η ελληνική πλευρά όσο και η UNESCO. Προβλέπετε ότι θα είναι μια ιστορία με ευτυχές τέλος για τη χώρα μας και κατά πόσο θεωρείτε ότι σ’ αυτήν την περίπτωση θα έχετε συμβάλει και εσείς σ’ αυτό μέσω της καμπάνιας «Reunite Parthenon»;

Αν επιτύχει η προσπάθεια, ναι θα νιώσω πως έχω βάλει και εγώ το… λιθαράκι μου στην υπόθεση των Μαρμάρων. Ειλικρινά πιστεύω πως κάποια στιγμή θα γυρίσουν στην Αθήνα. Δεν ξέρω όμως αν θα γίνει σύντομα ή θα πρέπει να περάσουν ακόμη κάποια χρόνια.. Θεωρώ πως οι Βρετανοί όσο περνάει ο καιρός και εξακολουθούν οι προσπάθειές μας, γίνονται πιο ανοιχτοί στο ενδεχόμενο της επιστροφής τους.

Συμμετέχετε στον «Όρκο», τη νέα σειρά που ετοιμάζεται για την κρατική τηλεόραση. Ποιος είναι ο ρόλος σας και πως είναι η αίσθηση να δουλεύετε για πρώτη φορά σε ελληνική παραγωγή;

Είμαι πολύ χαρούμενος που ξεκινάω μια συνεργασία με ανθρώπους του χώρου που εκτιμώ ιδιαιτέρως.

Στη σειρά υποδύομαι τον Αντώνη Λινάρδο, έναν αστυνομικό, υπεύθυνο στο τμήμα των Εξαφανίσεων. Είναι χωρισμένος και πατέρας ενός μικρού αγοριού. Μια από τις υποθέσεις που αναλαμβάνει, τον οδηγεί να συνεργαστεί με την Ηρώ (Άννα – Μαρία Παπαχαραλάμπους). Οι προθέσεις του όμως δεν είναι πάντα εμφανείς και ξεκάθαρες. Είναι ένας πολύπλοκος χαρακτήρας και το κοινό θα πάρει καιρό να μάθει αν είναι με την πλευρά του νόμου ή αν παίζει κάποιο παιχνίδι.

Η αίσθηση των γυρισμάτων είναι πολύ άνετη. Όλοι είναι φιλικοί και πολύ καλοί επαγγελματίες… Προσωπικά, ακόμη προσπαθώ να συνηθίσω το ότι μιλάμε στα ελληνικά και μπροστά και πίσω από τις κάμερες!

Το 2014 διαγνωστήκατε με όγκο στον εγκέφαλο, τον οποίο και αφαιρέσατε άμεσα σε ένα πολύωρο χειρουργείο στο Λονδίνο. Αν και φαντάζομαι ότι θα έγιναν όλα πολύ γρήγορα, μπορείτε να θυμηθείτε τι σκέψεις είχατε λίγο πριν μπείτε στο χειρουργείο;

Πράγματι, όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Μετά από μήνες που υπέφερα από συχνούς πονοκεφάλους, πήγα να κάνω μια μαγνητική. Ο γιατρός που μου την έκανε, μου είπε να πάω σπίτι μου και να επιστρέψω σε δύο ώρες μαζί με έναν συγγενή μου. Πήγα, λοιπόν, με έναν φίλο μου και μου ανακοίνωσαν ότι έχω έναν όγκο που έπρεπε να αφαιρεθεί άμεσα, γιατί κινδύνευα να μείνω παράλυτος, ήταν δίπλα στη σπονδυλική στήλη. Δεν υπήρχε χρόνος ούτε βιοψία να κάνουν. Μέσα σε 48 ώρες, βρέθηκα να είμαι στο χειρουργικό τραπέζι, η εγχείρηση κράτησε 8 ώρες.

Θυμάμαι πάρα πολύ καλά τις στιγμές πριν μου κάνουν τη νάρκωση. Οι πιο δικοί μου άνθρωποι, που ήταν συνέχεια στο πλάι μου, ήρθαν ένας ένας να μου ευχηθούν καλή επιτυχία και όταν τους φίλαγα, γνωρίζαμε ότι δεν υπήρχε καμία εγγύηση για το πώς θα ήμουν την επόμενη φορά που θα βρισκόμασταν. Φυσικά, η συγκίνηση ήταν τεράστια, όπως και ο φόβος. Θυμάμαι πολύ έντονα να μπαίνω στο χειρουργείο και να μου κάνουν την ένεση της αναισθησίας, ο αναισθησιολόγος αρχίζει τότε την αντίστροφη μέτρηση 10, 9, 8, νομίζω μέχρι το 5 θυμάμαι πριν κοιμηθώ, και σε εκείνα τα δευτερόλεπτα έλεγα στον εαυτό μου «θα τα καταφέρεις, όλα θα πάνε καλά».

Πόσο άλλαξε η ζωή και η κοσμοθεωρία σας έκτοτε;

Η ζωή μου επανήλθε στους προ-διάγνωσης ρυθμούς, αλλά ο τρόπος σκέψης μου, η κοσμοθεωρία μου, άλλαξε ριζικά. Πλέον, εκτιμώ τα πράγματα διαφορετικά. Δεν παίρνω το αύριο ως δεδομένο και προσπαθώ να θυμίζω στον εαυτό μου να ζει με το μότο του «Carpe diem» («άδραξε τη μέρα»).

Φυσικά είναι κάτι που συχνά το ξεχνάω, που δεν είναι δυνατόν να το εφαρμόζω συνέχεια, αλλά όταν ξεχνιέμαι «χαστουκίζω» τον εαυτό μου, το θυμάμαι και συνέρχομαι. Ελάχιστα πράγματα μπορούν πλέον να με ξαφνιάσουν και κάποια που με εκνεύριζαν στο παρελθόν, φαίνονται πλέον ανούσια και πως δεν αξίζει να με καταναλώνουν ή να με στεναχωρούν. Και το ίδιο λέω και στους δικούς μου ανθρώπους, όταν τους βλέπω να «πέφτουν» για λόγους που είναι εντελώς ασήμαντοι και ούτε που θα τους θυμούνται σε λίγα χρόνια.

Πώς είναι η υγεία σας σήμερα;

Εκτός του ότι πρέπει να πηγαίνω για μια μαγνητική το χρόνο, πλέον υπάρχουν κάποια πράγματα που λόγω της εγχείρησης απαγορεύεται να κάνω (βουτιές, σκι ή κάτι που μπορούσε πιθανόν να προκαλέσει χτύπημα στο κεφάλι), όλα είναι μια χαρά. Είμαι από τους πολύ τυχερούς, το ξέρω αυτό. Μετά την αποκατάσταση, που πήρε συνολικά περίπου ένα χρόνο, η ζωή μου συνεχίστηκε με φυσιολογικούς ρυθμούς και χωρίς περαιτέρω προβλήματα.

Τι θέλετε να σας φέρει το 2022;

Αυτό που λέω πάντα και είναι σίγουρα το πιο σημαντικό είναι υγεία, τόσο για εμένα όσο και τους δικούς μου ανθρώπους, αλλά φυσικά κυρίως λόγω όσων ζούμε εδώ και δύο σχεδόν χρόνια, και για όλο τον κόσμο. Να μπορέσουμε επιτέλους να συνεχίσουμε τη ζωή μας χωρίς αυτόν τον διαρκή φόβο και την αγωνία. Σε επαγγελματικό επίπεδο θέλω να πάει πολύ καλά ο «Όρκος» και να είναι το πρώτο βήμα στο σχέδιό μου να δουλεύω πλέον και σε ελληνικό και σε διεθνές επίπεδο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ