Γράφει ο Γιώργος Κουμουτσάκος, τέως υπουργός, βουλευτής Β1 Βορείου Τομέα Αθηνών, μέλος της επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών της Βουλής
Ο σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας των κρατών είναι αρχή – θεμέλιο για τη σταθερότητα και την ειρήνη στη διεθνή ζωή. Η αρχή αυτή δέχεται τις ημέρες αυτές πολύ σοβαρό πλήγμα στην Ουκρανία. Η καταδίκη και η αντίδραση στη ρωσική πολιτική είναι μονόδρομος για την Ευρώπη και τη Δύση.
Η Ελλάδα δεν είναι και δεν θα μπορούσε να είναι εξαίρεση στη σαφή καταδίκη πράξεων και πολιτικών που αμφισβητούν και κατάφορα παραβιάζουν Διεθνές Δίκαιο, αρχές και σύνορα. Κάθε αναθεωρητική πολιτική που επιδιώκει να ανατρέψει το «status quo», πόσο μάλλον όταν αυτή εφαρμόζεται στην ευρύτερη γειτονιά μας, πρέπει να καταδικάζεται χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Πρέπει επίσης να μας βάζει σε κατάσταση ψύχραιμης εγρήγορσης απέναντι σ’ένα γείτονα που έχει κάνει σημαία του την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και τον τυχοδιωκτικό αναθεωρητισμό.
Η κατάσταση επικίνδυνης έντασης στην Ουκρανία, αργά ή γρήγορα, θα «γεννήσει» εξελίξεις, συμφωνίες και διευθετήσεις, ανεξάρτητα από την όποιας μορφής έκβασή της. Συμφωνίες και ρυθμίσεις θα απαιτηθούν είτε για να εφαρμοστεί τυχόν εκτόνωση της κρίσης, είτε -πολύ σοβαρότερες από τις προηγούμενες- για διευθετήσεις μετά από μια όλο και πιο πιθανή θερμή αναμέτρηση στην περιοχή Ντομπάς, στην Ανατολική Ουκρανία. Τέτοιες ρυθμίσεις θα μπορούσαν να έχουν μορφή πολιτικών διευθετήσεων ή ελέγχου εξοπλισμών σε μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας ή ακόμα και εδαφικών διευθετήσεων στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία δεν αποκλείεται να εκμεταλλευθεί την ουκρανική κρίση. Να μη διστάσει να τη χρησιμοποιήσει ως πρόφαση, δικαιολογία ή καταλύτη για να υποστηρίξει ότι «ήρθε η ώρα των αλλαγών και των νέων περιφερειακών διευθετήσεων». Ουδείς μπορεί να γνωρίζει εάν κάτι τέτοιο θα συμβεί. Ούτε όμως και κανείς μπορεί να το αποκλείσει.
Εν’ όψει των προεδρικών εκλογών του 2023 και καθώς η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε δίνη χωρίς ορατή διέξοδο, ο πρόεδρος Ερντογάν γνωρίζει ότι δύσκολα θα αναστηλώσει την έντονα τραυματισμένη εικόνα του με κινήσεις στο εσωτερικό. Γι’ αυτό, ωθούμενος και από τον εθνικιστή συνοδοιπόρο του, Μπαχτσελί, θα την αναζητήσει στην τόνωση της τουρκικής περηφάνιας. Το Κουρδικό, το Κυπριακό και οι σχέσεις με την Ελλάδα, λόγω της φόρτισης που εμπεριέχουν, ήταν ανέκαθεν θέματα δεκτικά πολιτικής και ψηφοθηρικής εκμετάλλευσης στην Τουρκία.
Βλέπουμε λοιπόν τους τελευταίους μήνες μια νέα σοβαρή επιβάρυνση των ήδη βεβαρυμμένων ελληνο-τουρκικών σχέσεων. Η Άγκυρα, ταυτόχρονα με τις συνεχείς παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου μας και την επιμονή στο απαράδεκτο «casus belli», θέτει σε όλα τα επίπεδα το ζήτημα της αποστρατικοποίησης νησιών του Αιγαίου ως προϋπόθεση αναγνώρισης της ελληνικής κυριαρχίας επ’ αυτών. Κατ’ ουσίαν, εμπλουτίζει τη διαβόητη θεωρία των «γκρίζων ζωνών», καθώς πλέον μιλά για υπό όρους και προϋποθέσεις ελληνική κυριαρχία, όχι μόνον σε κάποια μικρά νησιά, νησίδες ή βραχονησίδες, αλλά σε νησιά όπως η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, η Λήμνος, η Σαμοθράκη.
Με δύο λόγια, η Άγκυρα αμφισβητεί επίσημα και επίμονα τον σκληρό πυρήνα των εδαφικών ρυθμίσεων ελληνικού ενδιαφέροντος της Συνθήκης της Λωζάνης, που το 2023 συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής. Το ίδιο κάνει και για τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947 που αφορά στα Δωδεκάνησα. Η εξέλιξη ήταν αναμενόμενη για εκείνους που ερμηνεύουν χωρίς εξωραϊσμούς και ωραιοποιήσεις την τουρκική εξωτερική πολιτική.
Η Άγκυρα έχει προκλητικά προαναγγείλει ότι εάν η Ελλάδα δεν ανταποκριθεί στο απολύτως παράλογο τουρκικό αίτημα για αποστρατικοποίηση, η τουρκική διπλωματία σύντομα θα ξεκινήσει δράσεις για «διεθνοποίησή» του, απευθυνόμενη σε πρώτη φάση, στις χώρες που έχουν υπογράψει τις Συνθήκες Λωζάνης και Παρισίων. Ο πρόεδρος Ερντογάν έχει δείξει ότι πράττει ό,τι εξαγγέλλει, διότι προφανώς το έχει προηγουμένως μελετήσει, σχεδιάσει και προετοιμάσει καλά. Ήδη τον περασμένο Ιούλιο έκανε επίσημα και εγγράφως το πρώτο σοβαρό βήμα «διεθνοποίησης» με επιστολές προς τον ΟΗΕ.
Η στρατηγική της σταδιακής αλλά και σταθερής αναθεώρησης του σημερινού status quo στην ευρύτερη περιοχή Αιγαίου, Ανατολικής Μεσογείου, εγγύς και Μέσης Ανατολής, αποτελεί υψηλή προτεραιότητα και στόχευση της νεοθωμανικής πολιτικής της Άγκυρας. Οι αναπόφευκτες μεταβολές που θα προκύψουν στην Ουκρανία μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογητικό προηγούμενο στην επικίνδυνη τουρκική λογική των «αναθεωρήσεων».
Η Ελλάδα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει έγκαιρα και αποτελεσματικά ένα αποσταθεροποιητικό «αναθεωρητικό» σενάριο που η Τουρκία έχει ουσιαστικά προαναγγείλει. Η κυβέρνηση ήδη ευαισθητοποιεί και ενημερώνει εξαντλητικά φίλους, εταίρους και συμμάχους στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, αλλά και ευρύτερα. Ο ΟΗΕ είναι άλλωστε ο θεματοφύλακας των διεθνών Συμφωνιών. Του Διεθνούς Δικαίου που η Τουρκία συστηματικά αγνοεί ή διαστρεβλώνει και επικίνδυνα παραβιάζει. Από την άλλη, η εξωτερική και αμυντική πολιτική της Ελλάδας προστατεύει αποτελεσματικά τόσο την ασφάλεια και τα συμφέροντά της, όσο και την περιφερειακή σταθερότητα και τη συμμαχική συνοχή.