Γράφει ο Γιάννης Μήτσιος, Πολιτικός Επιστήμων – Διεθνολόγος, Μ.Α. Πανεπιστημίου Northeastern Βοστώνης
Πάσχα πόνου και αγωνίας ήταν το φετινό με όλα όσα συμβαίνουν στην ευρωπαϊκή ήπειρο με την τραγωδία του πολέμου στην Ουκρανία.
Μέσα σε δύο μήνες έχουν γίνει γεγονότα που δεν έχουν προηγούμενο από τον Β’ Π.Π. Ουκρανία, Ρωσία, ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ, Κίνα και σύμμαχοι εκατέρωθεν εμπλέκονται σε μια σύγκρουση με παγκόσμιες προεκτάσεις. Η εισβολή της Ρωσίας, η αντίσταση των Ουκρανών, η πίεση της Δύσης προς τη Ρωσία και οι νέες συμμαχίες που αναδύονται στο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό περιβάλλον, συνθέτουν ένα πλέγμα ευαίσθητων ισορροπιών που εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Αυτός ο πόλεμος δεν έπρεπε να γίνει και έπρεπε να είχε αποφευχθεί πάση θυσία. Οι συνέπειες του πολέμου είναι άμεσες στα πεδία των μαχών και της οικονομίας και μεσομακροπρόθεσμες, στη διαμόρφωση μιας νέας παγκόσμιας τάξης όταν και όπως ολοκληρωθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Κανένας δεν θα βγει αλώβητος από αυτή την ιστορία και που στη χρονική στιγμή έρχονται να προστεθούν τα «απόνερα» της πανδημίας στις οικονομίες των κρατών, η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια στην Ευρώπη, ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ και οι πολιτικές προεκτάσεις των γαλλικών προεδρικών εκλογών αλλά και αυτών που έρχονται στις ΗΠΑ το Νοέμβριο με τις ενδιάμεσες εκλογές που κινδυνεύουν οι Δημοκρατικοί να χάσουν και τη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Χωρίς βέβαια να αποκλείσουμε μια περιφερειακή κρίση στην Ασία με αφορμή την Ταϊβάν, στη Μέση Ανατολή ή στα Βαλκάνια.
Για μας εδώ στην ήπειρό μας, φαίνεται ότι η Ευρώπη δυστυχώς σύρθηκε σ’ αυτή την απρόβλεπτη κατάσταση, χωρίς να είναι προετοιμασμένη πλήρως, να υποστεί και τις δικές της συνέπειες κυρίως στην ενέργεια και την οικονομία. Η σχεδόν ολική ρήξη με τη Ρωσία και η απουσία αποτελέσματος από τις κυρώσεις, στην πίεση να σταματήσει ο πόλεμος, κοστίζει ήδη στην ευρωπαϊκή ήπειρο και μπορεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον, αν ο πόλεμος κρατήσει για καιρό. Καταδεικνύεται η ελλειμματική ευρωπαϊκή πολιτική έναντι της Ρωσίας, αφού κυριαρχούταν από μια στενή οικονομική προσέγγιση και κυρίως στην εξάρτηση από τις ρωσικές πηγές ενέργειας (φυσικό αέριο, άνθρακα και πετρέλαιο) σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μην ξεχνούμε ότι επί καγκελαρίας Μέρκελ, ολοκληρώθηκε ο αγωγός Nord Stream 2 με απευθείας σύνδεση Ρωσίας – Γερμανίας που θα καθιστούσε, αν δεν ήταν ο πόλεμος, τη γερμανορωσική και κινεζική σε επέκταση συμμαχία, κυρίαρχη. Η φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία ενίσχυε τη γερμανική οικονομία, τις εξαγωγές και την έκανε περισσότερο ανταγωνιστική. Τώρα η γερμανική και η ευρωπαϊκή οικονομία ενδέχεται να οδηγηθούν σε ύφεση, με ακριβότερη ενέργεια (εισαγόμενη) και να μπουν σε μια φάση εσωστρέφειας για το μέλλον της Ευρώπης.
Πολιτικά η έντονη ενασχόληση τα τελευταία χρόνια της ΕΕ με το Brexit και την πανδημία, έβαλε πολλά ζητήματα «κάτω από το χαλάκι» και πρέπει να τα διαχειριστεί τώρα σε σύνθετες συνθήκες.
Για τη χώρα μας ιδιαίτερα, η κατάρρευση των ελληνορωσικών σχέσεων μέσα σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα είναι μια πολύ σημαντική και πρωτοφανής εξέλιξη, που όμοιά της δεν υπήρχε ούτε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Με τις υπάρχουσες γεωπολιτικές ισορροπίες και την ευρύτερη εμπλοκή μας μέσω της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και της ΕΕ αλλά και του ρόλου των ΗΠΑ δεν υπάρχει περίπτωση καλυτέρευσης και επιστροφής των σχέσεων με τη Ρωσία στην πρότερη κατάσταση. Όταν θα γίνει αυτό (η καλυτέρευση των ελληνορωσικών σχέσεων) θα γίνει ως απόρροια του τέλους του πολέμου στην Ουκρανία και με τις συνθήκες, της εσωτερικής κατάστασης της ΕΕ και των ΗΠΑ αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση όμως, η ύπαρξη μιας μεγάλης ελληνικής ομογένειας στην περιοχή της Κριμαίας, της Οδησσού, της Μαριούπολης, του Ροστόφ και άλλων περιοχών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, είναι ένα de facto γεγονός μαζί με τη ρωσική κοινότητα στην Ελλάδα και τους παλινοστούντες, που θα πρέπει να διαχειριστεί η εκάστοτε κυβέρνηση.
Ας κάνουμε μια ευχή να τελειώσει γρήγορα ο πόλεμος και το δράμα στην Ουκρανία. Τα υπόλοιπα έπονται.