Γράφει η Μιλένα Αποστολάκη Διευθύντρια ΕΟΔΙΔ Δικηγόρος Στέλεχος ΠΑΣΟΚ.
Η πρόσφατη αποκάλυψη της υπόθεσης μαστροπείας και βιασμού του δωδεκάχρονου κοριτσιού στον Κολωνό, έρχεται να προστεθεί σε μια μαύρη λίστα περιστατικών που καθιστούν επιτακτική την ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Κακοποιητικές εγκληματικές συμπεριφοράς ακραίας κοινωνικής και ποινικής απαξίας αποτελούν πλέον μια αποτρόπαιη «κανονικότητα» στα δελτία ειδήσεων και κινδυνεύουμε, αν δεν αντιδράσουμε έγκαιρα και αποτελεσματικά, να υποστούμε έναν εξίσου αποτρόπαιο μιθριδατισμό.
Οι αριθμοί προκαλούν σοκ: Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, μέσα στο πρώτο οκτάμηνο του 2022 έχουν καταγραφεί ήδη 257 υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων. Κάθε τέσσερις ημέρες, ένα παιδί πέφτει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης», λέει η ΕΛ.ΑΣ., μέσα από επίσημα στοιχεία, που αφορούν στο πρώτο οκτάμηνο του 2022 και παρουσιάζουν αύξηση 58% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου χρόνου. Παράλληλα μέσα στην τελευταία πενταετία, οι υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στη χώρα μας ανέρχονται συνολικά σε 1.326. Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, καθώς 1 στα 5 παιδιά στην Ευρώπη πέφτει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης. Μάλιστα, τα παιδιά που υφίστανται σεξουαλική κακοποίηση, σε ένα ποσοστό 70% έως 85%, γνωρίζουν τον δράστη, ο οποίος συχνά αποτελεί άτομο της εμπιστοσύνης τους. Περίπου το 1/3 των κακοποιημένων παιδιών δεν θα το πουν ποτέ σε κανέναν. Για το λόγο αυτό, τα νούμερα αυτά φαίνεται να μην αποτυπώνουν το πλήρες μέγεθος του προβλήματος, καθώς πολλές περιπτώσεις σεξουαλικής βίας κατά ανηλίκων μένουν στο σκοτάδι.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, στις 24 Νοεμβρίου του 2021, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την εκπόνηση ενός πενταετούς Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση, το οποίο, δυστυχώς, δεν έχει ακόμη υλοποιήσει. Το θέμα είναι πολύ σοβαρό ώστε κάποιος να το αντιμετωπίσει με όρους μικροκομματικής αντιπαράθεσης. Όσοι εκπρόσωποι της ΝΔ ψευδώς διακινούσαν ότι η αντιπολίτευση δεν ψήφισε αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και όσοι εκπρόσωποι της αξιωματικής αντιπολίτευσης μιλούσαν για κόμμα παιδοφίλων, είναι εξοργιστικά κατώτεροι των περιστάσεων.
Το πραγματικό χρέος με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι, είναι να καταλήξουμε στους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να οργανώσουμε καλύτερα το κράτος μέσα από τις κρατικές και αυτοδιοικητικές αρμόδιες δομές πρόληψης, αντιμετώπισης και στήριξης των περιστατικών, αλλά και να εντάξουμε στο εκπαιδευτικό μας σύστημα δράσεις και επαναλαμβανόμενες θεματικές ενότητες ευαισθητοποίησης, ενδυνάμωσης και εν τέλει θωράκισης των παιδιών, ώστε να εμποδίσουμε τον επόμενο δράστη και να προστατεύσουμε το επόμενο παιδί. Χρειάζονται επαρκώς στελεχωμένες κοινωνικές υπηρεσίες πρόνοιας με γρήγορα αντανακλαστικά οι οποίες ενεργοποιούνται εγκαίρως και προλαμβάνουν καταστάσεις ή όταν αυτό δεν είναι εφικτό, αναλαμβάνουν χωρίς καθυστέρηση να στηρίξουν τα θύματα και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Χρειάζονται δράσεις πρόληψης στα σχολεία, στο πλαίσιο της διαπαιδαγώγησης και ενημέρωσης των μαθητών και της διαρκούς εγρήγορσης του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Το ζήτημα της αυστηροποίησης των ποινών για το έγκλημα του βιασμού ανηλίκων, όπως και για ορισμένα άλλα με αντίστοιχη απαξία, θα έπρεπε να μας έχει απασχολήσει σε ουδέτερο χρόνο και όχι να αποτελεί τη σπασμωδική αντίδραση μιας Πολιτείας που νομοθετεί υπό την πίεση μιας δίκαιης κοινωνικής κατακραυγής.
Στη χώρα μας, στη μέγιστη ποινή της ισόβιας κάθειρξης,ο καταδικασμένος μπορεί να απολυθεί μετά από δεκαοκτώ χρόνια ποινής. Η υφ’ όρων απόλυση είναι ένας θεσμός που εμπεριέχει το φιλελεύθερο και προοδευτικό πνεύμα του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού και ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Συμπυκνώνει την ευκαιρία που ένα κράτος δικαίου επιφυλάσσει ακόμη και για εκείνους που παρέβησαν τους κανόνες του, επειδή η δημοκρατία δεν εκδικείται, αλλά σωφρονίζει. Η έκτασή της όμως και οι προϋποθέσεις της αντίστοιχα, οφείλουν να λειτουργούν ως ασφαλιστικές δικλείδες που θωρακίζουν την κοινωνία έναντι του εγκλήματος και υπηρετούν το συλλογικό περί δικαίου αίσθημα.
Η αύξηση του ορίου της υφ’ όρων απόλυσης είναι σκόπιμη, όχι γιατί το υπαγορεύει η τραγική συγκυρία του εγκλήματος στον Κολωνό, αλλά γιατί η εγγραφή στη συλλογική συνείδηση της κοινωνίας μας της διαλυτικής συνθήκης «έγκλημα χωρίς τιμωρία» προοιωνίζεται μεγάλα δεινά.
Η δημοκρατία και το κράτος δικαίου δεν εκδικούνται. Οφείλουν να διασφαλίζουν το δικαίωμα στην ελπίδα και την επανένταξη του καταδικασμένου, με όρους όμως που αντιστοιχούν στην ποινική, κοινωνική και ηθική απαξία των πράξεων για τις οποίες του επιβλήθηκε η ποινή.
Ένα ζήτημα επίσης αφορά στη δημοσιογραφική κάλυψη αυτών των αποτρόπαιων εγκλημάτων. Η ανάγκη αυτορύθμισης των καναλιών ώστε η «γαργαλιστική» κάλυψη να μη λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης για νοσηρούς εγκέφαλους, δεν φαίνεται να λειτουργεί. Ίσως ήρθε η στιγμή να μπουν όρια σε αυτή την υποδόρια εξοικείωση με τη φρίκη.
Τέλος, ας προσπαθήσουμε όλοι μας να μην κλείνουμε τα μάτια όταν κάτι συμβαίνει στη «διπλανή πόρτα». Η σιωπή μπορεί να είναι συνενοχή. Η αδιαφορία μπορεί να εγκλωβίσει έναν συνάνθρωπό μας ανήλικο ή και ενήλικο σε μια φυλακή που κάποιοι εγκληματίες τον έχουν κλείσει. Ο κύκλος της αδιαφορίας είναι φαύλος. Αύριο μπορεί να κινδυνέψει το δικό μας παιδί, ο δικός μας άνθρωπος. Το δίχτυ προστασίας για κάθε συνάνθρωπό μας που απειλείται, είναι πρωτίστως υποχρέωση του κράτους, είναι βέβαιο όμως ότι και ο καθένας από εμάς μπορεί σε αυτήν την αποστολή να έχει ρόλο.