Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img

Τελικά, ποιο είναι το μήνυμα αυτών των εκλογών;

Γράφει-αναλύει ο Δημήτρης Καζάκης, πρόεδρος του ΕΠΑΜ και επικεφαλής του πολιτικού ενωτικού σχήματος ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ.

Η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη μπόρεσε τελικά να κερδίσει αυτοδυναμία με 158 έδρες. Όσες είχε και στο προηγούμενο κοινοβούλιο. Μόνο που τις κέρδισε με μια πολύ σημαντική μείωση ψήφων. Με 2.251.618 ψήφους τον Ιούλιο του 2019, η ΝΔ είχε ποσοστό 39,85% και 158 έδρες. Ενώ σ’ αυτές τις εκλογές με πάνω από 138 χιλιάδες λιγότερες ψήφους, η ΝΔ κατέκτησε ποσοστό 40,55% και 158 έδρες.

Η διαφορά αυτή δεν οφείλεται μόνο στον εκλογικό νόμο, αλλά και στην αυξημένη αποχή. Στις εκλογές αυτές σε σχέση με τις αντίστοιχες της 21ης Μαΐου, συμμετείχαν στην εκλογική διαδικασία πάνω από 794 χιλιάδες λιγότεροι ψηφοφόροι. Δηλαδή, το 7,67% του εκλογικού σώματος, όπως αυτό εμφανίζεται στις εκλογές της 25ης Ιουνίου.

Πρόκειται για ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων που πήγαν να ψηφίσουν στις εκλογές της 21ης Μαΐου, αλλά δεν προσήλθαν στις κάλπες της Κυριακής. Η αποχή ήταν αυτή που έκρινε τελικά τα αποτελέσματα, αλλά και την αυτοδυναμία.

Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, όλοι έχασαν ψήφους με εξαίρεση τη Νίκη. Το κόμμα Σπαρτιάτες κατόρθωσε να εισέλθει στο κοινοβούλιο με τις ψήφους της Χρυσής Αυγής του Ιουνίου 2019 αυξημένους κατά 76 χιλιάδες, που τους άντλησε κατά κύριο λόγο από τον συρφετό της εξωκοινοβουλευτικής ακροδεξιάς, η οποία γνώρισε πρωτοφανή συντριβή.

Χαρακτηριστικό της συντριβής αυτής είναι και το γεγονός ότι τα κόμματα που συνασπίστηκαν υπό την επιχειρηματική ομπρέλα του κ. Εμφιετζόγλου με τίτλο Πατριωτικός Συνασπισμός είχαν ως άθροισμα ψήφων στις εκλογές της 21ης Μαΐου άνω των 90 χιλιάδων. Ενώ στις εκλογές της 25ης Ιουνίου μπόρεσαν όλοι μαζί να συγκεντρώσουν μόλις και μετά βίας 26 χιλιάδες. Χωρίς να ξεχνάμε τις 48 χιλιάδες ορφανές ψήφους του ακροδεξιού σχήματος Κρανιδιώτη-Τζήμερου της 21ης Μαΐου.

Επομένως, οι ψήφοι των Σπαρτιατών δεν συνιστούν κανενός είδους έκπληξη. Απλά συσπειρώθηκαν οι ψήφοι της παραδοσιακής ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Τίποτε το περισσότερο. Κι επομένως δεν συνιστούν κανενός είδους «στροφή», όπως λένε ποικίλοι αναλυτές για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.

Το γεγονός ότι τυχοδιωκτικά σχήματα της ακροδεξιάς σαν τους Σπαρτιάτες, έχουν ακροατήριο δεν οφείλεται στον δικό τους πολιτικό λόγο, αλλά στην ιστορικά πρωτοφανή απαξίωση της παραδοσιακής δεξιάς και αριστεράς της μεταπολίτευσης. Είναι τέτοιας έκτασης η απαξίωση, ώστε να φαντάζουν «πατριωτικά» σχήματα και τυχοδιώκτες, που όχι μόνο δεν έχουν καμιά πατριωτική και δημοκρατική αναφορά, αλλά κάτω από τον «πατριωτικό» μανδύα τους ζέχνει η πτωμαΐνη του χιτλερισμού των «καθαρόαιμων Λαών», των ταγματαλητών του εμφυλίου και του δωσιλογισμού.

Και απευθύνονται σε ποιους; Σε όσους η ανιστόρητη εμπάθεια, η πολιτική αδιαφορία και η πνευματική αναπηρία τους επιτρέπει μόνο να αντιλαμβάνονται τον «πατριωτισμό» ως ιδεολόγημα, ως ιδεοληψία. Όχι ως δύναμη έμπνευσης από τους μακραίωνους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες του λαού για εθνική απελευθέρωση, εθνική ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση. Όχι ως δύναμη ενότητας του λαού και του έθνους για την υπεράσπιση της πατρίδας και της δημοκρατίας, πέρα από διαχωρισμούς και διχόνοιες αριστεράς και δεξιάς, πιστών και απίστων. Αλλά ως ιδεολόγημα νέων φυλετικών διαχωρισμών και εμφυλίων.

Αυτού του είδους οι «πατριώτες», που ενθουσιάζονται με άναρθρες κραυγές δήθεν πατριωτικής έξαρσης, μοιάζουν με τους «πειρατές της πολυθρόνας», όπως τους περιέγραφε ένας ανώνυμος, την εποχή όπου η εξιδανίκευση των πειρατικών περιπετειών στη βικτοριανή Αγγλία βρισκόταν στο απόγειό της δημοφιλίας της: «Όσο πιο πράος, τόσο πιο πειρατής. Κάθεται αναπαυτικά στην πολυθρόνα του, μακριά από τη θάλασσα. Και η λογική επαινεί τη θέση του: Έχει όλη τη διασκέδαση και κανένα από τα δεινά, κυριαρχεί στις κυρίες και καταστρέφει τους εχθρούς του. Και εξαπατά το ίδιο τη θηλιά και τον όλεθρο!».

Αυτός ήταν ο «πειρατής της πολυθρόνας!». Ακριβώς όπως και ο «πατριώτης της πολυθρόνας!» Το ίδιο με τον «αριστερό της πολυθρόνας!»

Σ’ αυτές τις εκλογές ο μεγάλος ηττημένος είναι το κόμμα του κ. Τσίπρα. Όχι μόνο έχασε σε ψήφους κοντά τις 256 χιλιάδες, αλλά και σε ποσοστό σε σχέση με τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Το ίδιο έπαθε και το συγγενές ιδεολογικά κόμμα του κ. Βαρουφάκη, το οποίο ουσιαστικά συνετρίβη.

Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν πειστικά, τουλάχιστον για όποιον θέλει να τα αντιληφθεί, ότι η αριστερά των ΜΚΟ, των ΛΟΑΤΚΙ και των «ανοικτών συνόρων», συνιστά πλέον προσβολή για τη μεγάλη πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Κι αυτό είναι καλό. Είναι η ενστικτώδης αντίσταση μιας κοινωνίας εναντίον του σύγχρονου φυλετικού κοσμοπολιτισμού των υπερεθνικών ελίτ.

Η αριστερά του ευρωπαϊσμού και του υπερεθνικού κοσμοπολιτισμού, που ταυτίζει τον πατριωτισμό του απλού κόσμου με τον φασιστικό εθνικισμό, μας τελείωσε και μάλιστα οριστικά.

Όποιος επιμείνει σ’ αυτού του είδους την αριστερά και συνεχίζει να προτάσσει την αριστερή του καθαρότητα, θα εισπράττει τα ίδια με τον κ. Βαρουφάκη. Οι συνεργασίες του κ. Βαρουφάκη και το αφήγημα της δήθεν «ριζοσπαστικής αριστεράς» λειτούργησαν ως βαρίδια και επιτάχυναν την πτώση του συγκεκριμένου μορφώματος. Αν και οφείλω να ομολογήσω ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του ίδιου του κ. Βαρουφάκη, είναι ο εαυτός του κι ένας νοσηρός ναρκισσισμός που του επιτρέπει να πάντα, τις μεγαλύτερες αμετροέπειες.

Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ και ειδικά για τον κ. Τσίπρα, το μέλλον του φαίνεται σκοτεινό. Ήδη το ΠΑΣΟΚ που συστεγάζεται στο συγκεκριμένο κόμμα, άρχισε να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Έχουμε ξαναπεί ότι η εξαφάνιση του συγκεκριμένου μορφώματος, όπως συνέβη και με το ομογάλακτό του κόμμα του κ. Νταλέμα στην Ιταλία, συνιστά μια αναγκαία και βαθιά προοδευτική διαδικασία. Απελευθερωτική δυνάμεων που παραμένουν εγκλωβισμένες σ’ αυτό.

Την εξέλιξη του κ. Βαρουφάκη θα πρέπει να την προσέξει ιδιαίτερα και η κ. Κωνσταντοπούλου, η οποία αντί να αυξήσει τις ψήφους της στις εκλογές της Κυριακής, έχασε πάνω από 5 χιλιάδες σε σύγκριση μ’ εκείνες της 21ης Μαΐου. Κι αυτό παρά το γεγονός της εκλογικής κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό το είδος πολιτικής εικόνας της κ. Κωνσταντοπούλου φαίνεται ότι έπιασε ταβάνι κι αν δεν υπήρχε η αυξημένη αποχή, η είσοδος της Πλεύσης στη Βουλή ίσως να παρέμενε όνειρο θερινής νυκτός. Πολύ περισσότερο όταν από άποψη θέσεων και κοινωνικών αναφορών δεν διαφέρει εν πολλοίς από το κόμμα Βαρουφάκη. Κι αυτό, αν έχει αίσθηση πραγματικότητας, θα πρέπει να κρατά την κ. Κωνσταντοπούλου ξύπνια τα βράδια.

Μόνο το ΚΚΕ διαφέρει. Κι αυτό γιατί ο μέσος ψηφοφόρος του το αντιλαμβάνεται ως συνέχεια και συνέπεια του παλιού ιστορικού ΚΚΕ, έστω κι αν εδώ και δεκαετίες δεν έχει καμιά σχέση μ’ αυτό. Γι’ αυτό και ψηφίζουν αυτό που νομίζουν, έχουν την εντύπωση ότι ιστορικά συνιστά το κόμμα αυτό, χωρίς να δίνουν καμιά σημασία στις πολιτικές της ηγεσίας του, χωρίς να γνωρίζουν καν τις θέσεις και τις πρακτικές του. Χωρίς να νοιάζονται για τις συνθηκολογήσεις του με το καθεστώς.

Στην πραγματικότητα είναι μια ανώδυνη ψήφος τόσο για το σύστημα, από το οποίο αντλεί το βιοπορισμό του το εν λόγω κόμμα, όσο και για τον ίδιο τον ψηφοφόρο του, που θέλει μεν να φανεί ριζοσπαστικός, αλλά χωρίς τις αγωνίες, τους αγώνες και τις προσωπικές θυσίες που συνεπάγεται κάτι τέτοιο. Θέλει να είναι κομμουνιστής, όπως ο «πειρατής της πολυθρόνας!»

Μ’ αυτή την έννοια το σημερινό ΚΚΕ είναι το alter ego της Νίκης και των Σπαρτιατών. Συνιστά το alter ego της ίδιας πολιτικής θεολογίας, της θεολογίας του εθνικού διχασμού και του εμφύλιου σπαραγμού.

Το μόνο κόμμα που μπόρεσε να αυξήσει τις ψήφους του έναντι της 21ης Μαΐου, είναι η Νίκη. Κι αυτό απ’ ότι φαίνεται οφείλεται κυρίως στον πόλεμο που επέλεξαν οι μιντιάρχες να εξαπολύσουν στο κόμμα του «θρησκευτικού μεσαίωνα». Ο δε κ. Βελόπουλος πλήρωσε με σοβαρή μείωση ψήφων την επιλογή αναμέτρησης με τη Νίκη, αλλά και τον εναγκαλισμό του με τους «καραμανλικούς».

Σε κάθε περίπτωση τα εκλογικά αποτελέσματα εμφανίζουν ένα σημαντικό ποσοστό το οποίο αρνείται να υποταχθεί στις πολιτικές επιλογές αυτού του κοινοβουλίου κατοχής και εκποίησης της πατρίδας. Απ’ αυτό το ποσοστό προέρχεται και το σχεδόν 8% των ψηφοφόρων, το οποίο απείχε όχι γιατί έχει ενδώσει στις θεωρίες των ηλιθίων, είτε των επιτηδείων, που βλέπουν την αδιαφορία και την αποχή ως «επαναστατική πράξη», αλλά γιατί δεν αποδέχεται τις θεωρίες περί «χαμένης ψήφου», δεν αποδέχεται τις δεδομένες επιλογές της συγκεκριμένης εκλογικής αναμέτρησης.

Το ποσοστό αυτό δε είναι δεδομένο ως προς τα πού θα καταλήξει από μόνο του. Είναι όμως ικανό – με τους κατάλληλους πολιτικούς καταλύτες – να αποτελέσει την «κρίσιμη μάζα», που θα ανατρέψει τα πάντα. Το ίδιο το καθεστώς εκ βάθρων. Ιδίως στην πολύ δύσκολη – ίσως την πιο δύσκολη για την ύπαρξη της χώρας μας – περίοδο που ανοίγει μετεκλογικά.

Όμως κάτι τέτοιο προϋποθέτει συσπείρωση σε πατριωτική και δημοκρατική βάση, πέρα και έξω από διαχωρισμούς και διχόνοιες ιδεολογίας. Για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζονται – και η ιστορία όλων των επαναστατικών κινημάτων από την αρχαιότητα έως σήμερα το έχει περίτρανα αποδείξει – τρεις θεμελιώδεις προϋποθέσεις:

  1. Τη μάχη της εναλλακτικής ενημέρωσης, ώστε ο σκεπτόμενος κόσμος να μην χάνεται στις δαιδαλώδεις ατραπούς της παραπληροφόρησης και της κατευθυνόμενης ειδησεογραφίας.
  2. Τη μάχη τη διαφώτισης, η οποία στην ουσία είναι η μάχη της εκλογίκευσης των κάθε λογής φοβιών που καλλιεργεί συστηματικά στη μάζα ο ψυχολογικός πόλεμος των επιτελείων του καθεστώτος.
  3. Τη μάχη της αυτοοργάνωσης μέσα στην ίδια την κοινωνία, στις γειτονιές, τις πόλεις και τα χωριά της, έτσι ώστε να μάθει ο ίδιος ο κόσμος τι σημασία έχει η δύναμη της οργάνωσης μέσα από την δική του συνεργασία, επαφή και συνεννόηση για τον κοινό σκοπό.

Μόνο μια δύναμη που ξέρει να διεξάγει με αποτελεσματικότητα τις τρεις αυτές μάχες, που ξέρει να τις μετατρέπει σε υλική δύναμη, σε γνώση και ηθικό για τον απλό κόσμο και κυρίως για τους σκεπτόμενους, μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης αυτής της προσπάθειας. Και κακά τα ψέματα, δεν ξέρω τι θα προκύψει αύριο. Δεν ξέρω αν θα εμφανιστούν νέες δυνάμεις, ικανές να δώσουν αποτελεσματικά τη μάχη συσπείρωσης της «κρίσιμης μάζας», αλλά μέχρις στιγμής η μοναδική δύναμη που εξ ιδρύσεώς της το κάνει και ξέρει πώς να το κάνει είναι το ΕΠΑΜ. Κανείς άλλος.

Κι επομένως για εμάς στο ΕΠΑΜ βαραίνει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον αυτό που τόνιζε ο Καζαντζάκης στην Ασκητική του και όποιος γνωρίζει καλά ιστορία ξέρει ότι συνιστά το Πιστεύω κάθε αληθινού επαναστάτη από την εποχή του Ομήρου έως τις μέρες μας:

«Η Κραυγή κηρύχνει μέσα μου επιστράτεψη. Φωνάζει! “Εγώ, η Κραυγή, είμαι ο Κύριος, ο Θεός σου! Δεν είμαι καταφύγι. Δεν είμαι σπίτι κι ελπίδα. Δεν είμαι Πατέρας, δεν είμαι Γιός, δεν είμαι Πνεύμα. Είμαι ο Στρατηγός σου!

»Δεν είσαι δούλος μου μήτε παιχνίδι στις απαλάμες μου. Δεν είσαι φίλος μου, δεν είσαι παιδί μου. Είσαι ο σύντροφός μου στη μάχη.

»Κράτα γενναία τα στενά που σου μπιστεύτηκα, μην τα προδώσεις! Χρέος έχεις και μπορείς στο δικό σου τομέα να γίνεις ήρωας. Αγάπα τον κίντυνο. Τι είναι το πιο δύσκολο; Αυτό θέλω! Ποιο δρόμο να πάρεις; Τον πιο κακοτράχαλο ανήφορο. Αυτόν παίρνω κι εγώ, ακολούθα μου!

»Να μάθεις να υπακούς. Μονάχα όποιος υπακούει σε ανώτερό του ρυθμό είναι λεύτερος. Να μάθεις να προστάζεις. Μονάχα όποιος μπορεί να προστάζει είναι αντιπρόσωπός μου απάνω στη γης ετούτη.

»Να αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μοναχός μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.

»Ν’ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους, να ζητάς συντρόφους!..

»Που πάμε; Θα νικήσουμε ποτέ; Προς τι όλη τούτη η μάχη; Σώπα! Οι πολεμιστές ποτέ δε ρωτούνε!”».

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ