Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης.
Oι νησίδες προ-νεωτερικότητας που υπάρχουν στη χώρα μας αποτελούν διαχρονικά το μεγαλύτερο εμπόδιο, πάνω στο οποίο προσκρούουν όλες οι καταβαλλόμενες προσπάθειες για έναν δυτικότροπο εκσυγχρονισμό. Οι ρίζες της προ-νεωτερικότητας βρίσκονται στο Βυζάντιο, τότε που έλαβε χώρα η καθοριστική επιλογή της Ανατολής έναντι της Δύσης. Αν το όνειρο, κατά τον Φρόιντ, είναι η βασιλική οδός που οδηγεί στο ασυνείδητο, το πλεονάζον και έντονο συναίσθημα είναι η βασιλική οδός που οδηγεί στην προ-νεωτερικότητα… Και αν νεωτερικότητα είναι η κατάσταση που επέφερε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός στο χώρο της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της αισθητικής θεωρίας, αλλά και της καθημερινότητας και χαρακτηρίζεται από την κριτική λειτουργία του ορθού λόγου, ως προ-νεωτερικότητα ορίζεται η κατάσταση στην οποία η κύρια συνιστώσα προσδιορισμού νοοτροπιών και συμπεριφορών είναι το άναρχο συναίσθημα. Οι αξίες της νεωτερικότητας (ορθολογισμός, κριτική σκέψη, αυτογνωσία, ενδοσκόπηση, ατομική εσωτερίκευση, φαντασία), που διαμόρφωσαν τον ψυχολογικό άνθρωπο με την υποκειμενικότητά του, απουσιάζουν από τον προ-νεωτερικό άνθρωπο… Ο τελευταίος τοποθετείται έξω από το χρόνο και την ιστορία ως παθητικό αντικείμενο και όχι ως δημιουργικό υποκείμενο. Και είναι αυτή η παθητική σχέση με το χρόνο και την ιστορία, που δημιουργεί τον ομαδικό άνθρωπο, ο οποίος παίρνει την εικόνα του εαυτού του από το περιβάλλον του, «τι θα πει ο κόσμος», που δεν αναρωτιέται ποτέ ο ίδιος «έκανα καλά ή δεν έκανα» και βέβαια δεν έχει τη δυνατότητα να κρίνει ως υποκείμενο και την ίδια την κρίση του. Και είναι αυτή ακριβώς η παθητική σχέση, που οδηγεί στη νοοτροπία των κλειστών οριζόντων και των κλειστών ίδιων κυκλωμάτων. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο εκδήλωση της προ-νεωτερικότητας αποτελεί και η διαχρονικά δεξιόστροφη ημετεροκρατία και τα συμπτώματά της (πελατειακές σχέσεις, κομματικό κράτος, αδράνεια, γραφειοκρατική νωθρότητα, αναβλητικότητα, ωχαδερφισμός, μετριοκρατία κ.τ.λ.).
Τις τελευταίες ημέρες πολίτες σχημάτισαν ουρές έξω από τα αστυνομικά τμήματα πολλών περιοχών της χώρας, σπεύδοντας να ανανεώσουν τις ταυτότητές τους. Ο συνωστισμός δεν οφείλεται στο ότι τις έχασαν όλοι μαζικά, αλλά στην ανακοίνωση πως από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσουν να εκδίδονται οι νέες ψηφιακές ταυτότητες. Γιατί όμως αυτοί οι συμπολίτες μας δεν επιθυμούν να λάβουν τη νέα ψηφιακή ταυτότητα; Γιατί πιστεύουν (πίστη έναντι λογικής) ότι όπως τα εμβόλια κατά του covid – στα οποία επίσης αντέδρασαν – περιέχουν τον δυσώνυμο αριθμό 666 που συνδέεται με το χάραγμα του Αντίχριστου και την αιώνια υποδούλωση… Το συγκεκριμένο «επιχείρημα» προέρχεται από ερμηνεία σχετικού εδαφίου του πλέον δυσνόητου εκκλησιαστικού βιβλίου, της «Αποκάλυψης του Ιωάννου». Ίσως να υπάρχει κάποια δικαιολογία για την προ-νεωτερική σκέψη αυτών των ανθρώπων. Συγκεκριμένα σ’ ένα κόσμο που οι ζωές μας καθορίζονται από αδιαφανείς και απρόσωπους μηχανισμούς, όπως οι καπιταλιστικές αγορές και οι γραφειοκρατικές δομές, τα άτομα έρχονται αντιμέτωπα με ανορθολογικές δυνάμεις και αντιφάσεις που τα υπερβαίνουν. Και επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν κριτική στις κοινωνικές προϋποθέσεις της ύπαρξής τους, λόγω έλλειψης των κατάλληλων διανοητικών εργαλείων, αποδέχονται την ιδέα ενός πεπρωμένου, το οποίο όμως στα μάτια τους δεν παρουσιάζεται ως κοινωνικό και πολιτικό, αλλά ως σχετικό με το επέκεινα και τον Αντίχριστο… Υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία πολιτών που αντιδρούν στις νέες ταυτότητες, οι οποίοι δεν αισθάνονται φόβο για τον Αντίχριστο. Αυτοί φοβούνται ότι μέσω των νέων ταυτοτήτων ο «Μεγάλος αδερφός» θα μπορεί να παρακολουθεί κάθε κίνησή τους… Ίσως αυτός ο φόβος τους να συνδέεται επίσης με προ-νεωτερικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ελληνική κοινωνία. Συγκεκριμένα αν σε όλη τη ζωή τους κάποιοι κινούνται στη γκρίζα περιοχή της παραοικονομίας και της διαφθοράς, δηλαδή φοροδιαφεύγουν, κτίζουν αυθαίρετα, λαδώνουν και λαδώνονται, τραμπουκίζουν κ.τ.λ. είναι φυσικό να φοβούνται μήπως έρθουν στο φως οι σκοτεινές δραστηριότητές τους… Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να κάνω μια διάκριση: Στην πρώτη κατηγορία συμπολιτών μας – σε αντίθεση με τη δεύτερη – διακρίνω κάτι γνήσιο και ειλικρινές… Μπορεί κάποιος να τους κατηγορήσει για εύπιστους, αφελείς, καθυστερημένους, ψεκασμένους κ.τ.λ. αλλά δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η συμπεριφορά τους κατευθύνεται από γνήσια και ειλικρινή πίστη και βαθύτερα ψυχικά ριζώματα, που δεν έχουν καμιά σχέση με ιδιοτελή συμφέροντα, όπως αυτά που κινητοποιούν τους πολίτες της δεύτερης κατηγορίας. Επίσης θα μπορούσε να διακρίνει κάποιος και μια μορφή επαναστατικότητας σ’ αυτούς τους ανθρώπους, η οποία στρέφεται εναντίον της τυραννίας της αξίας (Sandel), των ελίτ, της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και γενικά της μετατροπής του σύγχρονου ανθρώπου αποκλειστικά σε άβουλο homo catanaloticus. Τέλος καταδικαστέα είναι και η χρησιμοποίησή τους από πολιτικά Κόμματα και την Εκκλησία για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών εξουσιαστικών σκοπών. Οι συντηρητικές πολιτικές παρατάξεις και ιδιαίτερα η ΝΔ διακρίνονται για τέτοιας μορφής χειραγώγηση πολιτών… Θυμηθείτε τα συλλαλητήρια, τα λάβαρα, τα 3 εκ. υπογραφές επί Χριστόδουλου για τη μη αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, ως και τα συλλαλητήρια κατά της υπογραφής της συνθήκης των Πρεσπών…
Ένα άλλο κρίσιμο θέμα είναι η σχέση της Ορθοδοξίας με την προ-νεωτερικότητα. Σύμφωνα με ορισμένους Έλληνες στοχαστές ο ελλαδικός προ-νεωτερικός άνθρωπος που λειτουργεί έξω από το χρόνο και την ιστορία ως παθητικό αντικείμενο και όχι ως δημιουργικό υποκείμενο είναι δημιούργημα σε μεγάλο βαθμό της Ορθοδοξίας. Η τελευταία παρέμεινε ένα αποστεωμένο κλειστό δόγμα στο πεδίο του συμβολισμού και δεν προσαρμόστηκε στην διαχρονική εξέλιξη των ανθρωπίνων κοινωνιών… Κατά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Σάββα Αγουρίδη η ελληνική ορθοδοξία κατά το ιστορικό στάδιο της Νεότερης Ελλάδας διατήρησε την επιρροή της επί του λαού, χάρη στη νομική κατοχύρωση και νομική εποπτεία της, από τη «νόμω κρατούσα πολιτεία» (γι’ αυτό και η μεγάλη αντίδραση στον χωρισμό της από το κράτος). Οι γενικές και πολιτικές συγκυρίες στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια και μετά την επανάσταση του 21, αλλά και μέχρι τις μέρες μας, δεν επέτρεψαν κατά τον καθηγητή τη δημιουργία μιας ελεύθερης εκκλησίας. Η έλλειψη θεολογικής και γενικής μόρφωσης καταδίκασε την ελλαδική εκκλησία στη συμπαράταξή της όχι προς τα ανανεωτικά στοιχεία της διανόησης και της πολιτικής, αλλά προς παρατάξεις της συντήρησης, όχι της καλύτερης αλλά της χειρότερης κληρονομιάς του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας. Έτσι η εκκλησία στον τόπο μας έγινε κατά τον καθηγητή μέρος της αρματωσιάς μιας χαμηλής τάξης πολιτικών που την αντιμετωπίζουν σαν μέσο ψηφοθηρίας και πνευματικής υποδούλωσης του λαού… Το 1998 επί μακαριστού Χριστόδουλου με αφορμή την κύρωση της συνθήκης Σένγκεν από την ελληνική Βουλή, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας είχε λάβει μια απόφαση προ-νεωτερικής φύσεως. Σ’ αυτή εξέφραζε την αγωνία της για την επίδραση της συνθήκης στην ελευθερία και στα δικαιώματα των ανθρώπων και συνιστούσε στους πιστούς να μη δεχθούν τις νέες ταυτότητες «εάν μέλλουν να χρησιμοποιήσουν τον δυσώνυμο και απαράδεκτο αριθμό 666»!! Είκοσι πέντε χρόνια μετά με αφορμή την έκδοση των νέων ψηφιακών ταυτοτήτων, εκδόθηκε νέα σχετική απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Και ενώ στις πρώτες τέσσερις ενότητες της απόφασης φαίνεται ότι αυτή κινείται προς νεωτερική κατεύθυνση (διαστρέβλωση του θέματος από παραθρησκευτικές οργανώσεις, θέμα διοικητικής φύσεως, αρμόδια η δικαστική εξουσία και όχι η Εκκλησία κ.τ.λ.), στην πέμπτη και τελευταία ενότητα, η προ-νεωτερικότητα «ξαναμπαίνει από το παράθυρο»… Συγκεκριμένα αναφέρεται: Παρά ταύτα (τη νεωτερική οπτική) το θέμα μελετάται σε όλες τις προεκτάσεις του και θα παραπεμφθεί σε μελλοντική έκτακτη σύγκλιση της Σεπτής Ιεραρχίας…