Επιμέλεια ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΝΤΑΡΑΣ
Mέρες τραγικές της Μεγάλης Καταστροφής, οι αναλύσεις δίνουν και παίρνουν έναν αιώνα μετά. Λείπουν παντελώς τα ματωμένα διδάγματα στη σύγχρονη συλλογική και προσωπική δράση. Ίσως έχει δίκιο ο Άγγλος τροβαδούρος: «Η Ιστορία δεν μας διδάσκει τίποτα»! Τιμούμε την μαύρη Επέτειο με 4-5 σπάνια, χαρακτηριστικά ντοκουμέντα, που αναδιφήσαμε από το ιστορικό χρονοντούλαπο και το αρχείο μας για το πώς δέχτηκε ο Βόλος τους πρόσφυγες.
Νύχτα 18ης προς 19η Σεπτεμβρίου 1922 πέφτει έκπληξη και πανικός στην παραλία καθώς φθάνουν τα πρώτα θύματα της Συμφοράς. Τη Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου η «Θεσσαλία» μόλις προλαβαίνει επί του πιεστηρίου, ένα μονόστηλο, την είδηση. Την άλλη μέρα, ο Τάκης Οικονομάκης, από τους πιο σημαντικούς Έλληνες δημοσιογράφους του 20ού αιώνα γράφει στην ίδια εφημερίδα το περίφημο άρθρο: «Το μαύρο κύμα». Ένα απόσπασμα (διατηρείται η γλώσσα της εποχής):
Την φθινοπωρινήν ηρεμίαν του λιμένος μας ήλθε χθες να ταράξη ένα μεγάλο μαύρο κύμα, κύμα συμφοράς. Εμπήκε μέσα και εξέσπασεν ύστερα εις την παραλίαν από όπου εξεχύθη εις όλην την πόλιν. Και ένα αίσθημα υπερτάτης φρίκης, απεριγράπτου συγκινήσεως αλλά και οργής τρομεράς συνεκλόνισε τους πάντας. Το μαύρον αυτό κύμα, μας το απέστειλεν η αντίπεραν του Αιγαίου ακτή. Απετελείτο από τα τραγικά θύματα της φρικτής μικρασιατικής συμφοράς, από τα θλιβερά αυτά ναυάγια του Ασιατικού Ελληνισμού, τα οποία η θάλασσα εξέβρασε και εις την παραλίαν μας. Υπέρ τους δέκα χιλιάδας πρόσφυγας έφθασαν χθες έως εδώ, αφού εν τω μεταξύ έχουν πλημμυρίση όλα τα νησιά και όλοι οι πλησιέστεροι και κυριώτεροι αιγιοπελαγικοί λιμένες. Και είνε αυτή η πρώτη φουρνιά που περνάει. Θα την ακολουθήσουν και άλλες, ώστε υπολογίζεται, περί τους πενήντα χιλιάδες πρόσφυγες θα περάσουν από τον λιμένα μας δια να ζητήσουν εις την Θεσσαλίαν καταφύγιον.
Το θέαμα των θλιβερών αυτών θυμάτων της φρικτής καταστροφής εσπάραζε την ψυχήν του καθενός. Απεβιβάζοντο και εσταυροκοπούντο, απεβιβάζοντο και εφιλούσαν το χώμα, απεβιβάζοντο και άλλοι έκλαιαν, άλλοι χαμογελούσαν με την εντύπωσιν ότι ετελείωσαν τα απερίγραπτα μαρτύριά των που κατά τον τελευταίον μήνα εδοκίμασαν. Και επλημμύριζε το κεφαλόσκαλο και επλημύριζεν η παραλία και από εκεί εξεχύνοντο τα ανθρώπινα αυτά κύματα, κύματα συμφοράς και απογνώσεως, αλλά και κύματα αποτελούντα το τρομερόν «ΚΑΤΗΓΟΡΩ» εις τους δρόμους προς το εσωτερικόν της πόλεως. Και ήρχετο ο ελληνισμός αυτός που είχεν αποκληθή αποικία, ο ελληνισμός δια τον οποίον ελέχθησαν τα «οίκαδε» και οι «πομμερανοί» να ξυπνήση τους κοιμωμένους, να διδάξη τους αγνοούντας, να καυτηριάση με την θλιβεράν μεν αλλ’ επιβλητικωτάτην εμφάνισίν των τους δημίους του.
Κάθε οικογένεια, κάθε άτομον από τους πρόσφυγας αυτούς απετέλει και μιαν τραγωδίαν, ένα σπαραγμόν, ένα πένθος. Άλλοι είδαν μπρος στα μάτια τους τους Τούρκους να σφάζουν τους δικούς των, άλλους να τους παίρνουν αιχμαλώτους, άλλοι τα κορίτσια των να τα αρπάζουν οι Τούρκοι για τα χαρέμια τους και όλοι τους ανεξαιρέτως είδαν με τα μάτια τους την γενικήν καταστροφήν σπιτιών, περιουσιών, ολοκλήρου ζωής και υπάρξεως μέσα εις τας τραγικάς εκείνας φλόγας της πυρκαϊάς, που ως επικήδειος λαμπάς εφώτιζε το πτώμα του μικρασιατικού ελληνισμού μαζί με το πτώμα της τιμής της Ελλάδος.
Εις τριακοσίας χιλιάδες ανέρχονται οι πρόσφυγες που μεταφέρονται από την Σμύρνην και τα πέριξ και άλλαι διακόσιαι χιλιάδες είναι οι πρόσφυγες της βορείου Μικράς Ασίας που περνάνε στη Θράκη. Προσθέσατε εις αυτούς τους εκατοντάδες χιλιάδες των σφαγέντων, προσθέσατε όλους τους άνδρας από 18-45 ετών που οι Τούρκοι τους κρατούν και τους εκτοπίζουν εις το εσωτερικόν όπου τους εξοντώνουν δια του «λευκού θανάτου», προσθέσατε εις αυτά και το ότι το εν τρίτον του εν Μικρά Ασία στρατού μας δηλ. περί τους 70 χιλιάδας αποτελείτο από μικρασιάτας και ελάτε κατόπιν να μας ειπήτε αν η Μικρά Ασία αποτελεί αποικίαν, με ελληνισμόν υπέρ το εκατομμύριον, χωρίς να υπολογίσωμεν τας καταστροφάς του Πόντου, και ελάτε να μας ειπήτε και αν το δάκρυ της εκθρονίσεως αξίζει περισσότερον από την καταστροφήν όλου αυτού του ελληνισμού, μαζί με την καταστροφήν του Καυκάσου και του Πόντου, μαζί με την καταστροφήν του ελληνικού στρατού και όπερ το χειρότερον, μαζί με την καταστροφήν της ελληνικής της τιμής μέσα εις τον βούρκον εσχάτης καταισχύνης.
Αλλά ας αφήσωμεν όλα αυτά, εφ’ όσον η επανάστασις τα εκαθάρισεν, τα έσβυσεν, τα έρριξε πλέον εις το παρελθόν και ας πνίξωμεν κάθε μας άλγος εμπρός εις τας επιταγάς της εθνικής ανάγκης. (σ. σ. Πώς ήταν δυνατόν στην αφόρητη λογοκρισία και στον απόλυτο φασισμό της Γκραικυλίας, να μην αναφερθεί, να μην… επαινέσει, έστω αφηρημένα και γενικόλογα, όπως χαρακτηριστικά το κάνει, το ξενοκίνητο πραξικόπημα Πλαστήρα, που το βαφτίσαν επανάσταση)!
Ας περιορισθώμεν μόνο να διακηρύξωμεν ένα.
Ότι μόλις χθες άρχισαν να αντιλαμβάνωνται οι αγνοούντες εις την πόλιν μας τί ήτο (η) Μικρά Ασία. Μόλις χθες οι πλανώμενοι από την άγνοιαν είδαν ότι η Μικρά Ασία ήτο μια άλλη ολόκληρος Ελλάς με εκατομμύρια Ελλήνων με ζωτικότητα μοναδικήν, με πολιτισμόν και οικονομικήν ευεξίαν αξιοζήλευτον. Μόλις χθες το αντελήφθησαν αυτό και μαζί με το δάκρυ που έχυσαν, ησθάνθησαν τον πόνον δια την συμφοράν πολύ μεγαλύτερον διότι έχασαν πράγμα που δεν το είχαν ποτέ φανταστεί.
Τί το όφελος όμως; Το μαύρο κύμα της συμφοράς εξακολουθεί να ξεχύνεται και να πλημμυρίζη την Ελλάδα ολόκληρον. Ας σκύψωμεν επάνω του και ας προσπαθήσωμεν να γλυκάνωμεν όσον ειμπορούμεν, όσον είναι δυνατόν τον πόνον του.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα («Θεσσαλία», «Ταχυδρόμος») των επόμενων ημερών, τα μεσάνυχτα της Κυριακής 18ης Σεπτεμβρίου κατέπλευσε το υπερωκεάνειο «Μεγάλη Ελλάς» (τραγική ειρωνεία!) μεταφέροντας 3.000 πρόσφυγες. Το ξημέρωμα «έδεσαν» ο «Μιλτιάδης» και η «Βιθυνία». Το απόγευμα ο «Μαίανδρος» με 2.800 πρόσφυγες. Όπως συμβαίνει στις τραγωδίες, αντιμάχεται κραυγαλέα η μικρότητα με το μεγαλείο. Εκθειάζονται οι κάτοικοι της Σκοπέλου, που άνοιξαν τα σπίτια να περιθάλψουν 1.500 πρόσφυγες αλλά και ο Τύπος είναι γεμάτος εκκλήσεις στους πρόσφυγες να προσέχουν να μην πέφτουν θύματα των… επιτηδείων. Γίνεται λόγος για «καθάρματα», που εξαργυρώνουν τουρκικές λίρες με 8-12 δραχμές ενώ στην τραπεζική και ελεύθερη αγορά η ισοτιμία υπερβαίνει τις 20 δραχμές. Μανάβηδες πουλούν σταφύλια 4 δραχμές το κιλό. Ένας αμαξάς… προσφέρθηκε να μεταφέρει στο νοσοκομείο το άρρωστο παιδί πρόσφυγα, του πήρε μια λίρα κι έκλεψε και τον μπόγο με τα λιγοστά υπάρχοντα, που γλίτωσε από τους Τσέτες!
Τάκης Οικονομάκης (1886-1944)
Από τους επιφανείς δημοσιογράφους της εποχής του, με ρωμαλέα πέννα και εκφραστικότατο λόγο, ζωντανό, βολίδα. Ευρείας Παιδείας και λογοτέχνης γλαφυρός, εμπνευσμένος. Ο Τάκης Οικονομάκης έδρασε στην περιφέρεια (Βόλο), αλλά θαυμάσια θα μπορούσε να σταθεί δίπλα στα πιο επιφανή ονόματα της δημοσιογραφίας του κέντρου της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης. Νομικός, χωρίς να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου. Ασχολήθηκε με την ποίηση και την πεζογραφία. Έγραφε με το ψευδώνυμο Τάκης Σαρακηνός. Παράλληλα με τη δημοσιογραφία, στην οποία διακρίθηκε γρήγορα, σε ηλικία μόλις 28 χρονών αναλαμβάνει τη διεύθυνση της μεγάλης και ιστορικής εφημερίδας του Βόλου «Θεσσαλία», η οποία συνεχίζει δυναμικά την πορεία της. Βενιζελικός, υπερασπίστηκε την αβασίλευτη δημοκρατία και το ραγδαία αναπτυσσόμενο σοσιαλιστικό και εργατικό κίνημα. Καθιερώνει πρώτος αυτός φιλολογική σελίδα στην «Θεσσαλία» και πρωταγωνιστεί στην ανάπτυξη των Γραμμάτων και των Τεχνών, του πνευματικού πολιτισμού στον Βόλο. Η μαχητική αρθρογραφία του στην Κατοχή τον φέρνει σε σύγκρουση με τα κατοχικά στρατεύματα. Πέθανε από ανακοπή το 1944. Η Γκεστάπο, εισβάλλει, σε λίγο, στο σπίτι του να τον συλλάβει. Πρόφτασε να τους ξεφύγει με τραγικό τρόπο.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΡΔΕΛΗΣ