Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024

Η ντροπή της Ευρώπης

Eπιμέλεια Ελένη Κονιαρέλλη – Σιακή

Είναι σίγουρα ιδιαίτερο το ποίημα που έγραψε και αφιέρωσε στην Ελλάδα ο νομπελίστας ποιητής Γκύντερ Γκρας. Έχει τίτλο: «Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ».

Αλλά, ποιος ήταν ο Γκύντερ Γκρας; (1927-13/4/2015)

Γεννήθηκε στο Γκτανσκ (πάλαι ποτέ Ντάντσιχ) της Πολωνίας. Εργάστηκε για δύο χρόνια σε ορυχείο και έλαβε εκπαίδευση λιθοξόου. Αργότερα σπούδασε Γλυπτική και Γραφιστική αρχικά στην Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ κι έπειτα στο Βερολίνο. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, ξεκινά και το λογοτεχνικό του έργο, που θα τον κάνει παγκοσμίως γνωστό. Από το 1983 μέχρι το 1986 διετέλεσε πρόεδρος της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός με το μυθιστόρημά του «Το τενεκεδένιο ταμπούρλο», που εκδόθηκε το 1959, όπου περιγράφει τη φρίκη του πολέμου, αλλά και τη ζωή των Πολωνογερμανών που ζούσαν στο περιθώριο δύο πολιτισμών. Ακολούθησαν τα βιβλία «Γάτα και Ποντίκι» το 1961, το «Σαλάχι» το 1977, στο οποίο επιχειρεί μια βαθιά τομή της σημερινής κοινωνίας στην οποία έχουν απαξιωθεί οι ανθρώπινες αξίες. Στη συνέχεια κυκλοφορεί το βιβλίο του «Ο Αιώνας μου» που αποτελεί μια υποθήκη για τις επόμενες γενιές. Εκτός από τα μυθιστορήματά του, τις μελέτες του, τα πολιτικά άρθρα του, τα δοκίμιά του, έγραψε και ποίηση κυρίως τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του. Το 1960 είχε εκδόσει την ποιητική του συλλογή «Τροχιά Τριγώνου».

Ο Γκύντερ Γκρας, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς ανθρώπους της μεταπολεμικής Γερμανίας, σκληρός και άτεγκτος κριτής του κατεστημένου, βαθιά πολιτικοποιημένος, και ωστόσο νοσταλγός μύθων και θρύλων που ζωντάνευαν στην ποίησή του.

Σε ηλικία εβδομήντα δύο ετών, το 1999 του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

 

Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Είσαι ένα βήμα πριν το χάος, μιας και δεν ανταποκρίθηκες στις αγορές.

Είσαι μακριά απ’ τη χώρα που κάποτε σου δάνεισε το λίκνο.

Ό,τι με την ψυχή ζητούσες και νόμιζες πως είχες βρει,

Τώρα το εξοβελίζεις, για σκουπίδι το περνάς.

Ολόγυμνη σαν οφειλέτης διαπομπεύεται, υποφέρει η χώρα

εκείνη που έλεγες και ξανάλεγες πως χάρη της χρωστάς.

Στη φτώχια καταδικασμένος τόπος, τόπος που ο πλούτος του

στολίζει τώρα τα μουσεία: λάφυρα που φυλάς Εσύ.

Κείνοι που χίμηξαν με τα όπλα στη χώρα την ευλογημένη με νησιά,

στολή φορούσαν κι είχαν τον Χέλντερλιν κρυμμένο στο γυλιό.

Καμιά ανοχή πια γι’ αυτή τη χώρα, κι ας ανεχόσουν κάποτε

σαν συμμάχους στο σβέρκο της τους κολονέλους.

Χώρα που ζει πια δίχως δίκιο, με τη δύναμη αυτών που έχουν

πάντα δίκιο να της σφίγγουν κάθε μέρα το ζωνάρι πιο σφιχτά.

Κι όμως απείθαρχη η Αντιγόνη μαυροφορεί – σ’ όλη τη χώρα

πενθοφορεί ο λαός της, που κάποτε σε είχε φιλέψει, σε είχε δεχθεί.

Μα η κουστωδία του Κροίσου έχει στοιβάξει έξω απ’ τη χώρα,

στα δικά σου θησαυροφυλάκια, τα αστραφτερά μαλάματα.

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ